March 1, 2009

ΚΡΟΚΙΔΗ, ΛΙΝΑ - Η αντεπίθεση των κομμουνιστών στο μέτωπο των δημοκρατικών ελευθεριών

Η ένταση της επίθεσης ενάντια στις δημοκρατικές ελευθερίες είναι κοινός τόπος. Την παραδέχονται ακόμη και οι εκπρόσωποι των αστικών κομμάτων, δικαιολογώντας τη στο όνομα των νέων δήθεν απειλών (π.χ., «τρομοκρατία», «νέα εγκληματικότητα»). Σοβαρή συμβολή σ' αυτή την επίθεση έχει η συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ, που έχει θεσμοθετήσει και εφαρμόσει πρωτόγνωρους μηχανισμούς καταστολής και αστυνόμευσης. Η σχέση με την ΕΕ δεν είναι παθητική. Η Ελλάδα παίζει όλο και πιο σημαντικό ρόλο στη χάραξη και υλοποίηση των αντιδημοκρατικών ευρωενωσιακών πολιτικών (μετανάστευση, εξαγωγή τεχνογνωσίας για «ασφαλείς» Ολυμπιακούς Αγώνες). Η επίθεση αποτελεί εσωτερική ανάγκη του συνασπισμένου κεφαλαίου (που ένα μέρος του όλο και περισσότερο στρέφεται σε επενδύσεις στο στρατιωτικοβιομηχανικό τομέα παραγωγής συστημάτων «ασφάλειας»), για να επιβάλει τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Πρόκειται για έναν κατήφορο χωρίς επιστροφή.

Δεν είναι τυχαίος ο τρόπος που σήμερα διεξάγεται ο αντικομμουνισμός από την ΕΕ. Η επίθεση ενάντια στην ΕΣΣΔ και τον Στάλιν χτυπάει την καρδιά της κομμουνιστικής ιδεολογίας, δηλαδή την ανατροπή των καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων και την επαναστατική εξουσία της εργατικής τάξης. Προετοιμάζουν την ποινικοποίηση της υποστήριξης των «ολοκληρωτικών» καθεστώτων, όχι μόνο στη βάση της συνηθισμένης προπαγάνδας περί πολιτικών διώξεων των «αντικαθεστωτικών», αλλά επειδή τα σοσιαλιστικά κράτη εφάρμοσαν «ταξικές διακρίσεις» (δηλαδή, τσάκισαν την καπιταλιστική ιδιοκτησία), που τις βαφτίζουν «ρατσιστικές» διακρίσεις. Προετοιμάζουν (βλ. απαγόρευση Κ.Ν. Τσεχίας) την ποινικοποίηση κάθε ταξικής πολιτικής. Εννοούν φυσικά από την εργατική τάξη, αφού η αστική τάξη έχει κατοχυρώσει την ταξική της δικτατορία μέσα από το ταξικό της κράτος και την ταξική της «νομιμότητα».

Επομένως, έχουμε ένταση του εύρους και του βάθους της επίθεσης. Σ' αυτές τις συνθήκες, αντεπίθεση του ΚΚΕ σημαίνει: 1) Να αποκαλύπτουμε, καταγγέλλουμε, συσπειρώνουμε, ξεδιπλώνουμε την πάλη ενάντια στα αντιδημοκρατικά μέτρα που δυσκολεύουν τους όρους διεξαγωγής της ταξικής πάλης, που βάζουν εμπόδια στην οργάνωση της πάλης του λαού και της νεολαίας για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό και 2) Να αποκαλύπτουμε, με βάση και την εμπειρία, τον ταξικό χαρακτήρα της αστικής δημοκρατίας, των νόμων και μηχανισμών της, την ανυπαρξία πραγματικής δημοκρατίας για τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού σε συνθήκες καπιταλιστικής ιδιοποίησης του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου, την ανάγκη εγκαθίδρυσης μιας νέας εξουσίας, με νέους θεσμούς λαϊκής συμμετοχής και εργατικού κοινωνικού ελέγχου. Πρόκειται για ένα δύσκολο καθήκον, που αφορά τη γενική προσπάθεια δημιουργικής εξειδίκευσης της στρατηγικής μας κατά χώρο και κίνημα (Θ. παράγρ. 66). Εν μέρει, η δυσκολία είναι και αντικειμενική, αφού δεν μπορούμε να προβλέψουμε τη μορφή με την οποία θα εκφραστεί η λαϊκή εξουσία (βλ. άρθρο Τιούλκιν για Σοβιέτ, ΚΟΜΕΠ 8, τ. 1). Σημαντική συμβολή για το ξεπέρασμα αυτής της αδυναμίας θα είναι, πιστεύω, η εξειδίκευση και εκλαΐκευση της παραγρ. 38 των Θέσεων για το Σοσιαλισμό, καθώς και η μελέτη των πλευρών που αφορούν το σοσιαλιστικό εποικοδόμημα.

Η απάντηση στην ένταση της επίθεσης δε θα πρέπει να οδηγεί σε χαμηλές γραμμές άμυνας, «να μην εγκλωβίζεται το λαϊκό κίνημα στους θεσμούς που υπονομεύουν τα συμφέροντά του» (παράγρ. 30 των Θ. για το 16ο Συνέδριο). Ορισμένα παραδείγματα: Η προβολή της αντισυνταγματικότητας ενός μέτρου πρέπει να γίνεται κατ' εξαίρεση, ώστε να μη συγκαλύπτεται το αστικό Σύνταγμα, ως ο κατ' εξοχήν καταστατικός χάρτης του κεφαλαίου, που διανθίζεται με υποκριτικά ισότιμες, σκόπιμα γενικόλογες και αντιφατικές διατάξεις. Η αντίσταση στην κρατική καταστολή και τη βία των οργάνων του κεφαλαίου πρέπει διαρκώς να συνδέεται με τη βία ενάντια στα εργατικο-κοινωνικά δικαιώματα, να αποκαλύπτεται υπέρ ποιων συμφερόντων ασκείται, να μην ποτίζει τα χωράφια του οπορτουνισμού, που καταγγέλλει τη βία από όπου κι αν προέρχεται, που ευνουχίζει την προοπτική της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων να κατακτήσουν και να στεριώσουν την εξουσία τους. Η όλο και μεγαλύτερη υποταγή της Δικαιοσύνης στην εκτελεστική εξουσία δεν πρέπει να εγκλωβίζεται στο αστικοδημοκρατικό αίτημα περί ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, αλλά να αναδείχνει τον αντικειμενικά εξαρτημένο ρόλο της. Η αναζήτηση και στήριξη προοδευτικών φωνών στο χώρο των δικαστών πρέπει να γίνεται στο όνομα της δικαίωσης (της όποιας δικαίωσης μπορεί να προέλθει από τα αστικά δικαστήρια) των λαϊκών συμφερόντων.

Η γραμμή αυτή πρέπει να διαπερνά, χωρίς φυσικά να ταυτίζεται, τη δράση μας και στο κίνημα για τις δημοκρατικές ελευθερίες. Το κίνημα πρέπει να έχει καθαρή αντιιμπεριαλιστική γραμμή, γραμμή υπεράσπισης των δικαιωμάτων που διευκολύνουν την πάλη του λαού μας, όλων των λαών, των μεταναστών ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τα μονοπώλια. Δεν απαιτούμε τη συμφωνία των συνεργαζόμενων με τη λαϊκή επαναστατική εξουσία, αλλά ούτε καλλιεργούμε αυταπάτες για το περιεχόμενο της αστικής δημοκρατίας.

Οσο εντείνεται η επίθεση στις δημοκρατικές ελευθερίες, τόσο μεγαλώνει η διαπάλη με τις μικροαστικές και οπορτουνιστικές θεωρίες και πρακτικές στο κίνημα. Η αποκάλυψη του ρόλου του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ στην υποστήριξη των αντιδημοκρατικών αποφάσεων της ΕΕ και του Χώρου Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης πρέπει να συνεχιστεί αταλάντευτα, αλλά δεν αρκεί. Πολύ περισσότερο που στο ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν δυνάμεις που είναι κατά της ΕΕ, χωρίς αυτό να τους κάνει λιγότερο επικίνδυνους οπορτουνιστές. Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ έχει αποδεχτεί και ενσωματωθεί στην αστική προπαγάνδα περί «ουδέτερης» δήθεν και αταξικής δημοκρατίας. Κάνει κριτική γιατί δεν τηρείται η αστική νομιμότητα και το λεγόμενο «κράτος δικαίου». Η πρόσφατη, αλλά όχι πρωτόγνωρη, παράλληλη εκδήλωση του οπορτουνισμού μέσω της αποδοχής της βίας των λεγόμενων «αντιεξουσιαστών» και κάθε προβοκατόρικου και διαλυτικού στοιχείου, η έντονη ρητορική για την κρατική καταστολή, αποτελεί όψη του ίδιου νομίσματος. Ταυτίζεται και σιγοντάρει την αστική τάξη στον αντικομμουνισμό, στην παρεμπόδιση της ανάπτυξης και όξυνσης της ταξικής πάλης, στον εκφυλισμό και εκχυδαϊσμό του κινήματος, στην κοινή βαθιά απέχθειά τους για το εργατικό κίνημα, την επαναστατική πρωτοπορία και εξουσία της εργατικής τάξης.

Λίνα Κροκίδη

Ριζοσπάστης - 1 Φεβρουαρίου 2009