Ξεκινώντας από την αντίληψη ότι ο αφορισμός και η σχηματοποίηση ήταν πάντα μια πιο εύκολη διαδικασία από την αντίληψη του διαλεκτικού υλισμού και ορμώμενος από μια σειρά άρθρων, θα διατυπώσω κάποιες μεθοδολογικές παρατηρήσεις και τα συμπεράσματα που πηγάζουν από αυτές:
1. Το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα όντας πρωτοπόρο αλλά και αναπόσπαστο κομμάτι της ολότητας οικονομίας-κοινωνίας στην κίνησή της, θέτει πάντα στην πολιτική του θεωρία και πρακτική μονάχα τα προβλήματα εκείνα που μπορεί να επιλύσει. Μια προσπάθεια επίλυσης των ιστορικών διλημμάτων του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος μακριά από τις απαντήσεις που προσπάθησαν να δώσουν σε αυτά οι τότε υπάρχουσες τάσεις δηλώνει την ιστορική προβολή σημερινών πολιτικών τοποθετήσεων και την επικράτηση της επιθυμίας, έναντι των συντριπτικών δυνάμεων της κοινωνικής αναγκαιότητας. Η παραπάνω θέση δεν μπορεί να αποτρέψει, αλλά τουναντίον αντικειμενικά διευκολύνει, την εκ των υστέρων κριτική, καθιστώντας την απόρροια της ακριβοπληρωμένης πείρας του κινήματος.
2. Η ιστορία του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος διέπεται από τις αντιφάσεις και τη μη ευθύγραμμη πορεία της συνολικής ιστορικής εξέλιξης. Κατά συνέπεια, η ανάγνωση της ιστορίας του εργατικού και του κομμουνιστικού κινήματος μακριά από την ταυτόχρονη παρουσία διαλεκτικής συνέχειας και ασυνέχειας υποβιβάζει τη μελέτη της ιστορίας στην παράταξη ιστορικών γεγονότων που καταλήγει στο συμπέρασμα μιας χαώδους και τυχαίας ιστορίας ή σε μια θετικιστική αιτιοκρατία, η οποία καταλήγει στη ρήση «τα πάντα έγιναν όπως όφειλαν να γίνουν». Μέσα στα πλαίσια αυτών των προσεγγίσεων, ο οποιοσδήποτε μπορεί να απομονώσει το τάδε ή δείνα περιστατικό ως δήθεν αποδεικτικό στοιχείο μιας άποψης, ή αντίστοιχα να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πρώτη απόπειρα οικοδόμησης σοσιαλισμού ήταν καταδικασμένη να αποτύχει (συμπέρασμα παρόμοιο με αυτό που προωθεί η αστική τάξη).
3. Η σύγχρονη κριτική οφείλει να βλέπει τις μελλοντικές σοσιαλιστικές χώρες ως εξοπλισμένες από την πείρα των σοσιαλιστικών χωρών που ήδη παρουσιάστηκαν, αλλά χωρίς να τις ταυτίζει μαζί τους. Οπως ο Λένιν βροντοφώναξε ότι η «Κομμούνα ήταν μια κυβέρνηση που δε θα είναι η δική μας», το σύγχρονο κομμουνιστικό κίνημα οφείλει να ξεκαθαρίσει την ήρα από το σιτάρι στα πλαίσια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Εάν υποτιμήσουμε τις κατακτήσεις του σοσιαλισμού, μοιραία θα οδηγηθούμε σε ένα μέλλον-απόλυτη (και όχι διαλεκτική) άρνηση του παρόντος και παρελθόντος, δηλαδή σε μια ουτοπία. Εάν αποτρέψουμε την κριτική πάνω στις αδυναμίες, τις ελλείψεις, τα λάθη και τις παραβιάσεις της σοσιαλιστικής οικοδόμησης τότε και πάλι θα μιλήσουμε για ένα μέλλον-προβολή του παρελθόντος και τότε δυστυχώς οι αδυναμίες θα συμπαρασύρουν στο σκοτάδι τον κοσμοϊστορικό ρόλο των πρώτων σοσιαλιστικών χωρών(τουλάχιστον μέσα στα πλαίσια αυτής της κριτικής).
4. Η αποτίμηση του παγκόσμιου εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος οφείλει να βλέπει κάτω από τις ιδεολογικές παρεκκλίσεις και τις αντιπαραθέσεις, τα πραγματικά ταξικά συμφέροντα που εκφράζουν. Διαφορετικά ο κίνδυνος του ιδεαλισμού παραμένει και οδηγεί στην ακύρωση του μαρξισμού -λενινισμού. Κίνδυνος υπάρχει όμως και μέσα από μια εξίσωση της ανάπτυξης των σχέσεων παραγωγής και παραγωγικών δυνάμεων με βέβαια από τα πριν αποτελέσματα, η οποία αντί να αποτελεί την κοινωνικοταξική γείωση της ιστορίας, συνιστά μια θετικιστική παρέκκλιση που δεν μπορεί να καταλήξει σε άλλο συμπέρασμα από την ύπαρξη ενός από τα πριν κατασκευασμένου σχεδίου ιστορίας πέραν των δυνάμεων και της δραστηριότητας του ανθρώπου. Αλλά σε αυτή την περίπτωση δε θα χρειαζόταν ούτε κομμουνιστικό κόμμα, ούτε πολύ περισσότερο και μια αποτίμηση του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε.
5. Με βάση όλα τα παραπάνω, η εκτίμηση του ρόλου των αποφάσεων του 20ού συνεδρίου ως ποιοτικής στροφής είναι σωστή όχι μόνο στατικά αλλά και δυναμικά. Στο εσωτερικό της Σοβιετικής Ενωσης, οι αποφάσεις άνοιξαν το δρόμο για μια οικονομική πολιτική προσανατολισμένη στην παλινόρθωση του καπιταλισμού. Στις χώρες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής μια σειρά από κομμουνιστικά κόμματα που δρούσαν στα πλαίσια επαναστατικής κατάστασης, οδηγήθηκαν σε μια ηττοπαθή στρατηγική, προσαρμοσμένη στις ανάγκες της «ειρηνικής συνύπαρξης». Στις χώρες της Ευρώπης το σύνολο των κομμουνιστικών κομμάτων (και όχι μόνο τα ευρωκομμουνιστικά) προσανατολίστηκαν σε συνεργασίες με τη σοσιαλδημοκρατία στα πλαίσια της «επανένωσης του σοσιαλιστικού κινήματος». Στην προσπάθεια επεξεργασίας μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής, δεν αρκεί κάποιος απλά να καταδικάσει τις εκφάνσεις αυτής της ακολουθούμενης πολιτικής, αλλά πρέπει να εμβαθύνουμε στις συνέπειές της, στον τρόπο συγκρότησης, στη δράση και στους στόχους των κομμουνιστικών κομμάτων. Οσοι δεν αποδέχονται την ύπαρξη της τομής, μοιραία θα καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο Γκορμπατσόφ είναι ο γνήσιος απόγονος του Μαρξ (γεγονός που υπερασπίστηκε τόσο το ΚΚΕ, όσο και μια σειρά από άλλα κομμουνιστικά κόμματα τη δεκαετία του '80).
6. Η εξέλιξη των οικονομικών μεταρρυθμίσεων στα πλαίσια της Σοβιετικής Ενωσης και των υπόλοιπων σοσιαλιστικών χωρών, όχι μόνο δεν οδήγησαν σε εξάλειψη των προσοσιαλιστικών εκμεταλλευτικών τάξεων, αλλά δημιούργησαν νέους ταξικούς διαχωρισμούς μέσα στα πλαίσια του σοσιαλισμού. Φαινόμενα όπως η μαύρη αγορά και η δεύτερη οικονομία, δηλώνουν εκμετάλλευση μέρους του κοινωνικού προϊόντος και κατά συνέπεια ακυρώνουν το θεμέλιο λίθο του σοσιαλιστικού καθεστώτος, δηλαδή την άρνηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, έστω και αν αυτή η εκμετάλλευση δεν εκφράζεται μέσα από την «καθαρή» έννοια της υφαρπαγής της υπεραξίας.
7. Βέβαια, το 20ό Συνέδριο δεν μπορεί παρά να είναι και προϊόν διαλεκτικής συνέχειας μέσα στους κόλπους της Σοβιετικής Ενωσης και του μπολσεβίκικου κόμματος. Η υπερψήφιση των αποφάσεών του δεν μπορεί παρά να είναι η συνέπεια της στήριξης κάποιων συγκεκριμένων κοινωνικοταξικών δυνάμεων σχηματισμένων στο επίπεδο της οικονομίας και αποκρυσταλλωμένων - με την έννοια της πολιτικής έκφρασης συγκεκριμένων συμφερόντων - στο επίπεδο του κόμματος. Αυτός είναι ο λόγος που σημάδια της μετέπειτα ακολουθούμενης πολιτικής μπορούμε να βρούμε και πριν από το 20ό συνέδριο. Αναφορικά με το πώς επικράτησαν αυτές οι δυνάμεις οφείλουμε να εξετάσουμε μια σειρά από παράγοντες. Ενας από αυτούς είναι ο τρόπος διοίκησης των εργοστασίων (υπαγωγή στο κράτος, μονοπρόσωπη διεύθυνση αστών ειδικών, τρόικα, μονοπρόσωπη διεύθυνση διορισμένη από το κόμμα) και η αντίστοιχη λήψη των αποφάσεων μέσα στα πλαίσια της αγροτικής παραγωγής. Μεγάλη είναι η σημασία της λειτουργίας των αστών ειδικών μέσα στα πλαίσια της σοβιετικής εξουσίας όπως και η προσομοίωση της εκλογής των σοβιέτ με τον αστικό κοινοβουλευτισμό (σύνταγμα του 1936). Ιδιαίτερη είναι η αξία της μελέτης του ρόλου και της χρησιμότητας θεσμών ελέγχου της σοβιετικής εξουσίας όπως η εργατοαγροτική επιθεώρηση, με δεδομένο ότι η διάκριση των εξουσιών μέσα στα πλαίσια μιας εξουσίας θωρακίζει μάλλον την εξουσία παρά την ελέγχει. Κλείνοντας, ο τρόπος δόμησης και δράσης των κατασταλτικών μηχανισμών της δικτατορίας του προλεταριάτου διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο, γεγονός που αποτυπώνεται στην επιμονή των Μαρξ και Λένιν να μιλούν για αντικατάστασή τους από τον ένοπλο λαό. Η αθροιστική μελέτη των παραπάνω παραγόντων και άλλων ακόμα θα σκιαγραφήσει τις κοινωνικοταξικές δυνάμεις εκείνες που σε κάθε φάση της Σοβιετικής Ενωσης στήριξαν από τα μέσα την αντεπανάσταση.
8. Ο σοσιαλισμός όντας η ατελής βαθμίδα του κομμουνισμού είτε θα εμβαθύνει συνεχώς προσεγγίζοντας τον κομμουνισμό είτε θα ηττηθεί. Η ταξική πάλη δεν μπορεί να έχει ποτέ ουδέτερο πρόσημο. Το ζήτημα αυτό θα πρέπει βέβαια να εξεταστεί με δεδομένο το γεγονός της διάστασης ανάμεσα στη μαρξιστική διακήρυξη της παγκόσμιας επανάστασης και στη θεωρία του αδύναμου κρίκου που διατυπώθηκε από το Λένιν, επιβεβαιώθηκε από την επαναστατική πρακτική του αιώνα που μας πέρασε. Η πείρα του πρώτου γύρου των σοσιαλιστικών επαναστάσεων σημαδεύτηκε στην πραγματικότητα από την ήττα των επαναστάσεων στο έδαφος του σοσιαλισμού. Ως εκ τούτου αναπόσπαστο κομμάτι μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής θα πρέπει να είναι η διατύπωση των αδρών γραμμών μιας πολιτικής που θα οδηγεί όχι μόνο στην αναπαραγωγή του μετεπαναστατικού καθεστώτος, αλλά στην προσπάθεια συνεχούς εμβάθυνσης του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής και διοίκησης.
Κώστας Σκολαρίκας
Μέλος της ΟΒ Μεταπτυχιακών ΤΟ Παντείου της ΚΝΕ
Ριζοσπάστης - 6 Φεβρουαρίου 2009