Αποδεχόμενος την τεράστια προσφορά στην ανθρωπότητα του σοσιαλιστικού συστήματος της Σοβιετικής Ενωσης, μια μεγαλειώδης εποποιία που πραγματοποιήθηκε μέσα σ' ένα περιβάλλον φοβερών δυσκολιών, με πρώτη την καθυστέρηση των παραγωγικών δυνάμεων, καταθέτω τη γνώμη μου, που ίσως έχει ενδιαφέρον, για τη συλλογική μας σκέψη!
Σύμφωνα με την Πολιτική Οικονομία της Ακαδημίας Επιστημών ΕΣΣΔ (1954, σελίδες 482-727) προκύπτουν τα παρακάτω που αφορούν τη Δομή, την Οργάνωση και τις Σχέσεις μέσα στις βιομηχανικές μονάδες, όπου κυοφορούνται, εν τέλει, οι πιο αποφασιστικές κοινωνικές διεργασίες.
Το σοβιετικό σοσιαλιστικό κράτος το 1953 ήδη έχει οικοδομηθεί, κατέχει το 99,40% των μέσων παραγωγής, η παραγωγή μέσων παραγωγής από το 1927 έχει αυξηθεί 55(!) φορές, οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι εντυπωσιακοί (με εξαίρεση την αγροτική οικονομία), οι εργατοϋπάλληλοι από 11 εκατομμύρια το 1928 έχουν φθάσει τα 55 εκατομμύρια.
Ολα τα προϊόντα, τα μέσα παραγωγής, οι υπηρεσίες κλπ. εκφράζονται με χρηματική μορφή. Ολα ελέγχονται με το ρούβλι, το οποίο εκπληρώνει τη λειτουργία του μέτρου της αξίας των εμπορευμάτων. Εχει δε τη σημασία του να υπογραμμιστεί ότι, εκ νέου, το 1950 αντιστοιχήθηκε σε χρυσό. Το ρούβλι αποτελεί κλίμακα τιμών, λειτουργεί σαν μέσο κυκλοφορίας εμπορευμάτων, πληρωμής, σοσιαλιστικής συσσώρευσης και αποταμίευσης. Τα «προϊόντα» λοιπόν εκφράζονται σε χρήμα, έπρεπε δε να τιμολογηθούν με βάση κάποια αντικειμενική λογική.
Πράγματι, κατέληξαν ότι η αξία των προϊόντων στη σοσιαλιστική οικονομία καθορίζεται από την ποσότητα του κοινωνικά αναγκαίου χρόνου εργασίας που ξοδεύεται για την παραγωγή τους. Λειτουργεί δηλαδή ο νόμος της αξίας και στο σοσιαλισμό, με τη διαφορά ότι στον καπιταλισμό, ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος διαμορφώνεται αυθόρμητα, ενώ εδώ σχεδιάζεται, εις όφελος της κοινωνίας.
Η τιμή των προϊόντων έπρεπε να αιτιολογείται και να προσδιορίζονται οι νόρμες στην εργασία. Στις σοσιαλιστικές επιχειρήσεις είχε καθιερωθεί η αρχή της οικονομικής ιδιοσυντήρησης βάσει του νόμου της αξίας. Απαίτηση της οικονομικής ιδιοσυντήρησης είναι η εξασφάλιση της αποδοτικότητας (προσοδοφορία) της επιχείρησης, πρέπει δηλαδή να αυξάνεις τον «τζίρο», (ως και διαφήμιση επιτρέπεται να κάνεις), τα ποσά που εισπράττονται από τις πωλήσεις πρέπει να αναπληρώνουν το κόστος και επιπλέον να εξασφαλίζουν εισόδημα.
Οι επιχειρήσεις, εκπληρώνοντας το Κεντρικό Σχέδιο του Κράτους, συνάπτουν οικονομικά συμβόλαια, οριζόντια, μεταξύ τους, με αυστηρούς όρους. Επόμενα παίρνονται μέτρα τόνωσης του οικονομικού ενδιαφέροντος όλων των εργαζομένων και του διευθυντικού προσωπικού. Για την αποτελεσματική διαχείριση, οδηγήθηκαν στη μονοπρόσωπη διεύθυνση, που πλέον θεωρείται υπηρέτης των συμφερόντων του σοσιαλισμού (αρχικά τουλάχιστον θα ίσχυε), η οποία οφείλει να μετράει το εργοστασιακό κόστος που εκφράζεται σε χρήμα, μέρος του οποίου είναι ο μισθός εργασίας των εργατοϋπαλλήλων. Ο διευθυντής για να 'ναι αποτελεσματικός διέθετε εργαλεία και πράγματι ένα μέρος του καθαρού εισοδήματος των επιχειρήσεων που ονομαζόταν ΚΕΡΔΟΣ αποτελούσε το κονδύλι του διευθυντή (1-5% του καθαρού εισοδήματος, ανάλογα), που διετίθετο για την υλική παρότρυνση των εργαζομένων και στελεχών.
Στο σοσιαλισμό ισχύει ο οικονομικός νόμος της διανομής ανάλογα με την εργασία. Στη Σοβιετική Ενωση, νομίζω έχει εξαιρετική σημασία ότι το «ανάλογα με την εργασία» προσδιορίστηκε «σαν ανάλογα με την ποσότητα και ποιότητα της εργασίας», πράγμα που οι θέσεις με εξαιρετική διορατικότητα έχουν εντοπίσει.
Ηδη το 1953 ο μισθός εργασίας του 77% του συνόλου των εργατών βιομηχανίας προσδιοριζόταν με το ΚΟΜΜΑΤΙ και διακρίνονταν σε άμεση πληρωμή με το κομμάτι, προοδευτικό σύστημα, πριμοδοτικό σύστημα, συνεργατική πληρωμή με το κομμάτι! Αλλη μορφή μισθού ήταν το χρονομίσθιο, που διακρίνονταν σε απλό και χρονομίσθιο με πριμοδότηση, κυρίως για τα καθοδηγητικά, οικονομικά και μηχανοτεχνικά στελέχη.
Αντίστοιχα οι νόρμες εργασίας διακρίνονταν με βάση το χρόνο εργασίας ή με το κομμάτι.
Αφού όμως τα προϊόντα της επιχείρησης ήταν αποτέλεσμα της δουλειάς πολλών ειδικοτήτων εργαζομένων, διαμορφώθηκε σύστημα ανάλογα με την ειδίκευση και τιμολογιακή κλίμακα μισθών με μονάδα τον ανειδίκευτο εργάτη!
Η ίσως λεπτομερής παράθεση των παραπάνω γίνεται για να μπορέσω να ισχυριστώ πως αυτό που «έμενε» αυθόρμητα στη σκέψη των εργατών ήταν: 1) Οτι τα πάντα αγοράζονται και πουλιούνται με χρήμα, δηλαδή γίνονται αντιληπτά σαν εμπορεύματα και όχι αξίες χρήσης. 2) Μία παραγωγική σχέση αποξενωτική γι' αυτούς, ανάλογη με αυτήν που δημιουργεί ο καπιταλισμός, μία τάση διάσπασης, διαχωρισμού των συμφερόντων των εργατοϋπαλλήλων, μία τάση αντίρροπη προς τον κομμουνισμό. 3) Μία σχέση που ενίσχυε την εξουσία των διευθυντικών στελεχών και αύξανε τα εισοδήματά τους (λόγω της ποιότητας της εργασίας!).
Αν, μάλιστα, ανατρέξει κανείς σε άλλους οικονομικούς τομείς, εμπόριο, αγροτική οικονομία, υπηρεσίες, θα παρατηρήσει ακόμη πιο έντονα τα ίδια πράγματα. Σημειωτέον ότι σε επίπεδο κεντρικών λειτουργιών του κράτους ήδη χρησιμοποιούνταν ευρέως οι «έννοιες»: Περιουσία, επενδύσεις, επίσης εισπράττονταν φόρος εισοδήματος! (το 8,50% του προϋπολογισμού), λειτουργούσε εμπορική τραπεζική πίστη και τόκος!
Φαίνεται ότι παρά τη γνήσια θέληση του ΚΚΣΕ για κομμουνισμό, ο κεντρικός σχεδιασμός κατανοήθηκε περισσότερο σαν ένα τεχνικό, «τεχνοκρατικό» εργαλείο. Ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος, οι τιμές, οι νόρμες, οι αμοιβές ορίζονταν αναγκαστικά με περίπλοκο και εν πολλοίς «εγκεφαλικό» τρόπο.
Κυρίως όμως φαίνεται ότι η δομή του σοσιαλιστικού οικοδομήματος ενσωμάτωνε πολλά και κρίσιμης ιδεολογικής και πολιτικής σημασίας «εργαλεία» και πρακτικές, που ανήκαν στη διάρθρωση των καπιταλιστικών επιχειρήσεων και κρατών, μη διαβλέποντας σοβαρό πρόβλημα ή κίνδυνο, αφού η αστική τάξη στη Σοβιετική Ενωση είχε αφανιστεί ήδη από το έτος 1936. Εξάλλου το «περιεχόμενο» είναι το κύριο και όχι η «μορφή». Σημειωτέον ότι στα «Οικονομικά προβλήματα στην ΕΣΣΔ» (σελ. 39) ο σ. Στάλιν ισχυρίζεται ότι η «εμπορευματική παραγωγή οδηγεί στον καπιταλισμό μονάχα όταν υπάρχει ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής».
Να υπογραμμίσουμε ότι ιδιαίτερα ο αμερικάνικος καπιταλισμός είχε σημειώσει εκείνη την περίοδο εντυπωσιακές επιτυχίες στον τεχνολογικό, οργανωτικό τομέα, καθώς και τις μεθόδους (Φορντ, Τέιλορ), την καινοτομία, την κινητοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, επιτυχίες που παρακολουθούσαν τα αρμόδια επιτελεία και που θεωρούσαν ότι άξιζε να ενσωματωθούν «δημιουργικά» στο σοσιαλιστικό οικοδόμημα.
Στις δεκαετίες του '50-'60, τα πράγματα έκδηλα δεν πάνε καλά στην οικονομία, γιατί φαίνεται πως έχουν εκδηλωθεί οι συνέπειες των αντιφάσεων που εμπεριέχονται στο όλο οικοδόμημα. Οι παραγωγικές δυνάμεις, που είχαν επιτυχώς γιγαντωθεί, λόγω κυρίως του προσανατολισμού της βιομηχανίας στην υποδιαίρεση Ι, είναι αναγκαίο να οδηγηθούν από την εκτατική στην πολύ πιο περίπλοκη εντατική ανάπτυξη. Τώρα οι απαιτήσεις σωστού Κεντρικού Σχεδιασμού παρουσιάζουν εκθετικά μεγαλύτερες δυσκολίες, αναντίστοιχες με τις τότε δομές και σχέσεις.
Αντί λοιπόν να επανεξεταστούν τα πράγματα, προς την κατεύθυνση «επαναστατικής» ρήξης με την υπάρχουσα πρακτική, έχουμε κλιμάκωση (θέση 19) όλων όσων ευθύνονταν για την καθυστέρηση (Κοσίγκιν κλπ.). Η ιδιοσυντήρηση ενισχύεται, τα «κίνητρα» πολλαπλασιάζονται, οι νέες μέθοδοι, η όλη ορολογία αντιστοιχούν σε αγοραία οικονομία.
Σημειωτέον ότι η λειτουργία του χρήματος μπορούσε να μειωθεί αποφασιστικά, αφού το 70% της βιομηχανικής παραγωγής ήταν μέσα παραγωγής (υποδιαίρεση Ι) που χρησιμοποιούσαν σοσιαλιστικές μονάδες.
Εν τέλει στα 1980 η αποξένωση των εργατών είναι μεγάλη, το ΚΚΣΕ διευθύνεται από κοινωνικά στρώματα που πλέον θεωρούν ότι μπορούν όχι μόνο να διαχειρίζονται, αλλά να έχουν και την ιδιοκτησία των επιχειρήσεων και κρατική αστική εξουσία.
Οι θεωρητικές θέσεις της ΚΕ για το Σοσιαλισμό έχουν εντοπίσει τα κρίσιμα ζητήματα για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, ιδιαίτερα όσον αφορά την κατανομή της εργατικής δύναμης, των μέσων παραγωγής και των προϊόντων, το ρόλο του χρήματος.
Σύμφωνα με τα γραφόμενά μου, για τις αιτίες της ανατροπής πιστεύω πως ίσως δίδεται περισσότερο βάρος απ' ό,τι πρέπει στο ερμηνευτικό σχήμα, διαπάλη συνεπών - οπορτουνιστικών δυνάμεων μέσα στο ΚΚΣΕ. Επίσης θεωρώ πως το ζήτημα της σύγκρουσης τότε των παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής πρέπει ίσως να εξεταστεί και από άλλες οπτικές γωνίες.
Συντροφικά
Χρήστος Κόρδας
Πάτρα
Ριζοσπάστης - 11 Φεβρουαρίου 2009