Το κείμενο για τον σοσιαλισμό αποτελεί πράγματι μια πολύ σοβαρή προσπάθεια να ερμηνευτεί ταξικά, επιστημονικά από θέσεις μαρξιστικές, μια ολόκληρη ιστορική περίοδος. Εχω να επισημάνω τα παρακάτω:
Α) Οπως αναφέρει ο Αριστοτέλης, διοικώ εστί προβλέπω. Αρα τίθεται το ερώτημα αυτές οι αναλύσεις που σήμερα αναφέρει το κείμενο δε θα μπορούσαν να είχαν γίνει εδώ και αρκετά χρόνια; Ηδη από τη δεκαετία του '60 ακούγονται φωνές σοβαρές, βαθιά επαναστατικές, αναλύσεις επιστημονικές που θέτουν ζητήματα σχετικά με την πορεία της ΕΣΣΔ, άλλων κομμουνιστικών κομμάτων και γενικότερα την κατεύθυνση της οργάνωσης του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Δυστυχώς δεν εισακούστηκαν, παρέμειναν περιθώριο μέσα ή και έξω από το Κόμμα πάντα όμως κοντά στο ΚΚΕ. Στην αδυναμία αναλύσεων του σημερινού επιπέδου οπωσδήποτε συνέβαλλαν και οι εξορίες, οι φυλακίσεις, οι εκτελέσεις που στέρησαν το Κόμμα από ένα σοβαρό ιδεολογικό και διαφωτιστικό ανθρώπινο υλικό.
Β) Δικαιολογεί το κείμενο αρκετές επιλογές του Κόμματος ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι δε δόθηκε η απαιτούμενη προσοχή στην ανάγκη για θεωρητική επάρκεια. Το ότι πολλές φορές υπήρξε θεωρητική αδυναμία - ανεπάρκεια να ερμηνευτούν ή και να προβλεφτούν καταστάσεις είναι γνωστό. Το γιατί φθάσαμε όμως να είμαστε θεωρητικά ανεπαρκείς, όταν είναι γνωστό ότι η υποτίμηση της ιδεολογικής δουλειάς (μελέτη από τα πρωτότυπα και όχι από «εγχειρίδια») μοιραία οδηγεί σε λανθασμένες εκτιμήσεις. Και τέλος πάντων πόση θεωρητική επάρκεια χρειάζεται για να γίνει αντιληπτό ότι το 20ό Συνέδριο ενταφίασε κάθε μελλοντική επαναστατική διαδικασία, ότι οι μεταρρυθμίσεις Κοσίγκιν απείχαν κατά πολύ από την ανάπτυξη σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, ότι η εισήγηση του Γκορμπατσόφ στο 27ο Συνέδριο αποτελεί μνημείο οπορτουνιστικής και αντεπαναστατικής αναφοράς. Βέβαια καλύτερα αργά παρά ποτέ. Και σε αυτό βρίσκεται η μεγάλη δύναμη του ΚΚΕ. Ενα κόμμα που οι δεσμοί του με την εργατική τάξη και τη θεωρία του μαρξισμού-λενινισμού είναι ισχυροί, μπορεί μέσα από τα λάθη ή αδυναμίες του (υποκειμενικού και αντικειμενικού χαρακτήρα) να βρίσκει τον δρόμο του. Ας ξέρουμε όμως ότι η μαρξιστική γνώση είναι δύναμη όταν αξιοποιεί τις δυνατότητες που αναδεικνύει και προτάσσει κάθε ιστορική περίοδος και όχι να ερμηνεύει τα πράγματα εκ των υστέρων.
Γ) Ισως για πρώτη φορά αποκαθίσταται επίσημα και σε τέτοιο επίπεδο (σε κείμενο της ΚΕ) η περίοδος από το 1924-1953. Η περίοδος αυτή λοιδορήθηκε και συκοφαντήθηκε με μοναδικό κριτήριο το «έλλειμμα» δημοκρατίας. Η λέξη σταλινισμός και στις δικές μας γραμμές έχει πολλές φορές ταυτιστεί με την αυταρχική και σεχταριστική συμπεριφορά. Σωστά όμως το κείμενο δεν αναπαράγει γνωστές αστικές θεωρίες περί «δημοκρατίας» και αναφέρεται σε υπαρκτά προβλήματα που υπήρχαν τη δεκαετία του '20-'30, προβλήματα που ξεκινούσαν από τη βάση της παραγωγής, από το μέγεθος της εφαρμογής του νόμου της αξίας, από το πώς επιτυγχάνεται η παραγωγή περίσσιου προϊόντος (ηθικά και υλικά κίνητρα για αύξηση της παραγωγής) και πώς αυτό διατίθεται στην κοινωνία, από την ανισότητα στις αμοιβές ανάμεσα στον βιομηχανικό εργάτη και στο στέλεχος μιας επιχείρησης κ.ά.
Δ) Η παρουσίαση του κειμένου δημιουργεί ένα άλλο επίσης σημαντικό θέμα. Πριν την ανατροπή του σ. Ν. Ζαχαριάδη από ΓΓ του ΚΚΕ όχι λίγοι αναφωνούσαν το ζήτω ο Ζαχαριάδης και μετά την αποπομπή του από τη θέση του ΓΓ οι ίδιοι πρώτοι κραύγαζαν κάτω ο Ζαχαριάδης. Ετσι και τώρα πρέπει να προσεχτεί η τάση εκείνη η οποία πριν από λίγο αναθεμάτιζε οτιδήποτε θύμιζε την περίοδο του Στάλιν και σήμερα σηκώνει τα λάβαρα στο όνομά του. Βεβαίως είναι θεμιτό κανείς να έχει σφάλλει και τώρα να αντιμετωπίζει είτε λόγω μελέτης, είτε λόγω εμπειριών, διαφορετικά τα πράγματα. Ομως άλλο να λαθεύεις όταν είσαι 20 ετών και άλλο αν είσαι 40 και στα 60 σου να συνειδητοποιείς ότι αλλιώς έχουν τα πράγματα, θέτω με αυτό τον τρόπο το ζήτημα της προσωπικής αυτοκριτικής από στελέχη του Κόμματος, πάντα σε αυστηρά συντροφικά πλαίσια.
Ε) Η αποκατάσταση στα επίσημα κείμενα του Κόμματος της περιόδου μέχρι το 1953 δεν πρέπει να οδηγήσει και στη θεοποίησή της. Είναι λάθος να θεωρούνται ως αρχή των πάσης φύσεως δεινών τα αποτελέσματα του 20ού συνεδρίου του ΚΚΣΕ. Το θέμα είναι ότι η αντεπαναστατική ομάδα και τάση που κυριάρχησε στο συνέδριο εκείνο δεν εμφανίστηκε από το πουθενά και ξαφνικά. Δημιουργήθηκε και ανδρώθηκε μέσα στους κόλπους των προηγούμενων ετών. Θα μπορούσε να ήταν διαφορετική η πορεία του 20ού συνεδρίου; Δύσκολα μπορεί να δώσει κανείς αρνητική απάντηση διότι το συνέδριο αποκρυστάλλωσε μια ταξική διαμάχη που διεξαγόταν όλα τα προηγούμενα χρόνια. Μια διαμάχη ανάμεσα στην επαναστατική τάση που πιστεύει στο αναγκαίο της παγκόσμιας επανάστασης αλλά ταλανίζεται μπροστά στο μέγεθος των αντικειμενικών δυσκολιών και σε εκείνη την τάση που χρησιμοποιεί το Κόμμα, το καθεστώς, το κράτος για να προωθήσει τη δική της ξεχωριστή θέση στην κατανομή του παραγόμενου προϊόντος. Οι έχοντες ουσιαστική μαρξιστική γνώση των αποφάσεων που ελαμβάνοντο ειδικά μετά το 20ό συνέδριο ήξεραν πολύ καλά ότι ήταν θέμα χρόνου να αναδειχτούν υποψήφιοι Γκορμπατσόφ έτοιμοι να ενταφιάσουν καθετί που θυμίζει επιστημονικό σοσιαλισμό. Η αντεπανάσταση - κατάρρευση δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα κάποιων λανθασμένων επιλογών μερικών ηγετών στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες (επιλογές που κάποιοι πιστεύουν ότι αν δεν είχαν γίνει θα είχε σωθεί η κατάσταση) αλλά η κυριαρχία συγκεκριμένων ταξικών στρωμάτων των οποίων τα συμφέροντα ως κοινωνικής ομάδας δεν είχαν καμιά σχέση με επανάσταση και οικοδόμηση επιστημονικού σοσιαλισμού.
ΣΤ) Οι αιτίες της ανατροπής του σοσιαλισμού όπως τον γνωρίσαμε, είναι εσωτερικές και εξωτερικές ταυτόχρονα. Είναι σύμφυτες με το σύστημα όπως αναπτύχθηκε αλλά και συγχρόνως επέδρασαν σειρά παραγόντων που σχετίζονται με την ύπαρξη και δράση του καπιταλισμού σε παγκόσμιο επίπεδο. Η σχέση των εννοιών της αντεπανάστασης και της κατάρρευσης είναι σχέση αλληλοσυμπλήρωσης. Η κοινωνική εκείνη ομάδα που έκατσε στο σβέρκο του Κόμματος και αποτέλεσε τον φορέα της αντεπανάστασης δημιουργήθηκε μέσα στον σοσιαλισμό. Αυτό συνηγορεί υπέρ της κατάρρευσης. Η αδυναμία του συστήματος να αξιοποιήσει την επανάσταση της πληροφορικής αρχές της δεκαετίας του '80 αποτελεί στοιχείο κατάρρευσης. Η σειρά μέτρων που παίρνει το σύστημα με τα οποία ενισχύεται η οικονομική και κοινωνική θέση μιας συγκεκριμένης ομάδας (στελέχη επιχειρήσεων και ειδικά κομματικά στελέχη) αποτελεί αντεπαναστατική δράση. Η στήριξη ορισμένων επιλογών και προσώπων της ΕΣΣΔ από το ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, αποτελεί παρέμβαση, έξωθεν υποστήριξη της αντεπανάστασης. Είναι αναγκαίο να ιδωθούν στη διαλεκτική τους ενότητα οι έννοιες της αντεπανάστασης και της κατάρρευσης διότι αυτό θα καθορίσει τη θέση μας για το περιορισμένο χρονικά της μεταβατικής περιόδου και της ανάγκης για σύντομη επέκταση μιας παγκόσμιας επανάστασης.
Ζ) Ο Επιστημονικός Σοσιαλισμός ως κοσμοθεωρία δεν αποτελεί απλά έκφραση του ταξικού συμφέροντος της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων αλλά τη μόνη αυστηρά επιστημονική απάντηση στη βαρβαρότητα του καπιταλισμού και στο μέλλον της ανθρωπότητας. Η υπεράσπιση του σοσιαλισμού δεν αρκεί πια να γίνεται με την προβολή όσων θετικών στοιχείων ανέδειξε ο υπαρκτός σοσιαλισμός. Πάντα μετά την πτώση μιας οικοδομής, κοιτάμε τα ερείπια και όχι αν η οικοδομή αυτή είχε κάποια καλά δωμάτια. Ετσι λοιπόν και εμείς ως κομμουνιστές κουβαλάμε στην πλάτη μας μια ιστορική περίοδο που στη συνείδηση των εργατικών στρωμάτων στέφθηκε με αποτυχία. Γι' αυτό είναι πια αναγκαίο να μιλήσουμε και να πείσουμε με όρους επιστημονικούς. Να προβάλλουμε την μαρξιστική - λενινιστική θεωρία ως επιστήμη. Προϋπόθεση είναι η ιδεολογική δουλειά να ανέβει ουσιαστικά αξιοποιώντας κάθε δυνατότητα που έχουμε.
Η) Ο διάλογος - συζήτηση για το σοσιαλισμό δεν πρέπει να τελειώσει με το συνέδριο. Δεν είναι μόνο η μελέτη και κριτική θεώρηση του παρελθόντος αλλά και οι σκέψεις, οι απόψεις, οι θέσεις που μπορούν να εμπλουτίσουν το πρόγραμμα και τη δράση του Κόμματος για το τι σοσιαλισμό θέλουμε να οικοδομήσουμε. Το Κόμμα έχει την υποχρέωση να ενθαρρύνει την ιδεολογική μελέτη και αναζήτηση πάνω σε πολλά θέματα της σημερινής πραγματικότητας με σκοπό την καλλιέργεια και εκπαίδευση κομμουνιστών με μαρξιστική και επιστημονική γνώση. Στις δύσκολες μέρες που έρχονται η κοινωνική αδικία και οι ανισότητες του καπιταλισμού δεν αρκούν ως κινητήρια δύναμη για τη δράση των κομμουνιστών. Απαιτείται πεποίθηση ότι κάθε άλλη επιλογή, πέραν της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού, αποτελεί φρούδες ελπίδες. Ξέρουμε ότι ίσως δεν μπορέσουμε να ζήσουμε μια νέα σοσιαλιστική κοινωνία. Μας στενοχωρεί αλλά δε μας κάμπτει. Δουλεύουμε για να ζήσουν τον σοσιαλισμό οι επόμενες γενιές. Αλλωστε δεν ξεχνάμε και τη ρήση του Καβάφη, «έτσι σοφός που έγινες, θα κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν». Ευχαριστώ για τη φιλοξενία.
Γαλουζής Μιχαήλ
ΚΟΒ Εκπαιδευτικών, Βέροια
Ριζοσπάστης - 10 Φεβρουαρίου 2009