Διαβάζοντας κανείς τις Θέσεις της ΚΕ για τον σοσιαλισμό, του δημιουργούνται μια σειρά από ερωτήματα:
Πού στηρίζουμε την άποψη ότι εκεί υπήρξε κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής;
Μπορούμε να μιλάμε για κοινωνικοποίηση και όχι για κρατικοποίηση αφού δεχόμαστε ότι εργατικός έλεγχος δεν μπορούσε να υπάρχει;
Πώς αξιολογούμε το γεγονός ότι οι παραγωγικές μονάδες στο σοσιαλισμό ήταν οργανωμένες όπως ακριβώς και οποιαδήποτε παραγωγική μονάδα στον καπιταλισμό; Δηλαδή με την πυραμοειδή οργάνωση [εργάτες - μεσαίους υπαλλήλους - διεύθυνση], αναπαράγοντας στο ακέραιο τον ανάλογο καταμερισμό εργασίας και συνεπώς και την ανάλογη κατανομή;
Πώς εξηγούμε το γεγονός ότι σ' ολόκληρη την πορεία της ΣΕ και στη διαπάλη που διεξαγόταν εκεί είναι παντελώς απούσα η κοινωνία; Πώς γίνεται η ιδεολογική διαπάλη στα πλαίσια του σοσιαλισμού να είναι υπόθεση μόνον της ηγεσίας του κόμματος; Τι σχέση έχει αυτό με το σύνθημα των μπολσεβίκων «όλη η εξουσία στα σοβιέτ»; Πώς αξιολογούμε το έλλειμμα δημοκρατίας αφού αναγνωρίζουμε ότι η εργατική τάξη ήταν απούσα από τα κέντρα λήψης αποφάσεων;
Μπορούμε να στηρίξουμε την αντίληψη ότι εκεί πράγματι ο χαρακτήρας της κοινωνίας που προέκυψε ήταν σοσιαλιστικός με μόνο κριτήριο την κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής και τις κοινωνικές παροχές που αποδεδειγμένα ήταν και άνισες (διαφόρων επιπέδων εκπαιδευτικά ιδρύματα, περιοχές με πολυτελείς κατοικίες, περιοχές με εργατικές κατοικίες κλπ.).
Πώς εξηγούμε το γεγονός ότι βρέθηκαν άνθρωποι [κομματικά και κρατικά στελέχη] με αμύθητες περιουσίες; Ποια ήταν η διαδρομή μέσα από την οποία μπορούσαν να πλουτίζουν ακριβώς όπως και στον καπιταλισμό; Πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι κάτι τέτοιο δε θα ξαναγίνει; Μήπως προάγοντας την ηθική που πρέπει να έχει ένας κομμουνιστής; Κάτι τέτοιο διαφαίνεται από τις θέσεις, αλλά δεν απαντάμε στο πώς θα το πετύχουμε και γιατί εκεί δεν το πέτυχαν. Προφανώς εμείς είμαστε και θα παραμείνουμε καλύτεροι κομμουνιστές από τους σοβιετικούς;
Πώς γίνεται όλες οι σοσιαλιστικές χώρες ν' ακολουθούν την ίδια διαδρομή προς την καπιταλιστικοποίησή τους, ανεξάρτητα αν σε κάποιες απ' αυτές, πραγματοποιείται υπό την ηγεσία των κομμουνιστικών κομμάτων; (Κίνα, Βιετνάμ, Κορέα κλπ.)
Ξεκινώντας τη μελέτη από την πρώτη χώρα που πραγματοποίησε την επανάσταση, φαίνεται μεθοδολογικά σωστό, αλλά δεν είναι, αφού έτσι δεν μπορούμε να έχουμε συνολική εικόνα, άρα και πιο ασφαλή. Τι θα γίνει π.χ. όταν θ' αναζητήσουμε ερμηνείες για την πορεία της Κίνας; Θ' αναζητήσουμε και το Κινέζικο 20ό Συνέδριο;
Οι Θέσεις δίνουν την εντύπωση ότι περισσότερο ενδιαφέρει η θεωρητικοποίηση όσων έγιναν στη ΣΕ, παρά η πραγματική μελέτη των γεγονότων. Εισάγουν την ταξική πάλη για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά τη μεταβατική περίοδο, αλλά δεν προσδιορίζουν ούτε τις μορφές της, ούτε το πεδίο που διεξάγεται αυτή. Αφήνουν ν' αποκομίζεται η εντύπωση ότι αυτή κυρίως εκφράζεται μέσα στα πλαίσια του κόμματος και μάλιστα στα υψηλά του κλιμάκια. Υπαινίσσονται σαφώς έναν διαφορετικό ρόλο του κόμματος στη σχέση κοινωνία - κόμμα, κατά τρόπο επικίνδυνο για τον ιδεολογικό μας προσανατολισμό.
Είναι αυτονόητο ότι δεν μπορείς να εξετάζεις μιαν ολόκληρη ιστορική περίοδο και να το κάνεις αποσπασματικά. Είμαστε υποχρεωμένοι την αναζήτηση να τη συνδέσουμε και με τις εξελίξεις στον καπιταλισμό, αφού όλο το διάστημα της ύπαρξης των σοσιαλιστικών χωρών τα δύο συστήματα συνυπήρξαν. Πεδίο που δεν μπορούμε ν' αγνοούμε αφού τα κριτήριά μας βασίζονται στην αντίληψη ότι ο καπιταλισμός των αρχών του 20ού αιώνα βρισκόταν στο ανώτατο στάδιο της ανάπτυξής του και νομοτελειακά έφερε στο προσκήνιο της ιστορίας το σοσιαλισμό.
Μπορούμε όμως ν' αγνοούμε το γεγονός ότι ο καπιταλισμός τελικά όλο αυτό το διάστημα όχι μόνον δεν είχε πρόβλημα, αλλά αντίθετα αναπτύχθηκε με φρενήρη ρυθμό, καταφέρνοντας ν' αφομοιώνει προς όφελός του τις κυκλικές κρίσεις; Μπορούμε ν' αγνοούμε το γεγονός ότι στις ημέρες μας έχει γίνει το πρώτο παγκόσμιο σύστημα στην ιστορία; Το βάρος της ίδιας ιστορικής εξέλιξης μας επιβάλλει να εξετάσουμε πέραν από τις εγγενείς αντιφάσεις του και αυτό που πραγματοποιεί στην παραγωγική του βάση.
Χρειάζεται μελέτη για τις συνέπειες που έχει η είσοδος των νέων τεχνολογιών στην παραγωγή. Μέχρι σήμερα τις αντιλαμβανόμαστε ως ένα ακόμα βήμα της τεχνολογικής ανάπτυξης, χωρίς να στεκόμαστε στα ειδικά χαρακτηριστικά τους που ίσως σηματοδοτούν το ποιοτικό άλμα στον τρόπο παραγωγής. Εχουν την τάση ν' ακυρώνουν την πολυδιάσπαση και τον αντίστοιχο καταμερισμό εργασίας. Ακυρώνουν εκ των πραγμάτων την αντίθεση μεταξύ απλής και σύνθετης εργασίας. Είναι προφανές ότι τείνουν να μηδενίσουν την αξία των εμπορευμάτων αφού τείνουν να εξοστρακίσουν τη ζωντανή εργασία από την παραγωγή. Επιταχύνουν τους ρυθμούς συγκεντροποίησης και εμβαθύνουν τον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας, επιβάλλοντας την ανάγκη για ευρύτερα (εδαφικά-πληθυσμιακά) σχήματα πολιτικής έκφρασης. Επιβάλλοντας δηλαδή τις καπιταλιστικές ολοκληρώσεις. Σηματοδοτούν την ανάγκη για νέα κοινωνική οργάνωση στο βαθμό που η είσοδός τους στο χώρο της παραγωγής αλλά και στο χώρο των υπηρεσιών, ολοκληρωθεί.
Οφείλουμε να μελετήσουμε το κατά πόσο η εποχή μας για πρώτη φορά, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Οφείλουμε να μελετήσουμε προς τα πού είναι η δυναμική της σημερινής παραγωγικής βάσης και αν αυτή είναι τέτοια που από τη φύση της δε θα επιτρέψει το πισωγύρισμα στην ανισότητα. Αν δεν το κάνουμε, πολύ φοβάμαι, ότι οι εξελίξεις θα τρέχουν με ρυθμούς πυραυλικούς και εμείς με τρένο του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, με κίνδυνο να εξελιχθούμε σε χώρο που ναι μεν θα συνεχίσει να υπερασπίζεται τα λαϊκά συμφέροντα, αλλά δε θα μπορεί να συνδέει τους αγώνες με το όραμα για το αύριο της εποχής μας. Επειδή όμως η ιστορία πράγματι μαζί με τα προβλήματα γεννάει ταυτόχρονα και τη λύση τους, πολύ φοβάμαι ότι δε θα είμαστε εμείς οι κομιστές αυτής της λύσης, εάν επιμείνουμε τα ζητήματα του σοσιαλισμού να τα βλέπουμε με την οπτική του «σταλινισμού - αντισταλινισμού».
Εύχομαι το 18ο Συνέδριο να είναι μια γενναία αρχή.
Γρηγορακάκη Γιάννα
ΚΟ Εικαστικών
Ριζοσπάστης - 7 Φεβρουαρίου 2009