Η συλλογική προσπάθεια που καταβάλλουμε για την εμβάθυνση στα αίτια ανατροπής των σοσιαλιστικών κρατών είναι, νομίζω, αξιόλογη. Το κείμενο που συζητάμε μόνο σαν συνέχεια και συμπλήρωμα των επεξεργασιών της πανελλαδικής συνδιάσκεψης του 1995 μπορεί να κατανοηθεί και αυτό έχει εξέχουσα σημασία για να μην οδηγηθούμε σε μονομερείς προσεγγίσεις. Θα ήθελα να συμβάλω στους προβληματισμούς του Κόμματος με τις ακόλουθες σκέψεις.
1. Πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να εμβαθύνουμε περισσότερο στις αιτίες που οδήγησαν στις λαθεμένες οικονομικές πολιτικές που άνοιξαν με τη σειρά τους το δρόμο στην ενδυνάμωση των εμπορευματικών σχέσεων και, προοπτικά, στην ανατροπή του σοσιαλισμού.
Υπήρξαν βέβαια ιδεολογικές αιτίες όπως αυτές που επισημαίνονται στη θέση 22. Νομίζω όμως ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος ιδεαλιστικής ερμηνείας αν μείνουμε μόνο στην αναζήτηση των ιδεολογικών αιτιών. Οι ιδεολογικές αδυναμίες και παρεκκλίσεις, παρά το γεγονός ότι η ιδεολογία έχει τη σχετική της αυτοτέλεια, έχουν ωστόσο υλική βάση και εξήγηση. Γιατί πώς αλλιώς θα εξηγηθεί το ότι οι λαθεμένες οικονομικές αποφάσεις και οι ιδεολογικές παρεκκλίσεις δε διορθώθηκαν;
Εδώ πρέπει να προστρέξουμε σε μια σειρά παραγόντων που επέδρασαν, πολλούς από τους οποίους έχουμε εντοπίσει ήδη στο κείμενο του 1995. Καθοριστικής σημασίας νομίζω πως είναι, τόσο από την άποψη της ιστορικής εμπειρίας, όσο και από την άποψη των διδαγμάτων για το μέλλον, η σχέση του κόμματος με την εργατική τάξη και το λαό και η σχέση της ηγεσίας με τη βάση.
Ιδιαίτερες αντικειμενικές δυσκολίες, όπως η καπιταλιστική περικύκλωση και επιθετικότητα, το χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων στη Ρωσία, το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο του λαού οδήγησαν, μεταξύ άλλων, στην ανάγκη ενός υπερβολικού συγκεντρωτισμού προκειμένου να μπορέσει το νεαρό επαναστατικό κράτος να επιβιώσει.
Η αναγκαία αυτή συγκέντρωση της εξουσίας δημιούργησε μη ηθελημένες παρενέργειες. Για αυτές μίλησαν οι ίδιοι οι σοβιετικοί ιθύνοντες, από τον Λένιν ξεκινώντας. Η εισήγηση του Ζντάνοφ που δημοσιεύτηκε στο τεύχ. 4/2008 της ΚΟΜΕΠ είναι επίσης χαρακτηριστική των προβλημάτων και των κινδύνων γραφειοκρατικής απόσπασης της ηγεσίας από τη λαϊκή βάση. Η εισήγηση εκφράζει πρόδηλη αγωνία για φαινόμενα εκφυλιστικά της σοσιαλιστικής δημοκρατίας, ανεξάρτητα αν τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για την επίλυση των προβλημάτων (Σύνταγμα του 1936 κλπ.), αποδείχτηκαν αποτελεσματικά ή όχι.
Η σοσιαλιστική οικοδόμηση, η πορεία προς τον κομμουνισμό είναι, ανάμεσα στα άλλα, η διαδικασία υπέρβασης του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας, η διαδικασία εξάλειψης της αντίθεσης χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας, εξάλειψης του διαχωρισμού σε διευθύνοντες και διευθυνόμενους. Η πορεία αυτή έχει στόχο «όλοι να μάθουν να διοικούν και πραγματικά θα διοικούν μόνοι τους την κοινωνική παραγωγή» (Λένιν, Κράτος και επανάσταση, σ. 102).
Μέχρι όμως να υπάρξουν οι υλικές, πνευματικές και ιδεολογικές προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο, υπάρχει ο κίνδυνος αυτονόμησης αυτών που ασκούν τη διοίκηση. Οι τελευταίοι μπορεί να λαμβάνουν λαθεμένες αποφάσεις στο όνομα των συμφερόντων της εργατικής τάξης και, ακόμη χειρότερα, να λαμβάνουν από το κοινωνικό προϊόν μεγαλύτερο μέρος από αυτό που δικαιούνται, εξασφαλίζοντας παχυλούς μισθούς και προνομιακή μεταχείριση. Αυτός ο κίνδυνος δεν αφορά μόνο τα ανώτατα διευθυντικά στελέχη της οικονομίας αλλά και της πολιτικής. Δεν αφορά μόνο τους διευθυντές των εργοστασίων αλλά την ίδια την ηγεσία του κυβερνώντος κομμουνιστικού κόμματος, όπως έδειξε η ιστορική εμπειρία.
2. Καθοριστική επομένως σημασία έχει η ολοένα και πλατύτερη και ουσιαστικότερη λαϊκή συμμετοχή στη λήψη όλων των αποφάσεων, τοπικών και κεντρικών, καθώς και ο έλεγχος εφαρμογής των αποφάσεων και των δημόσιων λειτουργών όλων των επιπέδων. Το κριτήριο του λαού (χωρίς να υποτιμάται ο ρόλος της ιδεολογικο-πολιτικής πρωτοπορίας και της επιστήμης) μπορεί να προφυλάξει από πολλές κακοτοπιές, μπορεί να βοηθήσει στην ανάδειξη προβλημάτων και κινδύνων, μπορεί να αποτρέψει τους ηγέτες από την υποβόσκουσα συχνά αλαζονεία.
Εξάλλου, η λαϊκή συμμετοχή, το αίσθημα ότι λαμβάνεις ουσιαστικά μέρος στις αποφάσεις είναι το βασικό κίνητρο στο σοσιαλισμό για την άνοδο της παραγωγικότητας. Ακόμη και οι αναγκαίες, σε διάφορες φάσεις, θυσίες μπορούν να γίνουν μόνο αν ο ίδιος ο λαός πειστεί και αποφασίσει γι' αυτές με δημοκρατικές διαδικασίες, συνελεύσεις, στους χώρους δουλειάς και διαβίωσης.
3. Συναφές είναι το ζήτημα της τήρησης της σοσιαλιστικής νομιμότητας, των δημοκρατικών διαδικασιών της σοσιαλιστικής δημοκρατίας και των νόμων από όλους ανεξαιρέτως. Η τήρηση της νομιμότητας είναι όπλο ενάντια στην αντεπανάσταση αλλά και όπλο στις υποκειμενικές αυθαιρεσίες. Αποτελεί προστασία της εργατικής τάξης έναντι της πιθανής γραφειοκρατικής απόσπασης της ηγεσίας ή των οργάνων καταστολής. Στη λογική αυτή, ο Λένιν πρότεινε να τιμωρούνται από τα σοσιαλιστικά δικαστήρια αυστηρότερα οι κομμουνιστές που παραβιάζουν τους νόμους («Απαντα», τ. 45, σ. 53).
4. Εχει σημασία να υπογραμμίσουμε ότι όχι μόνο δεν ωραιοποιούμε τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες αλλά ότι θα συνεχίσουμε να έχουμε ανοιχτό το μέτωπο στο μηδενισμό, όποιες μορφές και αν λαμβάνει. Με αυτή την έννοια, πρέπει πιο καθαρά να προασπίσουμε την προσφορά της ΕΣΣΔ και των πρώην σοσιαλιστικών κρατών και μετά το 1956, ανεξάρτητα από τον εντοπισμό των προβλημάτων που οδήγησαν στην ανατροπή. Δεν μπορούμε να μην υπογραμμίζουμε τα επιτεύγματα αλλά και την ανιδιοτελή, διεθνιστική βοήθεια στις επαναστάσεις στο Βιετνάμ, στην Κούβα, στην Αφρική, στην Ασία, στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, στο κίνημα των Αδεσμεύτων.
5. Παράλληλα, έχει σημασία να αποφύγουμε τυχόν υπερβολές. Πραγματικά, κατά την περίοδο Χρουστσόφ ιδιαίτερα, ο τρόπος εφαρμογής της πολιτικής της ειρηνικής συνύπαρξης οδήγησε σε επιμέρους εσφαλμένες τοποθετήσεις. Ομως την ίδια περίοδο, δόθηκε αποφασιστική, όχι μόνο ηθική και διπλωματική, αλλά υλική βοήθεια σε δεκάδες επαναστατημένους λαούς, αντιμετωπίστηκε ο ιμπεριαλισμός με σθένος όπως στην περίπτωση της κρίσης των πυραύλων στην Κούβα, παρά τις όποιες αδυναμίες επισημαίνουν ορθά οι σύντροφοι Κουβανοί.
Πολύ περισσότερο, είναι εντελώς αστήρικτος και συκοφαντικός ο χαρακτηρισμός της ΕΣΣΔ ως σοσιαλιμπεριαλιστικής. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τους μαοϊκούς και το καθεστώς του Ενβέρ Χότζα και δε νομίζω ότι ταιριάζει να επανερχόμαστε σε αυτόν όπως συνέβη σε ένα κείμενο του διαλόγου.
Η πολιτική της ειρηνικής συνύπαρξης, και ο ίδιος ο όρος, είναι δημιούργημα του Λένιν (βλ. π.χ. «Απαντα» τ. 40, σ. 145, τ. 41, σ. 133) ο οποίος υπογράμμιζε την ανάγκη αγώνα για αποτροπή του πολέμου ανάμεσα στα δύο κοινωνικο-κρατικά συστήματα, χωρίς αυτό να σημαίνει την υποστολή της ταξικής πάλης ή την παραγνώριση του γεγονότος ότι η διπλωματία και η διπλωματική γλώσσα δεν μπορεί να ταυτίζεται πλήρως με την ιδεολογική αντιπαράθεση (βλ. π.χ. τις οδηγίες προς τους διπλωματικούς αντιπροσώπους στη διάσκεψη της Γένοβα το 1922, όπου έλεγε πως «είναι αυτονόητο πως δεν πάμε στη Γένοβα σαν κομμουνιστές, αλλά σαν έμποροι», «Απαντα», τ. 45, σ. 34 - 40, 63, 70).
«Ειρηνική συνύπαρξη των κρατών δε σημαίνει, όπως ισχυρίζονται οι ρεβιζιονιστές, παραίτηση από την ταξική πάλη. Η συνύπαρξη κρατών με διαφορετικό κοινωνικό καθεστώς είναι μια μορφή ταξικής πάλης» (υλικά της διεθνούς διάσκεψης κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων του 1960, Αθήναι 1960, σ. 30).
6. Οι αναφορές στη στρατηγική του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος (θέση 27) πρέπει, και εδώ νομίζω συμφωνούμε όλοι, να διευκρινίζουν ότι η όποια ιστορική μελέτη και αναζήτηση λαθεμένων επιλογών δε θα αμφισβητεί τα θεμέλια του κομμουνιστικού κινήματος όπως αυτά εγγράφηκαν στις αποφάσεις της Διεθνούς (1ο, 2ο, 3ο, και 4ο Συνέδριο) με την αποφασιστική συμβολή και σφραγίδα του Λένιν. Πρέπει, επίσης, να μην υποτιμήσουμε την ιστορική σημασία των επόμενων συνεδρίων και ιδίως του 7ου που, με την αποφασιστική συμβολή του Στάλιν και του Δημητρώφ, έδωσε τη δυνατότητα στα ΚΚ να βγουν από την απομόνωση και να γίνουν μαζικά επαναστατικά κόμματα, να αναπτύξουν κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες που ανταποκρίνονταν στις ανάγκες της εποχής. Τυχόν λάθη εφαρμογής, που σίγουρα έγιναν από διάφορα κόμματα, δεν μπορούν να βαρύνουν τη Διεθνή.
Είμαι βέβαιος, και αισιόδοξος, ότι η συζήτηση θα μας οδηγήσει σε ακόμη περισσότερο άρτιες επεξεργασίες.
Δημήτρης Καλτσώνης
Ριζοσπάστης - 9 Ιανουαρίου 2009