Η ανατροπή της εξουσίας της αστικής τάξης σηματοδοτεί την αφετηρία μιας ιστορικής περιόδου, του πρώτου σταδίου της κομμουνιστικής κοινωνίας, σε όλη τη διάρκεια της οποίας συνεχίζεται η ύπαρξη ανταγωνιστικών τάξεων και ταξικής πάλης. Ακόμη και αν το σύνολο των μέσων παραγωγής μετατραπούν σε κοινωνική ιδιοκτησία, το γεγονός αυτό σε καμία περίπτωση δε σημαίνει ότι εξαφανίζονται οι ανταγωνιστικές αντιθέσεις. Διαμορφώνεται ένα κοινωνικό στρώμα το οποίο εξ αιτίας της μόρφωσής του, των επιστημονικών του γνώσεων και της εμπειρίας του ασκεί στην οργάνωση και τη διεύθυνση της παραγωγικής διαδικασίας λειτουργίες που στον καπιταλισμό ασκεί η αστική τάξη. Οι αποδοχές του όπως και γενικότερα οι συνθήκες ζωής του διαφέρουν ουσιαστικά από τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ζει η εργατική τάξη. Ταυτόχρονα το κοινωνικό αυτό στρώμα έχει συνείδηση του γεγονότος ότι σε μια ενδεχόμενη καπιταλιστική παλινόρθωση, αυτοί οι οποίοι θα ιδιοποιηθούν τα μέσα παραγωγής θα προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από τις γραμμές του. Για τους λόγους αυτούς πρέπει να αντιμετωπίζουμε το πρώτο στάδιο της κομμουνιστικής κοινωνίας σαν μια ιστορική περίοδο, όπου συνεχίζεται η σύγκρουση με την αστική τάξη όχι μόνο στο πεδίο της ιδεολογίας αλλά και στην ίδια την παραγωγική διαδικασία ακόμη και αν έχει εξαλειφθεί η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής.
Στις Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής με αφορμή το γεγονός ότι τη λεγόμενη περίοδο Στάλιν συντελείται η μερική μετατροπή της ατομικής ιδιοκτησίας της γης σε ομαδική, προβάλλεται η άποψη ότι την περίοδο εκείνη οικοδομήθηκε ο σοσιαλισμός. Οι εξελίξεις την ίδια περίοδο που αφορούν εξαιρετικά κρίσιμα ζητήματα, όπως η δυνατότητα της εργατικής τάξης να ασκεί ουσιαστικό έλεγχο στην παραγωγική διαδικασία και οι μισθολογικές διαφορές στα πλαίσια του κρατικού τομέα της οικονομίας, αποσιωπούνται ολοκληρωτικά. Δε γίνεται καμία αναφορά στις σχέσεις ανάμεσα στην εργατική τάξη και το διευθυντικό στρώμα που την περίοδο εκείνη αναπτύσσεται αριθμητικά και αποκτά αυξημένη βαρύτητα. Ο χαρακτήρας αυτού του κοινωνικού στρώματος δεν καθορίζεται από την ταξική του προέλευση αλλά από τη θέση του στην παραγωγική διαδικασία καθώς και από τις συνθήκες ζωής του. Κατά τη διάρκεια της λεγόμενης περιόδου Στάλιν συντελείται η ριζική ανατροπή του συσχετισμού δύναμης ανάμεσα στην εργατική τάξη και το στρώμα αυτό. Η περίοδος Στάλιν δεν είναι η περίοδος που οικοδομήθηκε ο σοσιαλισμός, είναι αντίθετα η περίοδος που ανακόπτεται η όποια σοσιαλιστική οικοδόμηση είχε γίνει στη Σοβιετική Ενωση. Οι αντιθέσεις και οι διαφορές στις συνθήκες ζωής που διαμορφώθηκαν την περίοδο Στάλιν δεν είναι εκείνες που αναπόφευκτα θα υπήρχαν στο πρώτο στάδιο της κομμουνιστικής κοινωνίας στη βάση του ισχύοντος ακόμα αστικού δικαίου. Είναι διαφορές που εμφανίζονται σαν συνέπεια της ανατροπής του συσχετισμού δύναμης σε βάρος της εργατικής τάξης. Η αλλαγή αυτή του συσχετισμού δύναμης εκφράζεται στη μορφή της κρατικής οργάνωσης της Σοβιετικής Ενωσης με την εξαφάνιση όλων εκείνων των χαρακτηριστικών που παραπέμπουν σε κράτος τύπου Κομμούνας, με αποκορύφωμα τη συνταγματική αλλαγή του 1936 όπου και τυπικά καταργείται η σοβιετική μορφή κρατικής οργάνωσης. Στον τομέα της ιδεολογίας, η επικράτηση του αστικού στρώματος εκφράζεται με την προβολή απόψεων περί οριστικής νίκης του σοσιαλισμού, εξάλειψης των ανταγωνιστικών τάξεων και της ταξικής πάλης, με την προβολή της άποψης ότι η σοβιετική κοινωνία αποτελείται αποκλειστικά από τάξεις αφοσιωμένες στη σοσιαλιστική οικοδόμηση με τις όποιες διαφοροποιήσεις μεταξύ τους να βρίσκονται ένα βήμα πριν την οριστική εξάλειψή τους. Με την προβολή παρόμοιων απόψεων, οι πολιτικοί εκπρόσωποι του αστικού στρώματος καλλιεργούσαν την επανάπαυση και τον εφησυχασμό, παρέλυαν την αντίσταση της εργατικής τάξης, έσπερναν τη σύγχυση και αποδιοργάνωναν την επαναστατική πτέρυγα του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η άποψη ότι ο Στάλιν υπήρξε οπαδός της αντίληψης ότι η ταξική πάλη συνεχίζεται κατά τη διάρκεια της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Ο Στάλιν υπήρξε αντίθετα ένθερμος και συνεπής υποστηρικτής των απόψεων που ανέφερα παραπάνω. Οταν χρησιμοποιούσε τον όρο ταξική πάλη αναφερόταν «στους πράκτορες, τους κατάσκοπους και τους σαμποτέρ που στέλνουν στο εσωτερικό της Σοβιετικής Ενωσης οι μυστικές υπηρεσίες των ιμπεριαλιστικών κρατών», επιμένοντας ταυτόχρονα στον αταξικό περίπου χαρακτήρα της σοβιετικής κοινωνίας. Οι σχετικές αναφορές του δηλαδή δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματική αλλά με την καρικατούρα της πάλης των τάξεων (ταξική πάλη χωρίς τάξεις). Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικός ο τρόπος που παρουσιάζει τη σοβιετική κοινωνία στην ομιλία του στο 80 έκτακτο Πανενωσιακό Συνέδριο των Σοβιέτ, με αφορμή τη συνταγματική αλλαγή καθώς και η ομιλία του στο 180 Συνέδριο του ΚΚΣΕ (Ζητήματα Λενινισμού). Ειδικά στην τελευταία, ούτε λίγο ούτε πολύ ισχυρίζεται ότι το σοβιετικό κράτος δεν ασκεί καμία πολιτική λειτουργία («δεν έχουμε ποιον να καταπιέσουμε») και εξαπολύει ταυτόχρονα επίθεση ενάντια στην επαναστατική τάση του Κόμματος που κατανοεί τον θανάσιμο κίνδυνο που εκπροσωπεί για την εργατική τάξη το τμήμα εκείνο της λεγόμενης σοσιαλιστικής διανόησης, που ασκεί τις διευθυντικές λειτουργίες. Παρουσιάζει το κοινωνικό αυτό στρώμα σαν απόλυτα αφοσιωμένο στο σοσιαλισμό με το επιχείρημα ότι προέρχεται στην πλειοψηφία του από την εργατική τάξη και την αγροτιά. Φρονίμως ποιών αποφεύγει να κάνει οποιαδήποτε αναφορά στη θέση που έχει στην παραγωγική διαδικασία, στις αποδοχές και τις γενικότερες συνθήκες ζωής του δηλαδή στα ταξικά του χαρακτηριστικά.
Το γεγονός ότι η καπιταλιστική παλινόρθωση στη Σοβιετική Ενωση ολοκληρώθηκε τρεισήμισι περίπου δεκαετίες μετά το τέλος της λεγόμενης περιόδου Στάλιν, δημιουργεί μια σειρά συγχύσεις σε σχέση με τον χαρακτήρα της περιόδου αυτής. Οι συγχύσεις αυτές οφείλονται στην αδυναμία κατανόησης του γεγονότος ότι η καπιταλιστική παλινόρθωση ήταν ένα εξαιρετικά περίπλοκο εγχείρημα που έκρυβε ταυτόχρονα σοβαρούς κινδύνους για τη σοβιετική αστική τάξη. Οχι μόνο γιατί οι ευνοϊκοί συσχετισμοί που είχαν διαμορφωθεί γι' αυτήν ήταν για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα εύθραυστοι και επισφαλείς, αλλά και γιατί οι διεθνείς συσχετισμοί δύναμης έθεταν σε κίνδυνο την ίδια την κρατική υπόσταση της ΕΣΣΔ. Καπιταλιστική παλινόρθωση στα τέλη της δεκαετίας του τριάντα, θα σήμαινε τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης και τη μετατροπή της σε λεία του γερμανικού και του ιαπωνικού ιμπεριαλισμού. Φυσικά το αστικό αυτό στρώμα δεν ήταν ενιαίο. Στο εσωτερικό του υπήρχαν σοβαρές αντιθέσεις και τμήματά του που επιθυμούσαν άμεσα την καπιταλιστική παλινόρθωση χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους τις συνέπειές της. Τα μέτρα καταστολής που πάρθηκαν την περίοδο Στάλιν ενάντια στα τμήματα αυτά, δεν έχουν σχέση με την υπεράσπιση του σοσιαλισμού αλλά με την υπεράσπιση των συνολικών και μακροπρόθεσμων συμφερόντων της. Είναι σοβαρό πολιτικό λάθος εξαιτίας του γεγονότος ότι η αστική προπαγάνδα παρουσιάζει την περίοδο εκείνη διανθισμένη με μια σειρά υπερβολές και ψεύδη, να οδηγηθούμε σε μια λογική υπεράσπισής της η οποία θα μας αποτρέψει από το να κατανοήσουμε τον πραγματικό χαρακτήρα της. Οι κομμουνιστές πρέπει να αποκαλύπτουν τα ψεύδη της αστικής προπαγάνδας και την πραγματική της στόχευση υπονομεύοντας έτσι την επίδρασή της στους εργαζόμενους αλλά ταυτόχρονα δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να συγκαλύπτουν την πορεία που ακολούθησε η ταξική πάλη την περίοδο εκείνη. Το σημείο καμπής της σοβιετικής ιστορίας, δηλαδή το χρονικό διάστημα που ο συσχετισμός δύναμης αλλάζει σε βάρος της εργατικής τάξης, ανατρέπεται δηλαδή η εξουσία της, πρέπει να αναζητηθεί στη διάρκεια της λεγόμενης περιόδου Στάλιν και όχι στο 200 Συνέδριο.
Είναι απαραίτητο να υπάρξει στο αμέσως επόμενο διάστημα συστηματική και σε βάθος μελέτη των σχέσεων ανάμεσα στις τάξεις κατά τη διάρκεια της λεγόμενης περιόδου Στάλιν και της επίδρασής τους στη μορφή της κρατικής οργάνωσης και στο εποικοδόμημα γενικότερα. Εάν υπάρχει πραγματικά διάθεση να διερευνηθεί και κυρίως να ειπωθεί η αλήθεια, δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα συμπεράσματα που θα προκύψουν από αυτή την προσπάθεια, θα οδηγήσουν σε ριζική επανεκτίμηση των Θέσεων που διατυπώνονται στο κείμενο της Κεντρικής Επιτροπής για την περίοδο αυτή.
Παύλος Ταμουρίδης
Συνδικαλιστής από τη ΔΕΗ
Ριζοσπάστης - 24 Δεκεμβρίου 2008