Στη θέση 7 αναφέρεται: «Ο μαρξισμός προσδιορίζει με σαφήνεια το χρόνο εργασίας ως το μέτρο της ατομικής συμμετοχής του παραγωγού στην κοινή εργασία. Επομένως, ο χρόνος εργασίας προσδιορίζεται και ως μέτρο του μέρους που του αναλογεί από το προϊόν που προορίζεται για την ατομική κατανάλωση και διανέμεται ανάλογα με την εργασία. Ενα άλλο μέρος (Παιδεία, Υγεία κλπ.) ήδη διανέμεται ανάλογα με τις ανάγκες».
Σε ένα εργοστάσιο, 7 ώρες εργασίας τορναδόρου θα αμείβονται το ίδιο με 7 ώρες φύλακα ή με 7 ώρες τηλεφωνητή; Ενας οικοδόμος θα αμείβεται όσο και ένας πωλητής σε κατάστημα ηλεκτρικών ειδών για ίσες ώρες εργασίας; Ο χρόνος στα ΒΑΕ θα αμείβεται το ίδιο με το χρόνο απλής εργασίας γραφείου; Σε ένα νοσοκομείο ο γιατρός, ο βοηθός, ο νοσοκόμος που συμμετέχουν σε μια εγχείρηση θα αμείβονται το ίδιο;
Ο Μαρξ στην «Κριτική του προγράμματος της Γκότα» γράφει:
«...Επομένως ο κάθε ατομικός παραγωγός - ύστερα από τις κρατήσεις - παίρνει πίσω, ακριβώς ό,τι της δίνει. Αυτό που της δίνει είναι η ατομική ποσότητα εργασίας. ... Το δίκαιο των παραγωγών είναι ανάλογο με την απόδοση της δουλειάς τους. Η ισότητα βρίσκεται στο ότι μετρούν με το ίδιο μέτρο, με την εργασία... η εργασία για να χρησιμεύει σαν μέτρο, πρέπει να ορίζεται σύμφωνα με τη διάρκεια, ή με την έντασή της, αλλιώς θα έπαυε να είναι μέτρο. ... Με ίση απόδοση της εργασίας και επομένως με ίση συμμετοχή στο κοινωνικό καταναλωτικό απόθεμα, ο ένας παίρνει στην πραγματικότητα περισσότερα από τον άλλον, ... αυτές οι ελλείψεις δεν μπορούν να αποφευχθούν στην πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, όπως έχει ακριβώς βγει ύστερα από μακροχρόνια κοιλοπονήματα, από την κεφαλαιοκρατική κοινωνία. ...Σε μια ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, ... στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του!».
Πιστεύω ότι στον σοσιαλισμό δεν μπορεί να αποτελεί μόνο ο χρόνος το μέτρο της ατομικής συνεισφοράς, αλλά και άλλα χαρακτηριστικά της εργασίας (απόδοση, ένταση). Ο κίνδυνος ατομικής ιδιοποίησης κοινωνικού προϊόντος στην πορεία οικοδόμησης του κομμουνισμού (παραγωγική βάση, συνείδηση, κτλ.) αντιμετωπίζεται με τον σταδιακό περιορισμό του μέρους του κοινωνικού προϊόντος που κατανέμεται σύμφωνα με την εργασία και παράλληλη αύξηση του μέρους που κατανέμεται ανάλογα με τις ανάγκες.
Αν η σοσιαλιστική οικοδόμηση ξεκινήσει από υψηλό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης, τότε, και σε συνδυασμό με ανάπτυξη κομμουνιστικής συνείδησης, το μέρος της εργασίας που αμείβεται με βάση το χρόνο εργασίας θα μπορεί να είναι μικρό ποσοστό του συνολικού ατομικού «εισοδήματος» και σύντομα θα μπορεί να εκμηδενιστεί καθώς θα οικοδομείται ο κομμουνισμός. Αν η σοσιαλιστική οικοδόμηση ξεκινήσει από χαμηλότερο επίπεδο ανάπτυξης, το ποσοστό του ατομικού «εισοδήματος» που αμείβεται με βάση τις ανάγκες θα είναι μικρότερο, αφού η κοινωνία δε θα μπορεί ακόμη να καλύπτει μεγάλο μέρος, και το ποσοστό που αμείβεται με βάση τη συμμετοχή στην εργασία μεγαλύτερο. Το μέρος αυτό θα εξαλειφθεί πιο αργά και τα καθήκοντα σχεδιασμού της αναλογίας «ανάγκες/εργασία» και της αντιμετώπισης κινδύνων ατομικού πλουτισμού, σε συνδυασμό και με την καλλιέργεια κομμουνιστικής συνείδησης, θα είναι πιο δύσκολα.
Παρακάτω στη Θέση 7: «Ο "χρόνος εργασίας" είναι το μέτρο της ατομικής συνεισφοράς στην κοινωνική εργασία για την παραγωγή του συνολικού προϊόντος. Αναφέρεται χαρακτηριστικά στο "Κεφάλαιο": "Στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή το χρηματικό κεφάλαιο φεύγει από τη μέση. Η κοινωνία κατανέμει την εργατική δύναμη και τα μέσα παραγωγής στους διάφορους κλάδους παραγωγής. Οι παραγωγοί θα μπορούν, αν θέλετε, να παίρνουν χάρτινα εντάλματα, με τα οποία θα παίρνουν από τα αποθέματα ειδών κατανάλωσης της κοινωνίας μια ποσότητα ανάλογη με το χρόνο που εργάστηκαν. Τα εντάλματα αυτά δεν είναι χρήμα. Δεν κυκλοφορούν"».
Το εδάφιο αυτό αναφέρεται στην κατάργηση του χρηματικού κεφαλαίου για την κατανομή του κοινωνικού προϊόντος στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή και όχι στο πώς καθορίζεται ο χρόνος εργασίας. Το εδάφιο αυτό δεν μπορεί να στηρίζει τη θέση που ακολουθεί ότι: «Η πρόσβαση στο μέρος του κοινωνικού προϊόντος που κατανέμεται "ανάλογα με την εργασία" καθορίζεται από την ατομική προσφορά εργασίας του καθενός στη συνολική κοινωνική εργασία, χωρίς να διαχωρίζεται σε σύνθετη ή απλή, χειρωνακτική ή όχι. Μέτρο της ατομικής προσφοράς είναι ο χρόνος εργασίας, που καθορίζει το σχέδιο με βάση τις συνολικές ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής, τους υλικούς όρους της παραγωγικής διαδικασίας στην οποία εντάσσεται η "ατομική" εργασία, ιδιαίτερες ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής για τη συγκέντρωση εργατικού δυναμικού σε περιοχές, κλάδους κλπ., ιδιαίτερες κοινωνικές ανάγκες, όπως η μητρότητα, τα άτομα με ειδικές ανάγκες κλπ., η ατομική στάση απέναντι στην οργάνωση και υλοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας. Δηλαδή, πρέπει να συσχετίζεται ο χρόνος εργασίας με στόχους, όπως εξοικονόμηση υλών, εφαρμογή παραγωγικότερων τεχνολογιών, ορθολογικότερη οργάνωση της εργασίας, άσκηση εργατικού ελέγχου στη διοίκηση - διεύθυνση».
- Αν εξαιρέσουμε ιδιαίτερες κοινωνικές ανάγκες, η συσχέτιση του χρόνου εργασίας (δηλ. της ατομικής προσφοράς άρα και της κατανομής) με στόχους, σημαίνει ότι ανάλογα με την επίτευξη των στόχων αυτών θα έχουμε είτε διαφορετικές αμοιβές για τον ίδιο χρόνο εργασίας είτε διαφορετικούς χρόνους εργασίας για ίδια αμοιβή. Και στις δύο περιπτώσεις η αμοιβή ανά μονάδα χρόνου εργασίας (1 ώρα, 1 ημέρα, κτλ.) θα είναι διαφορετική. Αυτό σημαίνει ότι η εργασία (και η αμοιβή της) διαχωρίζεται με βάση την παραγωγικότητά της, γιατί όλοι οι προαναφερθέντες στόχοι εκεί τελικά στοχεύουν, στη δαπάνη όλο και λιγότερων πόρων ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος στη μονάδα του εργάσιμου χρόνου. Αν δεν εννοούν αυτό οι Θέσεις, τι εννοούν;
- Στην περίπτωση εφαρμογής παραγωγικότερων τεχνολογιών, οι εργαζόμενοι σε μονάδα εξοπλισμένη με παραγωγικότερη τεχνολογία θα αμείβονται διαφορετικά από αυτούς που εργάζονται σε λιγότερο παραγωγική εργασία του ίδιου κλάδου; Η τεχνολογία δε θα μπορεί ενδεχομένως να αλλάζει ταυτόχρονα σε όλες τις μονάδες ενός κλάδου, πολύ περισσότερο όλης της οικονομίας. Μήπως κάθε μονάδα μόνη της θα ενδιαφέρεται για παραγωγικότερη τεχνολογία; Και θα αμείβεται διαφορετικά γι' αυτό; Γιατί;
- Η ατομική συνεισφορά στην ορθολογικότερη οργάνωση της εργασίας είναι ζητούμενο και συναρτάται με την άνοδο της κομμουνιστικής συνείδησης. Η έκταση όμως της ορθολογικότερης οργάνωσης της εργασίας και οι δυνατότητές της σε επιστημονικά καθοδηγούμενη οικονομία, εξαρτώνται κυρίως από τον κεντρικό σχεδιασμό, που μεταξύ άλλων θα έχει και την ευθύνη για συνεχή γενίκευση εφαρμογών της και προσαρμογών της, όπου οι συνθήκες το απαιτούν.
- Ο στόχος της άσκησης εργατικού ελέγχου στη διοίκηση είναι περίεργο γιατί συσχετίζεται με το χρόνο εργασίας.
Με βάση τα παραπάνω πιστεύω ότι ο κεντρικός σχεδιασμός θα πρέπει να καθορίζει τις αναλογίες των διάφορων λειτουργιών της κοινωνικής παραγωγής ώστε να ικανοποιούνται οι κοινωνικές ανάγκες αλλά και το μέτρο του χρόνου σε κάθε ξεχωριστή λειτουργία βάσει του οποίου θα μετριέται η ατομική προσφορά.
Επίσης στη θέση 7 αναφέρεται: «Ο "χρόνος εργασίας", ως μέτρο της εργασίας στη σοσιαλιστική παραγωγή, πρέπει να αντιμετωπίζεται "μόνο σαν παραλληλισμός με την εμπορευματική παραγωγή"».
Επειδή η αλλαγή της σειράς λέξεων αλλά και η αποκομμένη από το συνολικό κείμενο χρήση τους μπορεί να διαφοροποιεί το νόημα, σημειώνω ότι ο Μαρξ σε μια υπόθεση εργασίας αναφέρει: «Ας φανταστούμε τέλος για λόγους ποικιλίας ένα σύλλογο ελεύθερων ανθρώπων, που εργάζονται με κοινά μέσα παραγωγής και ξοδεύουν αυτοσυνείδητα τις πολλές τους ατομικές εργατικές δυνάμεις σαν μια κοινωνική εργατική δύναμη. ... Το συνολικό προϊόν του συλλόγου είναι κοινωνικό προϊόν. Ενα μέρος αυτού του προϊόντος χρησιμεύει ξανά σαν μέσο παραγωγής. Το μέρος αυτό παραμένει κοινωνικό. Ενα άλλο μέρος καταναλίσκεται από τα μέλη του συλλόγου σαν μέσο συντήρησης. Γι' αυτό πρέπει να διανεμηθεί μεταξύ τους. Ο τρόπος αυτής της διανομής θ' αλλάζει όταν αλλάζει ο ιδιαίτερος τρόπος του ίδιου του κοινωνικού παραγωγικού οργανισμού και το αντίστοιχο ιστορικό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγών. Μόνο σαν παραλληλισμό με την εμπορευματική παραγωγή προϋποθέτουμε ότι μερτικό του κάθε παραγωγού στα μέσα συντήρησης καθορίζεται από το χρόνο της εργασίας του».
Γιώργος Τσιλιγκιρίδης
Μέλος Γραφείου ΚΟΘ
Ριζοσπάστης - 4 Ιανουαρίου 2009