Ενα φάντασμα εξακολουθεί να πλανιέται ανήσυχο πάνω από την αίθουσα που θα στεγάσει το 18ο Συνέδριο του ΚΚΕ: ποιος το κυνηγά, από ποιον προσπαθεί να ξεφύγει; Μήπως κάποιοι διανοούμενοι όπως ο Γ. Ρούσης ή μήπως τα καθοδηγητικά όργανα του ΚΚΕ; Μήπως τα ίδια τα μέλη και οι φίλοι του; Μήπως δεν μπόρεσε μέχρι τις μέρες μας να γίνει ποτέ απτό και διαυγές έστω και σαν επερχόμενη απειλή γι' αυτούς που θα έπρεπε να τρέμουν στη θέα του;
Τι ήταν, τι είναι και τι θα γίνει αλήθεια ο κομμουνισμός; Ηταν, είναι ή θα γίνει μια κοινωνία «όπου κανένας δεν έχει αποκλειστική σφαίρα δραστηριότητας, αλλά καθένας μπορεί να τελειοποιηθεί σε οποιοδήποτε κλάδο θέλει»; Αυτό θα το αποδεχόμαστε a priori ως λόγο ενός φιλοσόφου-προφήτη ή θα παλεύουμε για μόνιμη και σταθερή δουλειά, την ίδια και απαράλλαχτη για μια ζωή, διεκδικώντας περισσότερα χρήματα για να καλύψουμε υπαρκτές ανάγκες (αλλά και να κατασκευάσουμε ψεύτικες ανάγκες), και πάντως αποκλειστικά και μόνο για τον εαυτό μας, χωρίς να νοιαζόμαστε για τους άλλους, οι οποίοι δε νοιάζονται εξίσου για μας; Ακούσαμε ποτέ τους ποιητές που γάβγιζαν μέσα στη μοναξιά τους πως «όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον / είμαστε κιόλας νεκροί»; `Η μήπως διοχετεύσαμε την αλληλεγγύη μας μέσα από πορείες-πασατέμπο; Πόσες φορές αλήθεια χρησιμοποιήσαμε λέξεις κενές νοήματος, ακατάληπτες ως τέτοιες για τους ανθρώπους μέσα στους οποίους ζούμε (και που αυτάρεσκα αποκαλέσαμε μάζες κάποτε), λεξούλες ανούσιες και ξεδοντιασμένες, όπως η λέξη οπορτουνισμός (καθιστώντας οι ίδιοι μέσω της αβασάνιστης χρήσης τους, κενές νοήματος αυτές τις λέξεις); Μήπως τάχα θεωρούσαμε πως παραθέτοντας τσιτάτα από βαλσαμωμένους ήρωες, εξιδανικεύοντας πάντα ένα συγκεκριμένο κάθε φορά παρελθόν, θα προωθούσαμε την ιδέα του κομμουνισμού, όταν μάλιστα αυτά τα αποσπάσματα που επιλέγαμε ήταν κοινοτοπίες ή λόγια της στιγμής, χωρίς καμία διαχρονική αξία; `Η μήπως έτσι πάλι θα πείθαμε στην πολιτική διαπάλη στο εσωτερικό του στρατοπέδου μας;
Δεν ξέρω ποιοι θέτουν ερωτήματα όπως τα παραπάνω στο εσωτερικό του ΚΚΕ ή αν τίθενται πολύ περισσότερο ως βάση πολιτικού στοχασμού. Πάντως πιστεύω ότι τη λύση που θα οδηγήσει στον κομμουνισμό δε θα την υποδείξουν ούτε οι ακαδημαϊκοί διανοούμενοι ούτε οι πολιτικές ηγεσίες. Η ίδια η ζωή θα τη φέρει (όχι μηχανικά αλλά μέσα από τον πόνο και τις συμφορές) ως βάλσαμο στην τόση θλίψη.
Ωστόσο ας μου επιτραπούν ορισμένες παρατηρήσεις στο γνώριμο ύφος του πολιτικού λόγου. Παρατηρήσεις επί των Θέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό, που κατατέθηκαν ενόψει του 18ου Συνεδρίου. Πρώτα απ' όλα μια γενική επισήμανση: Οι θέσεις διέπονται από ένα πνεύμα εξιδανίκευσης της σταλινικής περιόδου και μάλιστα με μια τάση προβολής της στο μέλλον. Αν δεν αλλάξει ο τρόπος προσέγγισης του ιστορικού παρελθόντος, αν αυτό το πνεύμα δεν καταδικαστεί στο συνέδριο, τότε το ΚΚΕ δε θα αποφύγει για μια ακόμα φορά «την εξιδανίκευση και τον εξωραϊσμό του σοσιαλισμού, όπως οικοδομήθηκε στον 20ό αιώνα». Απλώς θα έχει αντικατασταθεί μια εξιδανικευμένη και ιερή εικόνα με μια άλλη, με τρόπο που μόνο διαλεκτικός δε μοιάζει. Το ΚΚΕ λοιπόν θα επαναλάβει ένα από τα σοβαρότερα λάθη του παρελθόντος του.
Εξετάζοντας τώρα το κείμενο στις λεπτομέρειές του: Στη σελίδα 27 πληροφορούμαστε πως «η δικτατορία του προλεταριάτου είναι η εξουσία της εργατικής τάξης που δεν τη μοιράζεται με κανέναν». Παρακάτω (σελ. 28) διαβάζουμε: «η εργατική τάξη ως κυρίαρχη τάξη πραγματοποιεί τη συμμαχία της με άλλα λαϊκά στρώματα...». Εύλογα αναρωτιέται κάποιος αγρότης, αυτοαπασχολούμενος, εργαζόμενος που δεν ξέρει αν μπορεί να καταταγεί στους εργάτες, τι είδους συμμαχία του ζητείται να συνάψει από τη στιγμή που σε αυτήν θα κυριαρχεί απόλυτα και εκ των προτέρων η εργατική τάξη, στην οποία δεν ανήκει ο ίδιος (σύμφωνα μάλιστα με την πρώτη διατύπωση, αποκλείεται οιαδήποτε συμμαχία). Πώς μάλιστα θα δεχτεί να ενταχθεί σε ένα λαϊκό μέτωπο αφού δε θα μπορεί να επηρεάσει ουσιαστικά τις εξελίξεις, καθώς «το ΚΚ έχει άμεση οργανωτική καθοδηγητική σχέση με όλες τις δομές της δικτατορίας του προλεταριάτου»; Αν επιπλέον κάνει το λάθος να δημιουργήσει μαζί με άλλους έναν συνεταιρισμό (αγροτικό, βιοτεχνικό, βιομηχανικό), θα γνωρίζει πάλι από την αρχή ότι η λαϊκή εξουσία (μια μεταμφιεσμένη δικτατορία του προλεταριάτου) θα τον θεωρεί αντίπαλό της, θα σκοπεύει να κρατικοποιήσει τα μέσα παραγωγής για να καθιερώσει ένα μοντέλο γραφειοκρατικού κεντρικού σχεδιασμού και κατόπιν ως διά μαγείας να διαλύσει το κράτος (ή μάλλον να το απονεκρώσει). Διόλου περίεργο πάντως που η ΚΕ του ΚΚΕ καταλήγει σε τέτοιες απόψεις, καθώς έχει κρίνει εδώ και καιρό ότι «η υψηλή μονοπώληση...αποτελεί την υλική προϋπόθεση για την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής», και επομένως είναι μια θετική διαδικασία. Αλήθεια, οι καταστροφές του φυσικού περιβάλλοντος και η αλλοτρίωση του σύγχρονου εργαζόμενου, δε συνδέονται με τη διαδικασία υψηλής μονοπώλησης; Αν αντιπροτείνουμε στο ΚΚΕ να στηρίξει εδώ και τώρα τη δημιουργία πολλών συνεταιρισμών συγκεκριμένης κλίμακας (όχι υπεργιγαντωμένων), οι οποίοι θα παράγουν προϊόντα που θα ανταποκρίνονται σε πραγματικές ανάγκες, θέτοντας κριτήρια διαφορετικά από αυτά της αγοράς (αν επιμείνουμε ότι πάνω στον καθορισμό ακριβώς αυτών των κριτηρίων θα έπρεπε να εστιάσουμε την προσοχή μας), θα κινδυνεύουμε να εισπράξουμε το χαρακτηρισμό του οπορτουνιστή;
Ελπίζω βέβαια πως η πλειονότητα των μελών και φίλων του ΚΚΕ δε συμμερίζεται την άποψη του «αυθεντικού Μαρξιστή-Λενινιστή» (όπως αυτοαποκαλείται) Α. Σκαμπαρδώνη, ο οποίος πριν προχωρήσει σε ένα κρεσέντο αφορισμών (αλήθεια, αυτοί οι αφορισμοί συνιστούν καλή προαίρεση;) συμπεραίνει ως ραβίνος σε συναγωγή πως «το ΚΚΕ διατυπώνει εξ ολοκλήρου ορθές θέσεις για το σοσιαλισμό και τα αίτια της καπιταλιστικής παλινόρθωσης». Δυστυχώς για τον Α. Σκαμπαρδώνη μία από τις βασικές αρχές της δικτατορίας του προλεταριάτου, όπως διατυπώνεται σήμερα από το ΚΚΕ, ότι «οι εκπρόσωποι του ανωτάτου οργάνου εξουσίας δεν ξεκόβονται από την παραγωγή, αλλά αποσπώνται για τη διάρκεια της θητείας τους» (θέση ορθή βεβαίως και με την οποία φαντάζομαι θα συμφωνεί και ο ίδιος), αναιρείται διά της αποσιώπησης της παραβίασής της κατά τη σταλινική περίοδο, στην κριτική της σοβιετικής εξουσίας που έχει προηγηθεί στο ίδιο κείμενο (όπως παρατήρησε και ο Γ. Ρούσης). Επιπλέον αναρωτιέμαι για το αν μια μαρξιστική κοινοτοπία, η οποία δηλώνει κάτι το προφανές, όπως είναι αυτή που εξηγεί τα προβλήματα στην οικονομία λόγω της αντίθεσης ανάμεσα στις αναπτυσσόμενες παραγωγικές δυνάμεις και τις σχέσεις παραγωγής, δικαιολογεί τον ενθουσιασμό των συντακτών του κειμένου για την «ορθότητα της θέσης της σοβιετικής ηγεσίας στις αρχές της δεκαετίας του 1950», η οποία ηγεσία είχε τότε απλώς αναπαράγει την παραπάνω κοινοτοπία.
Θα συμφωνήσω πάντως με τον Α. Σκαμπαρδώνη ότι ο «περιορισμένος χώρος δε μου επιτρέπει εδώ καμία αναφορά» σε αρκετά ζητήματα που θίγονται στο κείμενο ή που απουσιάζουν πλήρως. Πρέπει όμως να επισημάνω την έλλειψη αναφοράς στις δομές του ΑΑΔΜ και των σχέσεών τους με τη λαϊκή εξουσία (ή μήπως πλέον το ΚΚΕ θα κάνει λόγο μόνο για δικτατορία του προλεταριάτου;). Φαίνεται ότι το Μέτωπο ταυτίζεται πλέον με το ΚΚΕ. Επίσης οφείλω να παρατηρήσω ότι γίνονται εξόφθαλμες παραβιάσεις ακόμα και ηθικών αρχών των θεμελιωτών του κομμουνισμού, όπως όταν προκρίνεται ως κριτήριο για τη στελέχωση των στρατιωτικών παραγωγικών σχολών στη δικτατορία του προλεταριάτου, αυτό της καταγωγής (δηλαδή το βιολογικό κριτήριο του αίματος). Ας υπενθυμίσω, τέλος, ότι η «γενικευμένη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου» και όχι «της παραγωγικότητας της εργασίας» (όπως τίθεται ως στόχος του κεντρικού σχεδιασμού), αποτελούσε μέρος του ονείρου των κομμουνιστών παλαιότερα, ενώ βεβαίως τα περί «γενικευμένης ανάπτυξης της ικανότητας για εξειδικευμένη εργασία, αλλά και εναλλαγών στον τεχνικό καταμερισμό εργασίας» απομακρύνονται από τις αντιλήψεις των κλασικών του μαρξισμού για τον κομμουνιστικό τρόπο καταμερισμού της εργασίας. Αλήθεια, μήπως η άρση του διαχωρισμού μεταξύ χειρωνακτικής και διανοητικής εργασίας, αποτελούσε κληρονόμημα κάποιων ουτοπικών σοσιαλιστών του 19ου αιώνα; Οι ρόλοι οικοδόμος, σκουπιδιάρης, τραπεζικός υπάλληλος, καθηγητής και τόσοι άλλοι θα συνεχίσουν να υπάρχουν και στον κομμουνισμό;
Κλείνοντας το κείμενό μου θεωρώ υποχρέωσή μου να τονίσω την εκτίμησή μου ότι το ΚΚΕ κινδυνεύει άμεσα με καταστροφή αν δεν αποδοθούν στο συνέδριό του οι πολιτικές ευθύνες εκεί που πρέπει και αν δε συντελεστούν σοβαρές αλλαγές στο κείμενο των αποφάσεων. Ομως «ώρα να πηγαίνω / δεν έχω άλλο στήθος».
Κυριάκος Τσιτλακίδης-Ραμολής
Ριζοσπάστης - 13 Δεκεμβρίου 2008