February 8, 2009

ΧΑΛΒΑΤΖΗΣ, ΑΛΕΚΟΣ - Για τις Θέσεις της ΚΕ για το Σοσιαλισμό

Το Κόμμα αμέσως μετά την έκβαση της κρίσης του '89-'91 καταπιάστηκε με τα ζητήματα των ανατροπών και κατέληξε με τη σχετική Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του '95 σε βασικά συμπεράσματα, όπως:
  • Στις υπό εξέταση χώρες οικοδομούνταν σοσιαλισμός - η ταξική πάλη συνεχιζόταν.
  • Για λόγους ουσίας απορρίπτουμε τον όρο κατάρρευση και μιλάμε για ανατροπή.
  • Υπερασπιζόμαστε την προσφορά, τις κατακτήσεις, την επικαιρότητα - αναγκαιότητα - ρεαλιστικότητα του σοσιαλισμού.
  • Αναλύουμε τολμηρά, επιστημονικά, σε βάθος παραλείψεις, λάθη, παρεκκλίσεις.
  • Αντιμαχόμαστε τον αντικομμουνισμό σε κάθε μορφή (αντισοβιετισμός, αντισταλινισμός κλπ.).
  • Με μαρξιστικό τρόπο αντιμετωπίζουμε το ρόλο προσωπικότητας - συλλογικού.
  • Μεθοδολογικά υπάρχουν κάποια χρονολογικά ορόσημα, αλλά οι εξελίξεις, πολύ δε περισσότερο τα άλματα και οι ανατροπές δεν προκύπτουν στα ξαφνικά από παρθενογένεση.

Είναι τεράστια η σημασία αυτών των συμπερασμάτων, αποτέλεσαν βασικό θεμέλιο της πορείας ανασυγκρότησης και των βημάτων του Κόμματος μέχρι σήμερα, για τη δουλειά μας στην Ελλάδα και διεθνώς. Οι Θέσεις της ΚΕ για το Σοσιαλισμό κινούνται στα παραπάνω πλαίσια, δεδομένο από μόνο του αρκετό για να τις υπερψηφίσω. Μετά από 13 χρόνια, αρκετά πράγματα έχουν διερευνηθεί περισσότερο, υπάρχουν αρκετές θέσεις και σκέψεις σε σωστή κατεύθυνση με τις οποίες συμφωνώ. Παρ' όλα αυτά υπάρχουν αδυναμίες που επισημαίνω.

Κατ' αρχήν δεν αναδείχτηκαν επαρκώς τα Ντοκουμέντα του '95. Αυτό αποτελεί αδυναμία, μιας και οι τότε εκτιμήσεις είναι απαραίτητο εφόδιο για την εμβάθυνση, ενώ δεν μπορούν να θεωρούνται δεδομένες όχι μόνο για φίλους - οπαδούς, αλλά ούτε και για τις γραμμές μας, αφού η ανανέωση από τότε είναι τεράστια (και στην ΚΝΕ και στα νεαρά κομματικά μέλη).

Στις Θέσεις παρουσιάζονται μια σειρά σωστές θέσεις και προβληματισμοί για την οικονομία του σοσιαλισμού. Υπάρχει όμως υπερενασχόληση με την οικονομία α) με την έννοια ότι εκεί πέφτει το βάρος της αναζήτησης β) με την έννοια ότι όλα ανάγονται στην οικονομία. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να υπάρχει λειψή μελέτη και υποτίμηση του ρόλου του υποκειμενικού παράγοντα (Κόμμα - κομμουνιστής, κράτος/κοινωνικές οργανώσεις -πολίτης, παραγωγική κολεκτίβα - εργαζόμενος). Και αυτό παρότι σωστά επισημαίνεται (Θ 21) ο «ανώτερος ρόλος του υποκειμενικού παράγοντα στο σοσιαλισμό σε σχέση με τους υπόλοιπους κοινωνικοοικονομικούς σχηματισμούς».

Στα κείμενα του '95 καταγράφονται μια σειρά σωστές θέσεις και προβληματισμοί για θέματα όπως: Λειτουργία και σχέσεις Κόμματος - κράτους - κοινωνίας, συλλογικότητα, ρόλος κολεκτίβας στη διαμόρφωση συνείδησης, αρχές λειτουργίας, κοινωνική σύνθεση, κριτήρια ανάδειξης, συγκάλυψη, εξωραϊσμός, καριερισμός. Τοποθετήσεις που - αντικειμενικά τότε - παρέμεναν γενικές, αλλά που έπρεπε και μπορούσαμε στα 13 χρόνια που πέρασαν να αναλύσουμε βαθύτερα.

Οι Θέσεις όμως βασικά περιορίζονται σε μια φαινομενολογική περιγραφή που καταγράφει από τη μία αντικειμενικές αδυναμίες (όχι όμως επιλογές ή ενέργειες) του υποκειμενικού παράγοντα και από την άλλη τις εξωτερικές δυσκολίες που διαμόρφωσαν αυτές τις αδυναμίες (π.χ. σελ 27. αλλά και αλλού): «Δε θεωρούμε νομοτελειακή την ταχύτατη ανάπτυξη και επικράτηση...» ως «...η διάσπαση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος».

Μένοντας όμως μόνο στις αντικειμενικές συνθήκες που γέννησαν λάθη και τα λάθη παρεκκλίσεις και οι παρεκκλίσεις εκφυλισμό, αν δεν αναζητήσουμε τις πολιτικές αποφάσεις, τις οργανωτικές πρακτικές κλπ. που τελικά αποκρυσταλλώθηκαν σε αντικειμενικές αδυναμίες και λάθη, τότε δημιουργείται η εντύπωση (ακόμα και αν ρητά την αποκηρύσσουμε) ότι όλα ήταν προδιαγεγραμμένα, αφήνουμε ανοιχτή την πόρτα σε αυτά που λέει ο αντίπαλος για μη βιωσιμότητα του σοσιαλισμού, αυτά που λένε οι οπορτουνιστές για ανωριμότητα συνθηκών στη Ρωσία ή οι τροτσκιστές για αδύνατο της επανάστασης σε μια χώρα κλπ. Πράγματα που είναι ολότελα λανθασμένα.

Γενικά σε σχέση με το ρόλο του ΚΚ πάλι το μπαλάκι πετιέται στις κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής. Ποιος όμως διαμορφώνει αυτές τις σχέσεις; Οταν μάλιστα σωστά λέμε ότι παλεύουμε για την εξάλειψη της ρύθμισης με όρους αγοράς. Ποιος καθορίζει το πλάνο, τους δείκτες; Ποιος τους ελέγχει, τους συνδέει με τον κάθε εργαζόμενο; Ποιος άλλος αν όχι η λειτουργία του Κόμματος, του κράτους, της κολεκτίβας, ο συλλογικός έλεγχος; Αλλά τι παραπάνω πείρα παρουσιάζεται πάνω σε αυτά;

Η θεωρητική επεξεργασία ζητημάτων της οικονομίας του σοσιαλισμού αδιαμφισβήτητα είναι χρήσιμη αφ' ενός ως συμβολή της γενιάς μας και του Κόμματός μας στη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης όπου και όποτε αυτή επιστρέψει και αφ' ετέρου για να πείθουμε για την ανωτερότητα - αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Τα ζητήματα όμως του υποκειμενικού παράγοντα πέρα από προϋπόθεση για τη λήψη και εφαρμογή σωστών αποφάσεων και στην οικονομία, όποτε αρχίσουμε να οικοδομούμε το σοσιαλισμό, έχουν και άμεση χρησιμότητα για το ξεπέρασμα σημερινών μας αδυναμιών και πρόληψη κινδύνων, σε σχέση με τη μαζική, πολιτική, οργανωτική, μορφωτική, διαπαιδαγωγητική δραστηριότητα του Κόμματος.

Π.χ. αναφέρεται (Θ 22): «Η υποχώρηση του επιπέδου πολιτικής μαρξιστικής μόρφωσης στην ηγεσία του KK και συνολικά στο κόμμα, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών του πολέμου, των μεγάλων απωλειών και της απότομης αύξησης του αριθμού μελών του KK...». Δεν απαντάται όμως το - απλοϊκό ίσως αλλά εύλογο -ερώτημα: «Πόσο επέδρασε στο παραπάνω γεγονός το ότι επί 14 σχεδόν χρόνια από το '39 (18ο) έως το '52 (19ο) δεν είχε γίνει Συνέδριο του ΚΚΣΕ;». Οταν μάλιστα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξαν τεράστιες απώλειες στο κομματικό δυναμικό και το ΚΚΣΕ πάει σε συνέδριο 7,5 χρόνια (!) μετά τη λήξη του πολέμου με 4πλάσια μέλη. Πώς θα ωρίμαζε αυτό το δυναμικό, αν όχι μέσα από τη συλλογική λειτουργία και έλεγχο; Και εδώ δεν υπονοείται καμία «απολυταρχική φύση» του ηγέτη ή του συστήματος, αφού κάλλιστα η αιτία μπορεί να είναι η (πιθανόν καλοπροαίρετη αλλά σίγουρα) λανθασμένη λογική διαχείρισης που λέει «τις αντιφάσεις και τις αδυναμίες θα τις λύσω από τα πάνω ενώ στις μάζες (ή στη βάση) θα απευθυνθώ όταν ωριμάσουν - ησυχάσουν τα πράγματα». Ενας «καλοπροαίρετος πειρασμός» που εμφανίζεται συχνά και σήμερα ακόμα και στην πολύ πιο απλή δράση του καθενός μας. Αλλά ο «δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με τις καλύτερες προθέσεις».

Ιδεολογική πίεση

Είναι αδιαμφισβήτητο και απόλυτο το δικαίωμα της επανάστασης να πάρει ενάντια στους εχθρούς της οποιοδήποτε μέτρο κρίνει ότι πραγματικά υπηρετεί τη σωτηρία - πρόοδό της. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι και όλες οι επιλογές της είναι σωστές. Μπορούν και πρέπει να κριθούν ιστορικά από το επαναστατικό κίνημα. Φυσικά δε θα απολογηθούμε στον ιμπεριαλισμό για την επαγρύπνηση, για τη χρήση της επαναστατικής βίας κλπ. Θα μελετήσουμε όμως αν αυτή έγινε σωστά ή λάθος. Και το λάθος δεν είναι πάντα η υπερβολική χρήση, ούτε έχει μόνο ποσοτικό χαρακτήρα.

Οι μαρτυρίες του Αμερικανού πρέσβη το '38 μπορεί να είναι πιασάρικο επιχείρημα ενάντια στις συκοφαντίες για ανελευθερία κλπ. Εμείς όμως δε μένουμε μόνο σε αυτό, πρέπει να μελετήσουμε βαθιά ποιοι παράγοντες επέτρεψαν τη διείσδυση, το σκάρτεμα στελεχών, ποια ήταν η πραγματική διάσταση που είχαν αυτά τα φαινόμενα, γιατί δεν είχαν προβλεφτεί - προληφθεί.

Συνέχεια...

Προϋπόθεση για να βαθύνουμε περισσότερο είναι να υπάρξει εκτίμηση και για τις άλλες χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, την αλληλεπίδρασή τους. Εδώ δεν έχει γίνει σοβαρό βήμα από το '95. Αυτό βάζει αντικειμενικά όριο στην εξαγωγή γενικών συμπερασμάτων ακόμα και στη μελέτη των εξελίξεων στην ίδια τη Σοβιετική Ενωση. Βεβαίως, αυτή η μελέτη δεν εξαρτάται μόνο από το Κόμμα, αλλά και από την ανάκαμψη του Διεθνούς ΚΚ.

Φαίνεται ότι σε κάποιους δημιουργείται η εντύπωση ότι το θέμα μελέτη της οικοδόμησης - ανατροπής λίγο - πολύ κλείνει. Αυτό είναι λάθος. Προφανώς, από το '95 ακόμα διαθέτουμε την ξεκάθαρη βάση που καθορίζει τη στάση μας απέναντι στο θέμα, αλλά έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας (ανάγκη που επιβεβαιώνεται και από την ίδια την ΚΕ).

Εχουμε μπροστά μας δρόμο μακρύ και δύσκολο. Μπορούμε να τον διαβούμε βασιζόμενοι στην εμπειρία - ιστορία - κύρος 90 χρόνων, στους δεσμούς μας με τις μάζες, στη στρατηγική μας και στις μέχρι τώρα επεξεργασίες μας. Με εμπιστοσύνη στις δυνατότητές μας και στις αστείρευτες δυνατότητες της εργατικής τάξης, γενικότερα του λαού και της νεολαίας. Με απαιτητικότητα, αλλά χωρίς βιασύνες και ανυπομονησία.

Αλέκος Χαλβατζής
Αθήνα

Ριζοσπάστης - 18 Δεκεμβρίου 2008