February 22, 2009

ΠΑΛΑΒΟΣ, Π. - Για το δεύτερο θέμα

Το ΚΚΕ μέσα στις δύσκολες συνθήκες της μεγαλύτερης αντεπανάστασης που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα κατόρθωσε να σταθεί όρθιο και να ανασυγκροτηθεί ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά, μετρώντας βήμα βήμα τις κατακτήσεις του στην πορεία αυτή. Οπως όμως σωστά επισημαίνουμε, δεν ξεμπερδέψαμε ακόμα με τις επιπτώσεις της ήττας και της αντεπανάστασης. Ισα ίσα η πίεση της αστικής τάξης είναι παρούσα και μπορεί να παίρνει σάρκα και οστά με πολλές μορφές, έχοντας πάντα στο επίκεντρο της προσπάθειας να ασκήσει πιέσεις ώστε να κρατήσουμε αποστάσεις από το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε.

Οι απαντήσεις μας για τις αιτίες της αντεπανάστασης, από τη σκοπιά της αντεπίθεσης του μαρξισμού-λενινισμού, δεν είναι ούτε αβασάνιστες, ούτε εύκολες. Οταν οι αντίπαλοί μας «ανακαλύπτουν» κάποιο σκιάχτρο για να τσακίσουν το όραμα του κομμουνισμού, εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να «σκάψουμε». Κλειδί στη συνέχιση και την ολοκλήρωση της τοποθέτησής μας πρέπει να είναι η μελέτη της ταξικής διαστρωμάτωσης στο σοσιαλισμό (που πηγάζει από τον ίδιο το χαρακτήρα του σοσιαλισμού σαν κατώτερη βαθμίδα του κομμουνισμού), και των αντιθέσεων που γεννά. Το πώς αυτές οι αντιθέσεις κάτω από το βάρος της ιμπεριαλιστικής επέμβασης μπορούν να αποχτάνε ανταγωνιστικό χαρακτήρα.

Ολη η ανθρώπινη ιστορία είναι η ιστορία της πάλης των τάξεων. Είναι ο μοχλός της εξέλιξης, αλλά και της προσωρινής οπισθοδρόμησης που και αυτή με τη σειρά της αποτελεί οργανικό στοιχείο της εξέλιξης. Εξετάζουμε το χαρακτήρα της ΕΣΣΔ και των υπόλοιπων χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, όχι με υποκειμενισμό, αλλά με βάση την υλική πραγματικότητα. Απαντώντας στα θεμελιακά ερωτήματα: Σε ποιας τάξης τα χέρια βρισκόταν η ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής; Σε ποιας τάξης τα χέρια βρισκότανε η πολιτική εξουσία; Κι εδώ τα πράγματα είναι σαφή: Στα χέρια της εργατικής τάξης. Μέχρι πότε; Μέχρι τις ανατροπές που πραγματοποιήθηκαν στα τέλη της 10ετίας του '80.

Σε αυτή την τοποθέτηση πρέπει να είμαστε συνεπείς μέχρι την τελευταία μας λέξη. Από αυτή την άποψη δεν μπορώ να κατανοήσω τι ακριβώς θέλουμε να πούμε στη σελίδα 23 των Θέσεων όπου αναφέρεται ότι κάτω από το βάρος των μεταρρυθμίσεων αποδυναμώθηκε ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής(Μερικοί σύντροφοι κάνουν λόγο ακόμα και για αλλοίωση των σοσιαλιστικών σχέσεων!!!).

Αυτό μπορεί να θεωρηθεί σωστό όσον αφορά την αγροτική οικονομία, με το πέρασμα μέσων παραγωγής (των μηχανημάτων) στη (συλλογική) ιδιοκτησία των κολχόζ (κάτι που βεβαίως δε συνεπάγεται και δημιουργία εκμεταλλευτικών σχέσεων, αλλά συνιστά σε κάθε περίπτωση υποχώρηση στο θέμα της ιδιοκτησίας). Οι μεταρρυθμίσεις που αναφέρονται στο κείμενο (πως αναγνωριζότανε η επίδραση του νόμου της αξίας, η αποκέντρωση του σχεδιασμού, ο τρόπος διαμόρφωσης των πριμ, κλπ.) δεν είναι σε θέση να αποδυναμώσουν (ή πολύ περισσότερο να αλλοιώσουν) τη σοσιαλιστική ιδιοκτησία, ούτε να δημιουργήσουν αστούς. Ηταν λαθεμένες, συνιστούσαν παρέκκλιση από τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, επέδρασαν στην καθυστέρηση της ανάπτυξης της σοσιαλιστικής οικονομίας, συνέβαλαν στην όξυνση των αντιθέσεων του σοσιαλισμού, αλλά δεν αλλοίωσαν το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της ΕΣΣΔ.

Είναι βαθύτερα θεωρητικό το θέμα: Οι σχέσεις ιδιοκτησίας, οι σχέσεις παραγωγής είναι δυνατό να «αλλοιώνονται», να «διολισθαίνουν», να μετατρέπονται στο αντίθετό τους; Ούτε οι δουλοκτητικές σχέσεις αλλοιώθηκαν σε φεουδαρχικές, ούτε οι φεουδαρχικές σε καπιταλιστικές, ούτε οι καπιταλιστικές σε σοσιαλιστικές, ούτε αντίστροφα. Υπάρχουν ιστορικές στιγμές που σχέσεις παραγωγής που αντιστοιχούν σε διαφορετικές βαθμίδες ανάπτυξης της κοινωνίας συνυπάρχουν και ανταγωνίζονται για το ποια θα επικρατήσει τελικά μέσα σε συνθήκες επαναστατικής (ή και αντεπαναστατικής) πάλης, αλλά δε μετατρέπονται ποτέ η μία στην άλλη. Αν αποδυναμώθηκε ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας των σχέσεων ιδιοκτησίας, αυτό σημαίνει ότι γεννήθηκαν μέσα στο σοσιαλισμό καπιταλιστικές (ή προκαπιταλιστικές που εξελίχτηκαν σε καπιταλιστικές) σχέσεις ιδιοκτησίας και κατά συνέπεια σχέσεις εκμεταλλευτικές (πράγμα που αλλάζει και το χαρακτηρισμό του κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού). Ομως, κάτι τέτοιο δεν αποτελεί θέση μας και ΔΕ συνέβη. Αντίθετα, όλες οι στατιστικές (που δεν αμφισβητούνται από κανέναν) αποδείχνουν ότι στις 10ετίες του '60 και του '70 σταδιακά ενισχύονταν ολοκληρωτικά οι σοσιαλιστικές, σε βάρος των υπολειμμάτων των προσοσιαλιστικών μορφών ιδιοκτησίας.

Με το ίδιο σκεπτικό δεν μπορούμε να ξεχωρίζουμε τους «εξωτερικούς» από τους «εσωτερικούς» παράγοντες της ανατροπής και μάλιστα να δίνουμε προτεραιότητα στους εσωτερικούς (σελ. 13). Η πάλη των τάξεων δε γνωρίζει σύνορα και δε διεξάγεται στα πλαίσια αποκλειστικά μιας χώρας. Η ιμπεριαλιστική επέμβαση δεν ταυτίζεται με την πολεμική επίθεση και ήταν πολύμορφα υπαρκτή σε όλη τη διάρκεια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Η περεστρόικα καλά καλά δε θα μπορούσε να υπάρξει και πολύ περισσότερο να κυριαρχήσει χωρίς τον ιμπεριαλισμό. Μα το πιο σημαντικό είναι ότι η εξουσία μιας τάξης δεν είναι δυνατό να ανατραπεί από τίποτε άλλο, εκτός από μια άλλη τάξη και μάλιστα στη συγκεκριμένη περίπτωση από την αστική τάξη, η οποία στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ είχε εξαφανιστεί από τα μέσα της δεκαετίας του '30 και ξαναδημιουργήθηκε μετά την περεστρόικα και το 28ο Συνέδριο. Αν η αντεπανάσταση ήταν κυρίαρχα αποτέλεσμα της δράσης του εσωτερικού παράγοντα, τότε θα ήμασταν υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουμε ότι στην ΕΣΣΔ υπήρχε αστική τάξη (έστω και με λανθάνουσα μορφή - σημείο στο οποίο συγκλίνουν τροτσκιστές και μαοϊκοί), συνεπώς δεν υπήρχε σοσιαλισμός ή τουλάχιστον δεν υπήρχε «ακριβώς» σοσιαλισμός. Αυτή η άποψη αναπόφευκτα θα μας οδηγούσε και στην αποδοχή της άποψης της «κατάρρευσης», που απορρίφτηκε από το Κόμμα. Γι' αυτό η διατύπωση της σελ. 13 δεν είναι σωστή. Δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι η ανατροπή του σοσιαλισμού έγινε «από τα μέσα». Εγινε από τον ιμπεριαλισμό, κι αυτό είναι θέση αρχής.

Φυσικά, για να «πέσει το κάστρο» υπήρξε κερκόπορτα, που την άνοιξαν εκείνες οι κοινωνικές δυνάμεις (το στελεχικό στρώμα στην οικονομία, το κράτος και το Κόμμα) που έχουν αντικειμενικά υλικά συμφέροντα να αντιστέκονται στην προοπτική της παραπέρα επαναστατικοποίησης των σχέσεων παραγωγής και που στη δεκαετία του '80 (έχοντας πλέον συνειδητοποιήσει την υλική αντίθεσή τους με την εργατική τάξη και την εξουσία της) συμμάχησαν ανοιχτά με τον ιμπεριαλισμό για να ανατραπεί η σοσιαλιστική εξουσία. Λυδία λίθος ήταν ότι οι (υπαρκτές στο σοσιαλισμό) αντιθέσεις πνευματικής-χειρωνακτικής εργασίας μεταφέρθηκαν μέσα στο ΚΚΣΕ, που στα τέλη της ΙΟετίας του '80 έπαψε να είναι το κόμμα της εργατικής τάξης.

Τέλος, ο τρόπος που εκτιμάμε τα δεξιού χαρακτήρα λάθη του 20ού Συνεδρίου και μετά πρέπει να τοποθετηθεί σε άλλη βάση, γιατί οδηγούμαστε σε αντιφάσεις. Στη σελίδα 26 μιλάμε για επικράτηση της οπορτουνιστικής στροφής στο ΚΚΣΕ από το '56 και μετά. Με τη συγκεκριμένη εκτίμηση δε συμφωνώ. Είναι άλλο πράγμα να εκτιμάμε ότι πάρθηκαν δεξιού χαρακτήρα αποφάσεις, κι άλλο πράγμα να θεωρούμε ότι το ΚΚΣΕ «χρεοκόπησε» οπορτουνιστικά από το '56. Καταρχήν στο ΚΚΣΕ υπήρξε διαπάλη και υπήρξε και στροφή από το '68 και μετά (βλ. Τ. Ι. Γιαμπρόβα, Βασικές κατευθύνσεις της πολιτικής οικονομίας του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ - ΚΟΜΕΠ τ. 3/2008 σελ. 130-131). Το θέμα δεν είναι απλά αν θα δούμε το ποτήρι «μισογεμάτο» ή «μισοάδειο». Ενα σοβαρό θέμα είναι το αν μπορεί να υπάρχει σοσιαλισμός για πάνω από 30 χρόνια καθοδηγούμενος από ένα οπορτουνιστικό κόμμα, παίρνοντας υπόψη το ρόλο του κόμματος στο σοσιαλισμό (η δικτατορία της εργατικής τάξης ασκείται από το κόμμα της).

Λέμε βέβαια ότι από το '56 κυριάρχησε η οπορτουνιστική γραμμή στο ΚΚΣΕ, αλλά όχι η προδοσία και η αντεπανάσταση (που κυριάρχησαν με την περεστρόικα) καθώς στο διάστημα '56-'86 το ΚΚΣΕ συνέχιζε να οικοδομεί το σοσιαλισμό στην ΕΣΣΔ αλλά και η ίδια η ΕΣΣΔ συνέχιζε να παρέχει απλόχερα την αλληλεγγύη της στα επαναστατικά και απελευθερωτικά κινήματα, να είναι σε σύγκρουση με τον ιμπεριαλισμό... Ομως αυτή η τοποθέτηση είναι αντιφατική, γιατί η ιστορία μάς έχει διδάξει ότι ο οπορτουνισμός δεν μπορεί να είναι τίποτα λιγότερο από ανοιχτή προδοσία. Οσες φορές οι οπορτουνιστές βρέθηκαν σε θέσεις εξουσίας κράτησαν τη στάση της πιο ωμής αντεπανάστασης.

Γι' αυτό το λόγο νομίζω ότι θα πρέπει να αποφύγουμε διατυπώσεις που αν σκύψουμε πάνω τους θα δούμε ότι αντιφάσκουν με τη γενικότερη τοποθέτησή μας. Αυτός είναι κι ο ασφαλέστερος τρόπος για να βαθύνουμε τη θεωρητική μας μελέτη για το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε.

Π. Παλαβός
Αθήνα

Ριζοσπάστης - 27 Ιανουαρίου 2009