Απαραίτητη προϋπόθεση για την προώθηση της πρότασης εξουσίας του Κόμματος είναι η συγκρότηση του Αντιιμπεριαλιστικού - Αντιμονοπωλιακού Μετώπου στις σημερινές συνθήκες.
Στην ουσία, η συγκεκριμένη προσπάθεια έχει να κάνει με το εύρος, το περιεχόμενο, και την ενιαιοποίηση των αγώνων των διαφόρων τμημάτων των εργαζομένων, με στόχο τη συμμαχία της εργατικής τάξης, των μικρών αυτοαπασχολούμενων, της μικρομεσαίας αγροτιάς, της νεολαίας κ.λπ.
Ορος για την ενιαιοποίηση των αγώνων είναι το «μπόλιασμα» του περιεχομένου αυτών με την αντιπαράθεση με τη μήτρα της επίθεσης σε όλα τα τμήματα των εργαζομένων, δηλ. με την Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως επίσης και η ανάδειξη του κοινού στόχου αυτής της επίθεσης, ανεξαρτήτως πώς αυτή εκφράζεται σε κάθε επιμέρους τμήμα εργαζομένων, ποια τάξη της κοινωνίας αυτή εξυπηρετεί, και εναντίον ποιας τάξης στρέφεται.
Εν κατακλείδι, η κατεύθυνση του κινήματος με ταξική πυξίδα είναι το επίδικο της όλης προσπάθειας που αναπτύσσεται. Σε σχέση όμως με το θέμα αυτό, θεωρώ ότι υπάρχει πρόβλημα. Κατά τη γνώμη μου το «ταξικό» συγχέεται στην καθημερινότητα με το «κομματικό», με αποτέλεσμα, οποιαδήποτε αγωνιστική δράση δε βρίσκεται εν τη γενέσει της κάτω από «κομματική ομπρέλα», να αντιμετωπίζεται με καχυποψία, αν όχι και με εχθρότητα, υπερβάλλοντας σε πολλές των περιπτώσεων τον «κίνδυνο της διάχυσης».
Αμεσα δεμένο με το παραπάνω είναι και το ζήτημα της λειτουργίας του ΠΑΜΕ, και αυτό αναφορικά με δύο άξονες:
α/Η συμπαράταξη και η συμπόρευση με το ΠΑΜΕ πρέπει να είναι αποτέλεσμα της ίδιας της αγωνιστικής εμπειρίας των εργαζομένων. Μ' αυτή την έννοια, εκτιμώ ότι δε βοηθάει η προβολή τέτοιων ζητημάτων σε χώρους με πρωτολειακές μορφές κινήματος.
Πιστεύω ότι το πρωταρχικό, για τμήματα εργαζομένων με χαμηλή έως μηδαμινή αγωνιστική εμπειρία, είναι, κατ' αρχήν, το να πειστούν οι ίδιοι για την αναγκαιότητα αλλά και τη δυνατότητα νίκης της οργανωμένης ταξικής αγωνιστικής δράσης, πράγμα που, πάντα σαν αποτέλεσμα οργανωμένης παρέμβασης, μπορεί να οδηγήσει στη συμπόρευση με το ΠΑΜΕ.
β/Η «επιλογή» του ΠΑΜΕ ως τον ταξικό πόλο του κινήματος, από κάποιον εργαζόμενο, δεν μπορεί να γίνεται με βάση την κομματική του τοποθέτηση, πράγμα που, δυστυχώς, ως επί το πλείστον, ισχύει σήμερα. Θεωρητικά, η κίνηση πρέπει να είναι αντίστροφη. Ο Λένιν τόνιζε ότι η συμμετοχή στο ταξικό εργατικό κίνημα αποτελεί το σχολείο της εργατικής τάξης αναφορικά με τη συνειδητοποίηση του ρόλου της στην προοπτική της επανάστασης.
Συνεπώς, η σχετική «επιλογή» οφείλει να γίνεται μέσα στους χώρους δουλειάς, από τους ίδιους τους εργαζόμενους και όχι από τα ΔΣ, στη βάση της ταξικότητας των προτάσεων που προβάλλονται από κάθε πλευρά.
Ιδιαίτερα πρέπει να παίρνεται υπ' όψη ότι στη συνείδηση μεγάλης μερίδας των εργαζομένων ο ρόλος των τριτοβάθμιων οργανώσεων, με τους δοσμένους συσχετισμούς, δεν είναι κατανοητός και πολύ περισσότερο καταδικαστέος. Η τέτοιου είδους θωράκιση του ταξικού πόλου του κινήματος μπορεί να ανοίξει το δρόμο για τη δημιουργία του Μετώπου, συμπαρασύροντας και τα ταλαντευόμενα τμήματα των αυτοαπασχολουμένων και της μικρομεσαίας αγροτιάς, με προοπτική πάντα τον στόχο της Λαϊκής Εξουσίας.
Είναι σαφές, τόσο από το Πρόγραμμα του Κόμματος, όσο και από τις θέσεις του Συνεδρίου, ότι η Λαϊκή Εξουσία δεν αποτελεί ξεχωριστό στάδιο, αλλά είναι οργανικό κομμάτι του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.
Από την άλλη, προβάλλεται σταθερά ότι ο στόχος της Λαϊκής Εξουσίας και Οικονομίας μπορεί και πρέπει να συσπειρώσει τμήματα εργαζομένων τα οποία δεν είναι απαραίτητο να συμφωνούν με τη συνολική πρόταση εξουσίας του Κόμματος.
Κατά τη γνώμη μου, στο σημείο αυτό υπάρχει αντίφαση. Χρειάζεται να διευκρινιστεί το ελάχιστο όριο συμφωνίας τόσο για την οικονομία όσο και για την κατοχή της εξουσίας. Και για τη μεν οικονομία είναι πιο εύκολο να συμφωνήσει κάποιος π.χ. με την κοινωνικοποιημένη και συνεταιριστική μορφή παραγωγικής διαδικασίας. Τι γίνεται όμως με την αποδοχή της δικτατορίας του προλεταριάτου η οποία θα είναι στην ουσία η Λαϊκή Εξουσία; Εκτός και αν η Λαϊκή Εξουσία δεν ταυτίζεται με τη δικτατορία του προλεταριάτου, οπότε εισάγεται από το παράθυρο η λογική των «σταδίων».
Το σίγουρο πάντως είναι ότι τόσο η δημιουργία του Μετώπου όσο και ο στόχος της Λαϊκής Εξουσίας, αντικειμενικά, πιο εύκολα μπορεί να προσεγγιστεί από έναν κόσμο που ήδη βρίσκεται σε «κίνηση», που είναι πολιτικοποιημένος, ακόμα και αν σήμερα συμπαρατάσσεται με άλλο πολιτικό χώρο.
Συνεπώς, χρειάζεται διευκρίνιση ότι είναι άλλο πράγμα οι ηγεσίες του ΣΥΡΙΖΑ, του NAP κ.λ.π. και άλλο πράγμα οι εργαζόμενοι που τους ψηφίζουν, συμβαδίζουν πιθανά σήμερα μαζί τους, και σε κάποιες περιπτώσεις ταλαντεύονται ανάμεσα σ' αυτούς και στο Κόμμα. Η τακτική του οπορτουνισμού της εμφάνισης διπλών και τριπλών θέσεων, αλλαγής θέσεων ανάλογα με τη συγκυρία, διαστρέβλωσης των θέσεων του Κόμματος, τους μπερδεύει, ενώ ο συλλήβδην αναθεματισμός όλων από τη μεριά του Κόμματος τους πολώνει.
Σήμερα το Κόμμα δε δίνει πια τη μάχη ύπαρξης που έδινε τη δεκαετία του '90. Αντίθετα, σταθερά ανεβαίνει το κύρος και ο σεβασμός που εμπνέει στους εργαζόμενους.
Μ' αυτή την έννοια, θεωρώ ότι πρέπει να απευθύνεται πιο πλατιά και πιο επιθετικά ακόμα και σε αρνητικά διακείμενους προς αυτό εργαζόμενους, με τον «αέρα» της επιβεβαίωσης της πολιτικής του από την ίδια τη ζωή.
Αθηνά Χατζοπούλου
Ριζοσπάστης - 30 Ιανουαρίου 2009