February 24, 2009

ΛΙΟΣΗΣ, ΒΑΣΙΛΗΣ - Σοσιαλισμός και γραφειοκρατία

Το κείμενο της ΚΕ για τις αιτίες ανατροπής του σοσιαλισμού, σωστά επικεντρώνει στην οικονομία. Ωστόσο, υπάρχει ένας παράγοντας της καπιταλιστικής παλινόρθωσης με τον οποίο ελάχιστα ασχολείται. Αναφέρομαι στο ζήτημα της γραφειοκρατίας (που συνδέεται και με την οικονομία).

1. Ο Λένιν ασχολήθηκε επισταμένα με τον κίνδυνο της γραφειοκρατίας. Εγραφε: «ο εχθρός μας, αν πρόκειται να μιλήσουμε για εσωτερικό εχθρό, είναι τώρα όχι τόσο ο καπιταλιστής και ο τσιφλικάς [...] ο εχθρός μας είναι και οι κερδοσκόποι και οι γραφειοκράτες» και «μας κατατρώει η γραφειοκρατία, που είναι πολύ δύσκολο να κατανικηθεί. Πρέπει να την καταπολεμήσουμε εντατικά, πρέπει να βάλουμε στα ιδρύματα πιο πολλούς εργάτες». Επίσης: «...μιλάμε για ένα μερικό ξαναζωντάνεμα της γραφειοκρατίας μέσα στο σοβιετικό καθεστώς» και «δεν μπορείς να ξεκάνεις τον καπιταλισμό μονομιάς, αυτός ξαναγεννιέται με τη μορφή των "σοβιετογραφειοκρατών", της σοβιετικής γραφειοκρατίας...». Ακόμα: «στη μάζα των συνδικάτων δημιουργήθηκε ένα πνεύμα δυσαρέσκειας απέναντι στα λάθη μας, από τη γραφειοκρατία που αφήσαμε να αναπτυχθεί στα ανώτερα κλιμάκια και από εμένα τον ίδιο» και «είναι ευνόητο πως η γραφειοκρατία που έχει αναβιώσει στις κρατικές υπηρεσίες, δεν μπορούσε παρά να έχει ολέθρια αποτελέσματα και μέσα στις κομματικές οργανώσεις, γιατί οι κορυφές του κόμματος είναι και κορυφές του κρατικού μηχανισμού: είναι το ίδιο πράγμα».

2. Ο Στάλιν δεν παρέκκλινε από τη λενινιστική λογική. Οι αναφορές του πάμπολλες: «Ενας από τους πιο σκληρούς εχθρούς της πορείας μας προς τα μπρος είναι η γραφειοκρατία. Ο εχθρός αυτός ζει μέσα σε όλες τις οργανώσεις μας και στις κομματικές και στις κομσομόλικες και στις συνδικαλιστικές και στις οικονομικές [...] Ο κομμουνιστής γραφειοκράτης είναι ο πιο επικίνδυνος τύπος γραφειοκράτη. Γιατί; Γιατί καμουφλάρει τη γραφειοκρατία του με τον τίτλο του κομματικού μέλους και τέτοιους γραφειοκράτες δεν έχουμε δυστυχώς λίγους». Επιπλέον, επιχειρώντας να δώσει ερμηνεία σε σημάδια ηθικής κατάπτωσης μέσα στο κόμμα, γράφει: «εξηγούνται (σ.σ. τα σημάδια ηθικής κατάπτωσης) με το γεγονός ότι εκεί έφτασαν το μονοπώλιο του κόμματος ως τον παραλογισμό, έπνιξαν τη φωνή της βάσης, εκμηδένισαν την εσωκομματική δημοκρατία και εγκαθίδρυσαν τη γραφειοκρατία». Ερμηνεύοντας το φαινόμενο της γραφειοκρατίας υποστηρίζει ότι «οι επιτυχίες κάποτε φέρνουν ίλιγγο. Οχι σπάνια γεννούν υπερβολική έπαρση και κομπασμό. Αυτό μπορεί να συμβεί ιδιαίτερα εύκολα στους εκπροσώπους ενός κόμματος που βρίσκεται στην εξουσία [...] Και μιλάω εδώ όχι μόνο για τα τοπικά στελέχη, μα και για ορισμένα στελέχη των περιοχών και ακόμα για ορισμένα στελέχη της ΚΕ».

3. Εκτός των παραπάνω υπάρχουν αποφάσεις σχετικές με τη γραφειοκρατία και σε κομματικά σώματα. Το 1937 στην εισήγηση του Ζντάνοφ στην ολομέλεια της ΚΕ του κόμματος, επισημαίνονται πλευρές του γραφειοκρατικού φαινομένου: η μη προσέλευση και η μη λογοδοσία των κομματικών στελεχών στις ολομέλειες των Σοβιέτ, η αδυναμία διάκρισης της εχθρικής από τη φιλική κριτική, η ανασυγκρότηση των κομματικών οργανώσεων με το σύστημα της κοπιτάτσιας, η κριτική και αυτοκριτική ως τυπική διαδικασία και ως εμπαιγμός των κομματικών μελών, η υποτίμηση της γνώμης της βάσης, η έλλειψη σεβασμού στη γνώμη των εξωκομματικών κλπ.

Ομοίως, το 1952 στο 19ο Συνέδριο του κόμματος η εισήγηση του Μαλένκοφ εκτιμά ότι «δημιουργήθηκε ένας ορισμένος κίνδυνος απόσπασης των κομματικών οργανώσεων από τις μάζες και μετατροπής τους από όργανα πολιτικής καθοδήγησης, από μαχητικές και πρωτόβουλες οργανώσεις σε ιδιόμορφες διοικητικές-διευθυντικές υπηρεσίες, ανίκανες να αντιταχθούν στις κάθε λογής τοπικιστικές, στενά υπηρεσιακές και άλλες αντικρατικές τάσεις [...] Στις κομματικές οργανώσεις υπάρχει ακόμα υποτίμηση του ρόλου της κριτικής και αυτοκριτικής στη ζωή του κόμματος και του κράτους, γίνεται ανεκτή η δίωξη και η καταδίωξη εκείνων που κάνουν κριτική. Πολλές φορές μπορεί κανείς να συναντήσει στελέχη που διακηρύχνουν διαρκώς την αφοσίωσή τους στο κόμμα, μα που στην πράξη δεν ανέχονται την κριτική από τα κάτω, την πνίγουν, εκδικούνται αυτούς που τους κάνουν κριτική. Είναι γνωστές πολλές περιπτώσεις, που η γραφειοκρατική στάση απέναντι στην κριτική και αυτοκριτική προξένησε μεγάλη ζημιά στην υπόθεση του κόμματος, έπνιξε την πρωτοβουλία της κομματικής οργάνωσης, υπέσκαψε το κύρος της καθοδήγησης στις κομματικές μάζες κι έκανε να δυναμώσουν στη ζωή ορισμένων κομματικών οργανώσεων τα αντικομματικά ήθη των γραφειοκρατών, άσπονδων εχθρών του κόμματος. Το κόμμα δεν μπορεί να μην παίρνει υπόψη του ότι εκεί που καταπιέζεται η κριτική και αυτοκριτική, εκεί που είναι αδύνατος ο έλεγχος των μαζών πάνω στη δράση των οργανώσεων και ιδρυμάτων, εκεί παρουσιάζονται αναπόφευκτα τέτοια αρρωστιάρικα φαινόμενα, όπως ο γραφειοκρατισμός, το σάπισμα, ακόμα και η αποσύνθεση ορισμένων κρίκων του μηχανισμού μας».

4. Η γραφειοκρατία αποδείχτηκε, όμως, ότι δε συνδεόταν μόνο με ζητήματα σοσιαλιστικής δημοκρατίας κι εσωκομματικής λειτουργίας. Αφορούσε και τη βάση, με την έννοια ότι δημιουργήθηκε ένα στρώμα με ιδιαίτερα υλικά προνόμια με κίνδυνο κοινωνικοταξικής διαφοροποίησης από την εργατική τάξη. Ο Μαρξ αναφερόμενος στην εμπειρία της Κομμούνας, πρότεινε η αμοιβή των μελών της Κομμούνας ως τους κατώτερους υπαλλήλους να είναι αυτή του εργατικού μισθού. Ο Λένιν ομοίως προτείνει η αμοιβή όλων των υπαλλήλων, που θα είναι όλοι τους αιρετοί σε κάθε στιγμή, να μην ξεπερνά την αμοιβή ενός καλού εργάτη. Και κριτικάρει εκείνους τους Μπολσεβίκους που στα δημοτικά συμβούλια προτείνουν την καθιέρωση υψηλών μισθών. Η θέσπιση μεγάλων μισθών σε επιστημονικό και ειδικευμένο προσωπικό, θεωρεί ο Λένιν, ότι είναι μια προσωρινή υποχώρηση μέσα σε δύσκολες εσωτερικές και διεθνείς συνθήκες.

5. Η τοποθέτηση του Στάλιν, όμως, σε αυτό το σημείο είναι διαφοροποιημένη. Ο Στάλιν κατακρίνει βέβαια τα κομματικά στελέχη που κλέβουν το κολχόζνικο βιος και παραβιάζουν κατάφωρα τους σοβιετικούς νόμους. Στην έκθεση δράσης της ΚΕ του κόμματος στο 19ο Συνέδριο, καταγράφονται φαινόμενα σύμφωνα με τα οποία ορισμένα στελέχη κρύβουν από το κράτος, τους υλικούς πόρους. Παράλληλα, σε μια καταγραφή των μισθών των κομματικών μελών, διαπιστώνεται ότι υπάρχουν μέλη που λαμβάνουν κάτω από 500 ρούβλια κι άλλα που λαμβάνουν πάνω από 2.000 ρούβλια. Παίρνοντας υπόψη το «κάτω» και το «πάνω», η αναλογία των μισθών ήταν τουλάχιστον 1 προς 4, άρα ίσως 1 προς 5, 1 προς 6 ή και περισσότερο (σε συνθήκες, μάλιστα, απουσίας της ΝΕΠ). Ο Στάλιν, τελικά, δε μιλάει για τον προσωρινό χαρακτήρα των μισθολογικών διαφορών, αλλά μιλάει για την άρση τους στην αταξική κοινωνία. Θυμίζω, επιπλέον, το παράδειγμα του Λένιν, όταν το 1918 επέπληξε έντονα τον υπεύθυνο, επειδή αύξησε το μισθό του και κάλεσε σε ανάκληση της απόφασης.

Τα παραπάνω δεν υπονοούν μια άποψη ανάλογη με αυτή των «ισοπεδωτών» που υποστήριζαν τη μη διαφοροποίηση ανάμεσα στην ειδικευμένη κι ανειδίκευτη εργασία, κάτι που θα οδηγούσε σε αδιαφορία στους εργασιακούς χώρους. Το πρόβλημα έγκειται στη μονιμοποίηση των διαφορών καθώς και στη ΜΕΓΑΛΗ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΗ ΨΑΛΙΔΑ και μάλιστα όταν αυτή αφορά τα κομματικά στελέχη σε σχέση με τον εργατικό μισθό.

Κατόπιν όλων αυτών, θεωρώ ότι οι Θέσεις:

Α) Υποτιμούν φαινόμενα όπως τα παραπάνω, που δεν αποτελούν προσωπικές εκτιμήσεις, αλλά διαπιστώσεις των Μπολσεβίκων.

Β) Είναι «πίσω» και από το κείμενο του 1995 στο οποίο υπάρχει μια πιο συγκροτημένη άποψη για τη γραφειοκρατία.

Γ) Παραβλέπουν το γεγονός ότι την περίοδο της ηγεσίας Στάλιν, η μισθολογική διαφορά, κατά κάποιο τρόπο, θεωρητικοποιήθηκε (και βεβαίως διατηρήθηκε και τη μετά Στάλιν εποχή).

Δ) Δεν τις απασχολεί, όσο θα έπρεπε, η ανάπτυξη της σοσιαλιστικής δημοκρατίας: Υλοποιήθηκαν οι κατευθύνσεις της Παρισινής Κομμούνας; Εγινε πράξη η εκλογή και η ανάκληση των δημόσιων λειτουργών, η εργατική σύνθεση των διοικητικών οργάνων, το πλαφόν στους μισθούς των κρατικών υπαλλήλων, η εναλλαγή, η κατάργηση των προνομίων των ανώτερων αξιωματούχων του κράτους; Γιατί ενώ από το 1917 ως το 1939 πραγματοποιήθηκαν δεκατρία συνέδρια, το επόμενο συνέδριο έγινε το 1952;

Δεν είναι σωστό να εξηγούμε την αντεπανάσταση περίπου μονοπαραγοντικά. Το ζήτημα της γραφειοκρατίας δεν πρέπει να μας φοβίζει επειδή το έχει καταχραστεί ο τροτσκισμός που έτσι κι αλλιώς είναι υπόλογος. Ο ίδιος ο Τρότσκι ανέπτυξε μερικές από τις πιο γραφειοκρατικές ιδέες (κρατικοποίηση των συνδικάτων, στρατιωτικοποίηση της εργασίας κλπ.).

Το συνέδριο έχει μπροστά του μια ιστορική ευθύνη. Να κάνει επιστημονική ανάλυση με τα εργαλεία του μαρξισμού-λενινισμού για ένα κορυφαίο ζήτημα του κινήματος. Ας μην απολέσουμε αυτή την ευκαιρία, αφήνοντας οπορτουνιστές, αστούς και γκρουπίδια χωρίς κοινωνική αναφορά να σπεκουλάρουν στο ζήτημα του σοσιαλισμού, πατώντας σε δικές μας αδυναμίες, ελλείψεις και λάθη. Η εξιχνίαση, άλλωστε, τέτοιων ζητημάτων θα κάνει ακόμα πιο συνεπή την υπεράσπιση του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε.

Συντροφικά

Λιόσης Βασίλης

Ριζοσπάστης - 29 Ιανουαρίου 2009