Οι Θέσεις της ΚΕ για το σοσιαλισμό εξηγούν αναλυτικά τις αιτίες που οδήγησαν σταδιακά, μέσα από την εξέλιξη, στην ανατροπή του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ. Η ανάλυση αυτή, η οποία στηρίζεται στη σχέση «πολιτική - οικονομία», «οικονομική βάση - εποικοδόμημα», φυσικά και δεν εξαντλεί το θέμα, φυσικά και ορισμένες πλευρές χρειάζονται μεγαλύτερη ανάλυση και περισσότερα στοιχεία ή άλλες πρέπει να φωτιστούν καλύτερα.
Ομως, οι Θέσεις της ΚΕ δίνουν το βασικό περίγραμμα της εξέλιξης, με στοιχεία και μεθοδικά, η οποία οδήγησε αρχικά στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού και στη συνέχεια μετά το 20ό Συνέδριο στην υπονόμευση και μέσα από μια πορεία στην ανατροπή του 1989-90.
Οπως στην τέχνη έτσι και στην πολιτική δεν υπάρχει παρθενογένεση. Κανένας δεν υποστηρίζει, ούτε και οι Θέσεις, ότι όλα πήγαιναν καλά μέχρι το 20ό Συνέδριο και ξαφνικά μετά άρχισαν να πηγαίνουν στραβά. Εκείνο που υποστηρίζεται είναι ότι οικοδομούνταν σοσιαλισμός, υπήρχαν και λειτουργούσαν τα βασικά χαρακτηριστικά του σοσιαλισμού και επιτεύχθηκε τεράστια πρόοδος, υλική και πολιτιστική, για την εργατική τάξη και τους λαούς στη Σοβιετική Ενωση με την καθοδήγηση του ΚΚΣΕ και με την ηγεσία του Στάλιν.
Δίνεται επίσης στις Θέσεις η ιδεολογική και θεωρητική διαπάλη που διεξάγεται μέσα στο ΚΚΣΕ, από τη δεκαετία του 1920 και στη συνέχεια, τα ρεύματα που συγκρούονται για την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει το κόμμα για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, καθώς και η κοινωνική - ταξική βάση των ρευμάτων του οπορτουνισμού.
Μέσα στο κείμενο της ΚΕ, αν το διάβασα σωστά, δε φαίνεται πουθενά καμιά τάση εξιδανίκευσης ή ωραιοποίησης της περιόδου Στάλιν, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι «φίλοι», αλλά μια προσπάθεια αντικειμενικής αποτίμησης. Για παράδειγμα, για την περίοδο 1924-1952, στις Θέσεις υπάρχει προβληματισμός για την ορθότητα ή μη της αλλαγής που έγινε από την παραγωγική στην εδαφική δομή της δικτατορίας του προλεταριάτου με το Σύνταγμα του 1936, επισημαίνεται ότι έγιναν υπερβολές και λάθη στην πορεία κολεκτιβοποίησης, επισημαίνεται στη Θέση 17 ότι στο πεντάχρονο πλάνο 1946-1950 είχαν συσσωρευτεί παρά τις επιτυχίες σοβαρά προβλήματα και ότι αναπτύχθηκε μέσα στο ΚΚΣΕ διαπάλη για την ερμηνεία των προβλημάτων αυτών και συνακόλουθα για την πολιτική που θα ακολουθούσαν για την αντιμετώπισή τους.
Ομως στο 20ό Συνέδριο κυριάρχησαν δυνάμεις και αντιλήψεις που έβλεπαν την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών μέσα από την ενίσχυση των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων και του «σοσιαλισμού της αγοράς» με την αποδυνάμωση του κεντρικού σχεδιασμού και της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής και όχι με την ενίσχυσή τους.
Υπάρχει επίσης σε ορισμένους «φίλους» η εξής απορία: Πώς γίνεται «η εργατική τάξη ως κυρίαρχη τάξη να πραγματοποιεί τη συμμαχία της με άλλα λαϊκά στρώματα...», όταν είναι κυρίαρχη εκ των προτέρων, «όταν δε μοιράζεται την εξουσία με κανέναν», όπως γράφουν οι Θέσεις.
Διαφεύγει ίσως το εξής: Οτι τα άμεσα και μακροπρόθεσμα συμφέροντα της εργατικής τάξης δεν έρχονται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των αυτοαπασχολούμενων και των μικρών αγροτών και ταυτίζονται με την πρόοδο της κοινωνίας, την κοινωνική εξέλιξη.
Για τα άμεσα συμφέροντα, αυτό φαίνεται αν ρίξει κανείς μια ματιά στα αιτήματα και τους στόχους πάλης του ΚΚΕ, αλλά και για τα μακροπρόθεσμα, αν διαβάσει το πρόγραμμα του ΚΚΕ.
Οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικροί αγρότες ζουν το άγχος και την ανασφάλεια και τις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης και η διέξοδος βρίσκεται στη συμμαχία τους με την εργατική τάξη.
Φυσικά, η εργατική τάξη, που παράγει τον πλούτο και δεν έχει ιδιοκτησία μέσων παραγωγής, είναι η μόνη σταθερή και βέβαιη τάξη για το σοσιαλισμό - κομμουνισμό, δε μοιράζεται την εξουσία με καμιά άλλη τάξη ή στρώμα, την ασκεί όμως και προς το συμφέρον των αυτοαπασχολούμενων και των μικρών αγροτών και με τη δική τους συμμετοχή.
«Η υψηλή μονοπώληση» που παρατηρείται στην ελληνική κοινωνία (με τις μεγάλες επενδύσεις κεφαλαίων, τις εξαγορές και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, την κάθετη και οριζόντια διάρθρωση των επιχειρήσεων, δηλαδή με μια λέξη η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου) φυσικά και έχει αρνητικές επιδράσεις στην εργασία (ανεργία, εκμετάλλευση της εργατικής τάξης κ.ά.), όπως και στο περιβάλλον. Ομως, από την άλλη, αυτή η μονοπώληση δημιουργεί την υλική βάση που είναι απαραίτητη για την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.
Οσο πιο αναπτυγμένη άρα και συγκεντρωμένη σε μεγάλες επιχειρήσεις είναι η υλική βάση, που θα παραλάβει η νέα εξουσία, τόσο διευκολύνεται η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, ενώ δυσκολεύεται όταν υπάρχει καθυστέρηση στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων του καπιταλισμού - αυτή ήταν και μια από τις σοβαρότερες δυσκολίες που έπρεπε να υπερνικήσει η νέα εξουσία των Μπολσεβίκων μετά την επανάσταση το 1917. Βέβαια αυτό δε σημαίνει καθόλου ότι η επανάσταση πρέπει να περιμένει πότε θα αναπτυχθούν οι παραγωγικές δυνάμεις περισσότερο και να καταλάβει την εξουσία, ούτε βέβαια περίμεναν και οι Μπολσεβίκοι.
Αποτελεί ρομαντική αυταπάτη να πιστεύει κανείς ότι μπορεί στο πλαίσιο μιας καπιταλιστικής κοινωνίας να ιδρύσει «συνεταιρισμούς συγκεκριμένης κλίμακας, οι οποίοι θα παράγουν προϊόντα... με κριτήρια διαφορετικά από αυτά της αγοράς». Με τι μέσα, με τι κεφάλαια, με τι εξοπλισμό, με τι κόστος ανά μονάδα προϊόντος; Και άλλη δουλειά δεν έχουν να κάνουν αυτοί οι ρομαντικοί που θα συμμετέχουν στο συνεταιρισμό ή θα ζουν με τα έσοδα από το συνεταιρισμό; Πώς θα επιβιώσουν αυτοί οι συνεταιρισμοί απέναντι στον ανταγωνισμό με τα προϊόντα των καπιταλιστικών επιχειρήσεων; Και αν έναν τέτοιο συνεταιρισμό τον ιδρύσουν και τον δημιουργήσουν ορισμένοι ρομαντικοί και ίσως άεργοι, που διαθέτουν όμως κεφάλαια, μπορεί να αποτελεί πρόταση προς την εργατική τάξη, για να εξασφαλίσει ποιότητα στα προϊόντα;
Νησίδες σοσιαλιστικές - κομμουνιστικές δε γίνονται στον καπιταλισμό. Ο σοσιαλισμός - κομμουνισμός είναι σύστημα αταξικό και ανταγωνιστικό προς τον καπιταλισμό. Ο καπιταλισμός που αναπτύχθηκε οικονομικά μέσα στα σπλάχνα της φεουδαρχίας ήταν ανταγωνιστικό προς τη φεουδαρχία σύστημα, αλλά ταξικό, γι' αυτό και χωρούσε η ανάπτυξή του μέσα σ' ένα άλλο ταξικό σύστημα. Υπάρχει διαφορά. Τέτοιες λοιπόν επιχειρήσεις και συνεταιρισμοί «όχι με τα κριτήρια της αγοράς» μπορούν να αναπτυχθούν μόνο μέσα στο σοσιαλισμό - κομμουνισμό και με την εργατική επαναστατική εξουσία.
Πραγματικά, η «γενικευμένη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου» αποτελεί κοινωνικό όραμα των κομμουνιστών και του Μαρξισμού. Αυτό όμως έχει ως προϋπόθεση εκτός των άλλων και τη «διεύρυνση της ικανότητας και δυνατότητας για πολυειδίκευση, για εναλλαγές στον τεχνικό καταμερισμό εργασίας» όπως γράφεται στις Θέσεις (σελ. 145 ΚΟΜΕΠ τεύχος 6, 2008), όπως και «η ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας - θεμελιακό στοιχείο για την αύξηση του κοινωνικού πλούτου, την ικανοποίηση των αναγκών και για την ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου - προϋποθέτει ανάπτυξη των μέσων παραγωγής» (στο ίδιο, σελ. 150). Αυτά για την άρση κάθε παρεξήγησης.
Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
ΚΟΒ Ντεπώ της ΚΟΘ
Ριζοσπάστης - 31 Ιανουαρίου 2009