Μελετώντας τις θέσεις της ΚΕ για τον σοσιαλισμό, ανακάλεσα στη μνήμη μου δύο περιστατικά της ευρύτερης πολιτικής ζωής.
Περιστατικό 1ο: Το 1981, λίγες μέρες πριν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας το ΠΑΣΟΚ, βρέθηκα κάτω από ένα αεροπανό που έγραφε: «Ο λαός θέλει, το ΠΑΣΟΚ μπορεί». Επεξεργαζόμενος το παραπάνω σύνθημα, συνειδητοποίησα ότι ήταν διατυπωμένο αντίστροφα. Ακόμα και ένα κόμμα της κλασικής σοσιαλδημοκρατίας στο σύνθημά του θα έγραφε: «Το ΠΑΣΟΚ θέλει, ο λαός μπορεί». Διαπιστώνοντας ότι η διατύπωση που είχε το σύνθημα δεν ήταν τυχαία, αλλά διαπερνούσε τη λογική του ΠΑΣΟΚ, ήμουν βέβαιος για την πορεία που θα ακολουθούσε.
Περιστατικό 2ο: Στις αρχές της δεκαετίας του '80 σε μια θεατρική σκηνή είχε ανέβει μια παράσταση με τίτλο «Μπλε άλογα σε κόκκινο χορτάρι», η οποία αναφερόταν στα πρώτα χρόνια μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση. Σε μία από τις σκηνές του έργου, συζητώντας ο Λένιν με μια συντρόφισσα, της θέτει το ερώτημα: Στη φράση «σοβιετική εξουσία» ποιο είναι το ουσιαστικό και ποιο είναι το επίθετο; Η συντρόφισσα απάντησε ότι το ουσιαστικό είναι η λέξη εξουσία και το επίθετο η λέξη σοβιετική. Ο Λένιν της επισήμανε ότι αυτό είναι σωστό γραμματικώς μόνο. Πολιτικά η σχέση είναι αντίστροφη. Το ουσιαστικό είναι η λέξη σοβιετική και το επίθετο η λέξη εξουσία.
Οπως σωστά αναφέρεται στη θέση 38, «η επαναστατική εργατική εξουσία θα στηριχτεί στους θεσμούς που θα γεννήσει η επαναστατική πάλη της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Οι αστικοί κοινοβουλευτικοί θεσμοί θα αντικατασταθούν από τους νέους θεσμούς της εργατικής τάξης». Είναι γνωστό ότι τα σοβιέτ ήταν οι θεσμοί που γεννήθηκαν μέσα από την επαναστατική πάλη στη Ρωσία και αντικατέστησαν τους αστικούς κοινοβουλευτικούς θεσμούς.
Είναι κοινότοπο να αναφέρω ότι στην αστική Δημοκρατία, αποκτώντας ένα κόμμα την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, δε διαχειρίζεται την εξουσία, αλλά τη διοίκηση. Η αστική τάξη δε συμμετέχει στην εξουσία, δεν τη μοιράζεται με το κυβερνών κόμμα. Η αστική τάξη έχει την εξουσία την οποία δε μοιράζεται με κανένα.
Η εξουσία της δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση από τη μία ή την άλλη επιλογή των πολιτικών εκπροσώπων της.
Επομένως, είναι απλό πόρισμα της μαρξιστικής θεωρίας ότι ένα κόμμα που έχει την αντίληψη «ο λαός θέλει το κόμμα μπορεί», ακόμη και αν έχει καλές προθέσεις είναι καταδικασμένο να αποτύχει.
Η κοινοβουλευτική αστική δημοκρατία, θεσμοθετημένη από την αστική τάξη, είναι δομημένη έτσι ώστε να εξασφαλίζει την κυριαρχία της. Ο Λένιν ήξερε ότι η ανατροπή της αστικής τάξης δεν μπορούσε παρά να γίνει από νέους πολιτικούς θεσμούς, από θεσμούς δηλαδή που θα γεννούσε η ίδια η επαναστατική διαδικασία.
Ετσι, όταν η ίδια η ζωή γέννησε τα σοβιέτ, οι κομμουνιστές μπήκαν μπροστά, οι μάζες αναγνώρισαν τον ηγετικό τους ρόλο και τους έβαλαν επικεφαλής.
Θεωρώ ότι διατυπώνοντας ο Λένιν το σύνθημα «όλη η εξουσία στα σοβιέτ» δεν εννοούσε «όλη η εξουσία στο κόμμα».
Μελετώντας τις θέσεις, μου γεννήθηκε το εξής σημαντικό, κατά τη γνώμη μου, ερώτημα, το οποίο οι θέσεις δεν το απαντούν: Πώς είναι δυνατόν η οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας να επηρεάζεται σε τέτοιο βαθμό από τις αποφάσεις του κομμουνιστικού κόμματος; Σε κομματικό επίπεδο το ερώτημα είναι: Πώς είναι δυνατόν η λειτουργία του κόμματος να επηρεάζεται ολοκληρωτικά από την επικράτηση στα κομματικά όργανα της μίας ή της άλλης αντίληψης;
Η θέση, η οποία έχει εμφανιστεί πολλές φορές στον κομματικό Τύπο, ότι η επικράτηση της ομάδας Μπουχάριν ή Τρότσκι στην ηγεσία του ΚΚΣΕ θα είχε καταστροφικά αποτελέσματα για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, αποκαλύπτει ένα σημαντικό πρόβλημα που υπήρχε τόσο στη λειτουργία του κομμουνιστικού κόμματος όσο και της κομμουνιστικής κοινωνίας. Πρόβλημα στη λειτουργία του κόμματος, διότι υποδηλώνει ότι η κομματική ηγεσία μπορεί να επιβληθεί στην κομματική βάση. Πρόβλημα, επίσης, στη λειτουργία της δικτατορίας του προλεταριάτου: Τα κόμματα είναι ομάδες ατόμων που τα χαρακτηρίζει η κοινή ιδεολογία (εποικοδόμημα). Οι τάξεις είναι ομάδες ατόμων που τους χαρακτηρίζει η κοινή θέση στην παραγωγή (υλική βάση). Επομένως, δεν είναι δυνατόν ένα κόμμα να μπορεί να επιβληθεί σε μία τάξη, η οποία μάλιστα έχει την εξουσία.
Θεωρώ ότι ένα από τα βασικά λάθη του ΚΚΣΕ ήταν η θεσμοθέτηση και νομική κατοχύρωση του καθοδηγητικού ρόλου του κομμουνιστικού κόμματος. Λίγο ως πολύ το σύνθημα ήταν: «Ο λαός θέλει το ΚΚΣΕ μπορεί». Τολμώ να διατυπώσω την εξής ακραία θέση: «Η εβδομηντάχρονη πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού με τα θετικά και τα αρνητικά της ήταν αποτέλεσμα επιλογών του κομμουνιστικού κόμματος και όχι της εργατικής τάξης».
Συνδέοντας τα παραπάνω με το χρέος του ΚΚΕ να τεθεί επικεφαλής της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην Ελλάδα, θεωρώ ότι η άποψη που διατυπώνεται στην αρχή της θέσης 21 «Η εργατική τάξη συγκροτείται ως ηγετική δύναμη της νέας εξουσίας, πάνω από όλα με το κόμμα της» εγκυμονεί κινδύνους. Η εργατική τάξη συγκροτείται ως ηγετική δύναμη της νέας κοινωνίας με θεσμούς που θα δημιουργήσει η ίδια με την καθοδήγηση του κόμματός της. Η εργατική τάξη στη σοσιαλιστική κοινωνία δε συμμετέχει στην εξουσία ούτε ασκεί εργατικό έλεγχο. Η εργατική τάξη στη σοσιαλιστική κοινωνία έχει την εξουσία. Το κομμουνιστικό κόμμα καθοδηγεί την εργατική τάξη στην άσκηση της εξουσίας.
Γνωρίζω πως η παραπάνω άποψη προβάλλει σχεδόν αιρετική. Αδυνατώντας να προβάλλω μια μορφοποιημένη θέση, για την υλοποίηση της παραπάνω άποψης, τολμώ τον εξής συλλογισμό:
Ο επιστήμονας Μαρξ, παρά το γεγονός ότι έχει την εικόνα μιας εργατικής τάξης ιδεολογικά και μορφωτικά υποβαθμισμένης, δεν κάνει το λάθος να τη θεωρήσει συμμετέχουσα στην εξουσία, δεν αναφέρεται σε εργατικό έλεγχο. Καταλήγει στο μεγαλοφυές συμπέρασμα ότι η κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη (και όχι από το κομμουνιστικό κόμμα) θα λύσει τη βασική αντίθεση της κοινωνίας, λύνοντας έτσι όλες τις δευτερεύουσες αντιθέσεις και απελευθερώνοντας ολόκληρη την κοινωνία.
Μετά τιμής
Ε. Κορφίατης
Δρ Φυσικης, Καθηγητής Μ. Ε.
Ριζοσπάστης - 13 Ιανουαρίου 2009