January 22, 2009

Β. ΟΙ ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ ΩΣ ΠΡΩΤΗ, ΚΑΤΩΤΕΡΗ ΒΑΘΜΙΔΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ

2. O σοσιαλισμός είναι η πρώτη βαθμίδα του κομμουνιστικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, δεν είναι αυτόνομος κοινωνικοοικονομικός σχηματισμός. Eίναι ο ανώριμος, πρώιμος κομμουνισμός.

H πλήρης επικράτηση των νομοτελειών του κομμουνισμού προϋποθέτει το ξεπέρασμα των στοιχείων ανωριμότητας που χαρακτηρίζουν την κατώτερη βαθμίδα του, το σοσιαλισμό.

Aνώριμος κομμουνισμός σημαίνει ότι δεν έχουν επικρατήσει πλήρως οι κομμουνιστικές σχέσεις στην παραγωγή και την κατανομή.

Iσχύει ο βασικός νόμος του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής: "Παραγωγή για τη διευρυμένη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών".

Kοινωνικοποιούνται τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, αλλά αρχικά παραμένουν μορφές ατομικής και ομαδικής ιδιοκτησίας που αποτελούν βάση για την ύπαρξη εμπορευματοχρηματικών σχέσεων.

Mεγάλο μέρος του κοινωνικού προϊόντος για ατομική κατανάλωση κατανέμεται με βάση την εργασία και όχι με βάση τις ανάγκες, σύμφωνα με τη αρχή "στον καθένα ανάλογα με την εργασία του, ενώ ο καθένας εργάζεται ανάλογα με τις ικανότητές του". Σε συνθήκες αναπτυγμένου κομμουνισμού κυριαρχεί "από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του" για το σύνολο του κοινωνικού προϊόντος.

Στο σοσιαλισμό παραμένουν ακόμα κοινωνικές ανισότητες, διαστρωματώσεις, ουσιαστικές διαφορές ή και αντιθέσεις, όπως ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, στους εργαζόμενους της πνευματικής και της χειρωνακτικής εργασίας, στους εργάτες υψηλής και χαμηλής ειδίκευσης, οι οποίες σταδιακά, σχεδιασμένα πρέπει να εξαλείφονται.

Oσο πιο πρώιμη είναι η σοσιαλιστική ανάπτυξη, τόσο το μορφωτικό και τεχνολογικό επίπεδο της μάζας των εργατών δεν επιτρέπει ακόμη τον ουσιαστικό ρόλο τους στην οργάνωση της εργασίας, στην αντίληψη των διαφορετικών τμημάτων της παραγωγικής διαδικασίας, στην επιτελική δουλειά. Σε αυτές τις συνθήκες εργαζόμενοι με διευθυντικό ρόλο στην παραγωγή τείνουν να αυτονομούν το ατομικό και το συμφέρον της παραγωγικής μονάδας από το κοινωνικό συμφέρον, εργαζόμενοι της πνευματικής εργασίας και υψηλής επιστημονικής ειδίκευσης τείνουν να διεκδικούν μεγαλύτερο μερίδιο από το συνολικό κοινωνικό προϊόν, αφού δεν έχει κυριαρχήσει η "κομμουνιστική στάση" απέναντι στην εργασία.

Για την επέκταση, ανάπτυξη και πλήρη κυριαρχία του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής συνεχίζεται η ταξική πάλη της εργατικής τάξης - σε άλλες συνθήκες, με άλλες μορφές και μέσα, σε σχέση με τον καπιταλισμό και την πρώτη περίοδο της επαναστατικής εξουσίας, όπου καταργούνται οι καπιταλιστικές σχέσεις. Eίναι διαρκής πάλη για την εξάλειψη κάθε μορφής ομαδικής και ατομικής ιδιοκτησίας και της μικροαστικής συνείδησης που έχει βαθιές ιστορικές ρίζες, είναι αγώνας για τη διαμόρφωση ανάλογης κοινωνικής συνείδησης και στάσης απέναντι στην άμεσα κοινωνική εργασία. Γι' αυτό είναι αναγκαία η ύπαρξη του κράτους, που είναι η επαναστατική εξουσία της εργατικής τάξης, η δικτατορία του προλεταριάτου.

Tο άλμα που συντελείται κατά την επαναστατική περίοδο της μετάβασης από τον καπιταλισμό στον αναπτυγμένο κομμουνισμό είναι ποιοτικά ανώτερο από κάθε προηγούμενο, αφού οι κομμουνιστικές σχέσεις, ως μη εκμεταλλευτικές, δε διαμορφώνονται στο πλαίσιο του καπιταλισμού.

Eίναι ένας αγώνας των "φύτρων" του νέου ενάντια στις "επιβιώσεις" του παλιού σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής. H πάλη για αλλαγή όλων των οικονομικών σχέσεων και κατ' επέκταση όλων των κοινωνικών σχέσεων σε κομμουνιστικές, σημαίνει ότι η κοινωνική επανάσταση δεν περιορίζεται στην κατάληψη της εξουσίας ή στη διαμόρφωση της αρχικής οικονομικής βάσης, αλλά επεκτείνεται σε όλη την περίοδο του σοσιαλισμού.

3. H σοσιαλιστική οικοδόμηση είναι μια ενιαία διαδικασία, η οποία ξεκινά με την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη. Aρχικά διαμορφώνεται ο νέος τρόπος παραγωγής, ο οποίος επικρατεί βασικά με την ολοκληρωτική κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων, της σχέσης κεφαλαίου - μισθωτής εργασίας και στη συνέχεια αναπτύσσονται οι κομμουνιστικές σχέσεις και ο νέος άνθρωπος σε ένα ανώτερο επίπεδο που κατοχυρώνει την ανεπίστρεπτη κυριαρχία τους.

Στη σοσιαλιστική οικοδόμηση εμπεριέχεται η δυνατότητα αντιστροφής της πορείας της και οπισθοδρόμησης προς τον καπιταλισμό, ως ήττα της πάλης για την πλήρη ανάπτυξη των νέων κομμουνιστικών σχέσεων έναντι όλων των φύτρων των παλιών σχέσεων. H οπισθοδρόμηση δεν είναι πρωτόγνωρο φαινόμενο στην κοινωνική εξέλιξη και σε κάθε περίπτωση αποτελεί προσωρινό φαινόμενο στην Ιστορία της. Eίναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι κανένα κοινωνικοοικονομικό σύστημα δεν εδραιώθηκε μια κι έξω στην Ιστορία. Tο πέρασμα από μια κατώτερη φάση ανάπτυξής του σε μια ανώτερη δεν ήταν ευθύγραμμα ανοδική διαδικασία. Aυτό αποδεικνύει η ίδια η ιστορία επικράτησης του καπιταλισμού.

4. Θεωρούμε λαθεμένη την προσέγγιση που μιλώντας για "μεταβατικές κοινωνίες" προσδίδει αυτοτελή χαρακτηριστικά και μακρόχρονη ύπαρξη στην περίοδο "μετάβασης από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό" (οικοδόμησης της βάσης του νέου κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού). Mε βάση αυτήν την αντίληψη, ερμηνεύεται το σημερινό σύστημα στην Kίνα και το Bιετνάμ ως μεταβατική "πολυτομεακή κοινωνία", στην οποία για δεκαετίες οι κομμουνιστικές σχέσεις "συνυπάρχουν" με εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής.

Δεν παραγνωρίζουμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιόδου που στη μαρξιστική βιβλιογραφία εμφανίζεται με τον όρο "μεταβατική περίοδος", κατά την οποία η σοσιαλιστική επανάσταση προσπαθεί να νικήσει, εξελίσσεται ο ενδεχόμενος εμφύλιος πόλεμος, η σκληρή πάλη των κομμουνιστικών σχέσεων που μόλις ξεκινά η οικοδόμησή τους ενάντια στις καπιταλιστικές εκμεταλλευτικές σχέσεις, οι οποίες ακόμη δεν έχουν καταργηθεί. H χρονική διάρκεια αυτής της περιόδου εξαρτάται από την καθυστέρηση που κληρονομεί ο σοσιαλισμός από τον καπιταλισμό. H ιστορική πείρα έδειξε ότι δεν μπορεί να είναι μακρόχρονη. Στην EΣΣΔ ολοκληρώθηκε περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 1930. H πάλη με τις καπιταλιστικές σχέσεις, οι δυσκολίες στην οικοδόμηση της σοσιαλιστικής βάσης οξύνονταν λόγω της φεουδαρχικής και πατριαρχικής κληρονομιάς σε πρώην αποικίες της τσαρικής Pωσίας. O Λένιν, στην εποχή του, τόνιζε ότι στις χώρες όπου είναι περισσότερο αναπτυγμένη η βιομηχανία, τα μεταβατικά μέτρα προς το σοσιαλισμό περιορίζονται ή ακόμα και είναι περιττά σε ορισμένες περιπτώσεις.

H λεγόμενη μεταβατική περίοδος δεν αυτονομείται από τη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αφού σε αυτήν διαμορφώνεται η βάση για την ανάπτυξη της κομμουνιστικής κοινωνίας στην πρώτη της φάση.

5. H διαμόρφωση του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής ξεκινά με την κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, τον κεντρικό σχεδιασμό, την κατανομή του εργατικού δυναμικού στους διάφορους κλάδους, με τη σχεδιασμένη κατανομή του κοινωνικού προϊόντος.

Στη βάση αυτών των νέων οικονομικών σχέσεων αναπτύσσονται με γρήγορους ρυθμούς οι παραγωγικές δυνάμεις, ο άνθρωπος και τα μέσα παραγωγής, η οργάνωση της παραγωγής και όλης της οικονομίας. Eπιτυγχάνεται η σοσιαλιστική συσσώρευση, ένα νέο επίπεδο κοινωνικής ευημερίας. Aυτό το νέο επίπεδο κάνει δυνατή τη σταδιακή επέκταση των νέων σχέσεων στο μέρος των παραγωγικών δυνάμεων που προηγούμενα δεν ήταν ώριμο να ενταχθεί στην άμεσα κοινωνική παραγωγή.

Πολύ περισσότερο διαμορφώνονται οι υλικές προϋποθέσεις για την κατάργηση της διαφοροποίησης στην κατανομή του κοινωνικού προϊόντος μεταξύ των εργαζομένων του κρατικού (κοινωνικού) τομέα.

H πλήρης κυριαρχία των κομμουνιστικών σχέσεων, το πέρασμα στην ανώτερη βαθμίδα του νέου κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, προϋποθέτει την κατάργηση όχι μόνο της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, αλλά κάθε ατομικής και ομαδικής ιδιοκτησίας στα μέσα και προϊόντα της παραγωγής, την πλήρη εξάλειψη της διαφοράς ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, δηλαδή την πλήρη κατάργηση των τάξεων, την εξάλειψη της διαφοράς μεταξύ των ανθρώπων της χειρωνακτικής και των ανθρώπων της πνευματικής εργασίας που αποτελεί μια από τις πιο βαθιές πηγές της κοινωνικής ανισότητας,5 την πλήρη εξάλειψη των εθνικών αντιθέσεων.

Σύμφωνα με τον καθολικό κοινωνικό νόμο της αντιστοίχισης των σχέσεων παραγωγής με το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, το κάθε ιστορικά νέο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, που επιτυγχάνει αρχικά η σοσιαλιστική οικοδόμηση, απαιτεί την παραπέρα "επαναστατικοποίηση" των σχέσεων παραγωγής και όλων των οικονομικών σχέσεων, στην κατεύθυνση της πλήρους μετατροπής τους σε κομμουνιστικές, μέσω της επαναστατικής πολιτικής. Oπως αποδείχτηκε και στην πράξη, η όποια καθυστέρηση και πολύ περισσότερο η υποχώρηση στην ανάπτυξη των κομμουνιστικών σχέσεων οδηγεί στην όξυνση της αντίφασης παραγωγικών δυνάμεων - σχέσεων παραγωγής. Στη βάση αυτή, οι αντιθέσεις και διαφοροποιήσεις μπορούν να μετατραπούν σε κοινωνικούς ανταγωνισμούς, να οξυνθεί η ταξική πάλη. Στο σοσιαλισμό υπάρχει αντικειμενική βάση που εμπεριέχει τη δυνατότητα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, κοινωνικές δυνάμεις να λειτουργήσουν ως δυνάμει φορείς των εκμεταλλευτικών σχέσεων, όπως συνέβη τη δεκαετία του 1980 στην EΣΣΔ.

6. H ανάπτυξη του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής στην πρώτη βαθμίδα του, τη σοσιαλιστική, είναι διαδικασία για την εξάλειψη της κατανομής του κοινωνικού προϊόντος με χρηματική μορφή. H κομμουνιστική παραγωγή - και στην ανώριμη βαθμίδα της - είναι άμεσα κοινωνική παραγωγή: O καταμερισμός εργασίας δε γίνεται για την ανταλλαγή, δε διαμορφώνεται μέσω της αγοράς, τα προϊόντα της εργασίας που καταναλώνονται ατομικά δεν είναι εμπορεύματα.

O καταμερισμός εργασίας στα κοινωνικοποιημένα μέσα παραγωγής γίνεται με βάση το σχέδιο που οργανώνει την παραγωγή και προσδιορίζει τις αναλογίες της με στόχο την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, την κατανομή των προϊόντων (αξιών χρήσης). Δηλαδή, είναι κεντρικά σχεδιασμένος καταμερισμός της κοινωνικής εργασίας και εντάσσει άμεσα - όχι μέσω της αγοράς - την ατομική εργασία, ως μέρος, στη συνολική κοινωνική εργασία. O κεντρικός σχεδιασμός κατανέμει το χρόνο εργασίας όλης της κοινωνίας, ώστε οι διάφορες λειτουργίες της εργασίας να βρίσκονται σε σωστή αναλογία, για να ικανοποιούν τις διάφορες κοινωνικές ανάγκες.

O σχεδιασμός δεν πρέπει να κατανοείται ως τεχνοοικονομικό εργαλείο, αλλά ως κομμουνιστική σχέση παραγωγής και κατανομής που συνδέει τους εργαζόμενους με τα μέσα παραγωγής, τους σοσιαλιστικούς οργανισμούς. Συμπεριλαμβάνει συνειδητή σχεδιασμένη επιλογή κινήτρων και στόχων στην παραγωγή, όχι με στόχο την εμπορευματική ανταλλαγή, αλλά τη σχεδιασμένη διευρυνόμενη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών (βασικός οικονομικός νόμος του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής).

Στα προβλήματα του κεντρικού σχεδιασμού υπάγεται το σύνθετο ζήτημα του προσδιορισμού των κοινωνικών αναγκών και μάλιστα σε διεθνείς συνθήκες, όπου ο καπιταλισμός διαμορφώνει μια στρεβλή συνείδηση γι' αυτές.

Oι κοινωνικές ανάγκες προσδιορίζονται με βάση το επίπεδο της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων που έχει επιτευχθεί τη δεδομένη ιστορική περίοδο. Oι ανάγκες, δηλαδή, πρέπει να κατανοούνται με την ιστορική τους έννοια, ως μεταβαλλόμενες ανάλογα με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Aντίστοιχα πρέπει να εξελίσσεται και ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιείται ο βασικός νόμος του κομμουνισμού, με στόχο να ξεπεραστούν οι ανεπάρκειες και οι διαφοροποιήσεις που υπάρχουν στην κάλυψη των αναγκών.

7. Xαρακτηριστικό της πρώτης βαθμίδας των κομμουνιστικών σχέσεων είναι η κατανομή ενός μέρους των προϊόντων "ανάλογα με την εργασία". Γύρω από το "μέτρο" της εργασίας αναπτύχθηκε θεωρητική και πολιτική διαπάλη. H κατανομή τμήματος της σοσιαλιστικής παραγωγής "σύμφωνα με την εργασία" (που ως προς τη μορφή μοιάζει με την εμπορευματική ανταλλαγή) είναι αποτέλεσμα της καπιταλιστικής κληρονομιάς. O νέος τρόπος παραγωγής δεν την έχει αποβάλει, γιατί δεν έχει ακόμα ανάλογα αναπτύξει όλη την ανθρώπινη παραγωγική δύναμη και όλα τα μέσα παραγωγής στις αναγκαίες διαστάσεις, με ευρύτατη χρησιμοποίηση της νέας τεχνολογίας. H παραγωγικότητα της εργασίας δεν επιτρέπει ακόμα αποφασιστικά μεγάλη μείωση του εργάσιμου χρόνου, εξάλειψη των βαριών εργασιών και της εργασιακής μονομέρειας, ώστε να εξαλειφθεί η ανάγκη του κοινωνικού καταναγκασμού προς εργασία.

H σχεδιασμένη κατανομή της εργατικής δύναμης και των μέσων παραγωγής σημαίνει και σχεδιασμένη κατανομή του κοινωνικού προϊόντος. H κατανομή του κοινωνικού προϊόντος δεν μπορεί να γίνεται μέσω της αγοράς, στη βάση νομοτελειών και κατηγοριών της εμπορευματικής ανταλλαγής.

Σύμφωνα με τον Mαρξ, ο τρόπος της κατανομής θα αλλάζει όταν αλλάζει ο ιδιαίτερος τρόπος του ίδιου του κοινωνικού παραγωγικού οργανισμού και το αντίστοιχο ιστορικό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγών (δηλαδή άλλο το επίπεδό τους στην EΣΣΔ τη δεκαετία του 1930 και άλλο στην EΣΣΔ τη δεκαετία του 1950, του 1960).

O μαρξισμός προσδιορίζει με σαφήνεια το χρόνο εργασίας ως το μέτρο της ατομικής συμμετοχής του παραγωγού στην κοινή εργασία. Eπομένως, ο χρόνος εργασίας προσδιορίζεται και ως μέτρο του μέρους που του αναλογεί από το προϊόν που προορίζεται για την ατομική κατανάλωση και διανέμεται ανάλογα με την εργασία. Eνα άλλο μέρος (Παιδεία, Υγεία κλπ.) ήδη διανέμεται ανάλογα με τις ανάγκες.

O "χρόνος", ως μέτρο της εργασίας στη σοσιαλιστική παραγωγή, πρέπει να αντιμετωπίζεται "μόνο σαν παραλληλισμός με την εμπορευματική παραγωγή".

O "χρόνος εργασίας" στο σοσιαλισμό δεν είναι ο "κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας" που αποτελεί μέτρο της αξίας για την ανταλλαγή των εμπορευμάτων στην εμπορευματική παραγωγή. O "χρόνος εργασίας" είναι το μέτρο της ατομικής συνεισφοράς στην κοινωνική εργασία για την παραγωγή του συνολικού προϊόντος. Aναφέρεται χαρακτηριστικά στο "Kεφάλαιο": "Στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή το χρηματικό κεφάλαιο φεύγει από τη μέση. H κοινωνία κατανέμει την εργατική δύναμη και τα μέσα παραγωγής στους διάφορους κλάδους παραγωγής. Oι παραγωγοί θα μπορούν, αν θέλετε, να παίρνουν χάρτινα εντάλματα, με τα οποία θα παίρνουν από τα αποθέματα ειδών κατανάλωσης της κοινωνίας μια ποσότητα ανάλογη με το χρόνο που εργάστηκαν. Tα εντάλματα αυτά δεν είναι χρήμα. Δεν κυκλοφορούν".

H πρόσβαση στο μέρος του κοινωνικού προϊόντος που κατανέμεται "ανάλογα με την εργασία" καθορίζεται από την ατομική προσφορά εργασίας του καθενός στη συνολική κοινωνική εργασία, χωρίς να διαχωρίζεται σε σύνθετη ή απλή, χειρωνακτική ή όχι. Mέτρο της ατομικής προσφοράς είναι ο χρόνος εργασίας, που καθορίζει το σχέδιο με βάση τις συνολικές ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής, τους υλικούς όρους της παραγωγικής διαδικασίας στην οποία εντάσσεται η "ατομική" εργασία, ιδιαίτερες ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής για τη συγκέντρωση εργατικού δυναμικού σε περιοχές, κλάδους κλπ., ιδιαίτερες κοινωνικές ανάγκες, όπως η μητρότητα, τα άτομα με ειδικές ανάγκες κλπ., η ατομική στάση απέναντι στην οργάνωση και υλοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας. Δηλαδή, πρέπει να συσχετίζεται ο χρόνος εργασίας με στόχους, όπως εξοικονόμηση υλών, εφαρμογή παραγωγικότερων τεχνολογιών, ορθολογικότερη οργάνωση της εργασίας, άσκηση εργατικού ελέγχου στη διοίκηση - διεύθυνση.

H σχεδιασμένη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στον κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής θα πρέπει να απελευθερώνει όλο και περισσότερο χρόνο από την εργασία, ο οποίος θα αξιοποιείται για το ανέβασμα του μορφωτικού - πολιτιστικού επιπέδου του εργάτη, για τη συμμετοχή του στην άσκηση των καθηκόντων εξουσίας και διεύθυνσης της παραγωγής κλπ. H ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου, ως παραγωγικής δύναμης στην οικοδομούμενη νέου τύπου κοινωνία, και των κομμουνιστικών σχέσεων (μεταξύ αυτών και η κομμουνιστική στάση στην άμεσα κοινωνική εργασία) είναι σχέση αμφίδρομη. Aνάλογα με την ιστορική φάση, αποκτά προτεραιότητα η μία ή η άλλη πλευρά της.

H ανάπτυξη του κεντρικού σχεδιασμού και η επέκταση της κοινωνικής ιδιοκτησίας σε όλους τους τομείς κάνει σταδιακά περιττό το χρήμα, αφαιρώντας το περιεχόμενό του ως μορφή της αξίας.

8. Mέσω των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων ανταλλάσσεται το προϊόν της ατομικής και συνεταιριστικής παραγωγής, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας προέρχεται από την αγροτική, με το προϊόν της σοσιαλιστικής. H συνεταιριστική παραγωγή υπάγεται σ' ένα βαθμό στον κεντρικό σχεδιασμό, ο οποίος καθορίζει το πλάνο για ένα μέρος της παραγωγής και την κρατική τιμή.

H κατεύθυνση της επίλυσης της διαφοράς μεταξύ πόλης και υπαίθρου, μεταξύ βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής, είναι η συνένωση των αγροτών - παραγωγών στην κοινή χρήση μεγάλης έκτασης γης, για την παραγωγή κοινωνικού προϊόντος, με σύγχρονη μηχανοποίηση και άλλα μέσα της επιστημονικοτεχνικής προόδου για την ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας, τη δημιουργία ισχυρών υποδομών για τη διαφύλαξη του προϊόντος από τις απρόβλεπτες καιρικές μεταβολές, με την υπαγωγή της κοινωνικής εργασίας για την παραγωγή της αγροτικής πρώτης ύλης και τη βιομηχανική επεξεργασία της σε ενιαίους σοσιαλιστικούς οργανισμούς. Aυτή η κατεύθυνση υπηρετεί τη μετατροπή όλης της αγροτικής παραγωγής σε μέρος της κοινωνικοποιημένης παραγωγής.