January 22, 2009

1o ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

Α. Βασικές τάσεις: Αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων και επιβράδυνση της παγκόσμιας καπιταλιστικής ανάπτυξης

1. Οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί εξελίσσονται σε όλα τα πεδία - οικονομικό, στρατιωτικό, πολιτικό - και μεταξύ διαφόρων ομάδων κρατών. Εκδηλώνονται ακόμα και στο πεδίο της περιβαλλοντικής πολιτικής, ανάμεσα στα διεθνικά μονοπώλια αλλά και στα καπιταλιστικά κράτη.

Οι εστίες πολέμου, που εμφανίστηκαν μετά τη διαμόρφωση νέων αγορών στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, παραμένουν θερμές ή κινδυνεύουν να περάσουν σε νέα αναζωπύρωση, καθώς εντείνονται οι ανταγωνισμοί πρώτ? απ? όλα για τον έλεγχο των πηγών και των αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου. Σε αυτές τις συνθήκες οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ εγκαθιστούν νέους πυραύλους στην Ευρώπη, ενώ οι ΗΠΑ υποκίνησαν την επίθεση της Γεωργίας κατά της Νότιας Οσετίας, που προκάλεσε την ανταπάντηση της Ρωσίας. Η περιοχή του Καυκάσου αναδεικνύεται σε θερμή ζώνη του αμερικανο-ρωσικού ανταγωνισμού, περικλείει νέους κινδύνους γενικότερης ανάφλεξης στην περιοχή, στην οποία εμπλέκονται και η ΕΕ, το ΝΑΤΟ, η Τουρκία και άλλες δυνάμεις.

Ενισχύεται ο ανταγωνισμός για τη στρατιωτική παρουσία και πολιτική επιρροή των διαφόρων ιμπεριαλιστικών κέντρων στην Κεντρική Ασία, στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική, καθώς και στην Αρκτική. Αυξάνονται οι στρατιωτικές δαπάνες, οι εξαγωγές όπλων, ο σχεδιασμός παραγωγής και εγκατάστασης νέων πυρηνικών όπλων.

2. Το Διεθνές Δίκαιο, όπως το γνώρισαν οι λαοί στην περίοδο της ενεργητικής παρουσίας και δράσης του σοσιαλιστικού συστήματος στις διεθνείς υποθέσεις, δεν υπάρχει. Εχει υποκατασταθεί πλήρως από το ιμπεριαλιστικό δόγμα του «προληπτικού χτυπήματος», της εκστρατείας «κατά της τρομοκρατίας». Ιδιαίτερα επικίνδυνη στρατηγική είναι αυτή των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων με την επίκληση του λεγόμενου «αυτοπροσδιορισμού» ως προσχήματος για την υποκίνηση μειονοτικών ζητημάτων και τη δημιουργία κρατών - προτεκτοράτων.

Οι αναζητήσεις και οι προβληματισμοί για την αποκαλούμενη «αναμόρφωση του ΟΗΕ», για «νέα συστήματα ασφαλείας» στην Ευρώπη και οι διακηρύξεις σε παγκόσμιο επίπεδο περί του «πολυπολικού κόσμου» αντανακλούν την τάση αλλαγής του συσχετισμού μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων, αλλά και την ενιαία προσπάθειά τους απέναντι στους λαούς, για να συγκαλύπτεται ο επιθετικός χαρακτήρας των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και ενώσεων. Στη συγκάλυψη συμβάλλει και ο οπορτουνιστικός αποπροσανατολισμός για το δήθεν εξανθρωπισμό του ΟΗΕ. Ο πόλεμος, η βία και ο εκβιασμός - εκφοβισμός, η κρατική απειλή, η τρομοκρατία είναι σύμφυτα με τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του καπιταλιστικού συστήματος, πολύ περισσότερο στο ανώτατο στάδιό του, το ιμπεριαλιστικό.

3. Δύο τάσεις διακρίνονται στη διεθνή καπιταλιστική οικονομία:
α) Συνεχίζεται και βαθαίνει η τάση μεταβολής του συσχετισμού στην παγκόσμια αγορά, τάση που κυριαρχεί σε όλη την τελευταία τετραετία και εκδηλώνεται με: Υποχώρηση του μεριδίου των ΗΠΑ στο παγκόσμιο ΑΕΠ. Ανοδο της Κίνας. Βελτίωση του μεριδίου της ΕΕ, χωρίς όμως η παραγωγικότητα της εργασίας της να φτάνει εκείνη των ΗΠΑ. Σταδιακή βελτίωση της θέσης της Ρωσίας, της Ινδίας, ακόμα και της Βραζιλίας ως μερίδια στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν.

Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να κατέχουν την 1η θέση και η ΕΕ των «27», ως σύνολο, τη 2η θέση. Η Κίνα, με κριτήριο το μερίδιο στο παγκόσμιο ΑΕΠ, μετρούμενο σε μονάδες ισότιμης αγοραστικής δύναμης ανέβηκε στη 2η θέση (αν δεν υπολογιστεί η ΕΕ ως σύνολο), ξεπερνώντας την Ιαπωνία και τη Γερμανία κατά την τελευταία τριετία. Εξακολουθεί όμως να παραμένει χαμηλό το κατά κεφαλήν εγχώριο προϊόν της, η μέση παραγωγικότητα της εργασίας της.

Οι λεγόμενες προηγμένες οικονομίες (31 κράτη συνολικά, σύμφωνα με την κατάταξη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), μεταξύ αυτών ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ευρωζώνη) κατέχουν το 56,4% του Παγκόσμιου Ακαθάριστου Προϊόντος και οι αναδυόμενες - αναπτυσσόμενες οικονομίες [Αφρικής, Ασίας, Μ. Ανατολής, Λ. Αμερικής και Δυτ. Ημισφαιρίου, Κεντρ. και Αν. Ευρώπης (ΚΑΕ) και ΚΑΚ, συνολικά 141 κράτη] κατέχουν το 43,6%.

β) Στο τελευταίο τρίμηνο του 2007 παρουσιάστηκε ελαφρά επιβράδυνση της παγκόσμιας καπιταλιστικής ανάπτυξης, η οποία συνεχίστηκε και βάθυνε στη διάρκεια του 2008, χωρίς να αποκλείεται να εξελιχθεί σε κρίση.

Για τις προηγμένες οικονομίες η κάμψη είναι πιο εμφανής: Αυξητική μεταβολή του Παγκόσμιου Ακαθάριστου Προϊόντος 1,3% το 2008/2007, έναντι 2,7% το 2007/2006 και 3% το 2006/2005.

4. Η επιβράδυνση αρχικά εκδηλώθηκε με κρίση στη σφαίρα κυκλοφορίας του χρηματικού κεφαλαίου (χρηματοπιστωτικός τομέας), που αντανακλούσε κρίση στον κατασκευαστικό τομέα των ΗΠΑ και όχι μόνο. Πρόκειται για κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου στην αμερικανική οικονομία, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, με εμφανή επίδραση στην κατηγορία των προηγμένων οικονομιών και ιδιαίτερα στην ΕΕ.

Τα ιμπεριαλιστικά κέντρα ανησυχούν για τη σταθερότητα του συστήματος μπροστά στο ενδεχόμενο εκδήλωσης μιας βαθύτερης και πιο συγχρονισμένης κρίσης, συνυπολογίζοντας: Την εμφανή εκδήλωση κρίσης στην οικονομία των ΗΠΑ. Την τάση απαξίωσης του χρηματικού κεφαλαίου σε ισχυρές οικονομίες κρατών - μελών της ΕΕ. Την επιβράδυνση στην Ιαπωνία και στην ΕΕ - 27. Την επίδρασή τους στην παγκόσμια οικονομία, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχουν ήδη μεσολαβήσει 6 - 7 χρόνια αναζωογόνησης και ανόδου. Την άνοδο των διεθνών τιμών του πετρελαίου και των τροφίμων.

Οι αστικές κυβερνήσεις, παραμένοντας σταθερές στις στρατηγικές επιλογές απελευθέρωσης των αγορών και περιορισμού του εργατικού και λαϊκού εισοδήματος, ανησυχούν και προβληματίζονται για τη διαχείριση του ενδεχόμενου ταυτόχρονης μείωσης του εξωτερικού εμπορίου και των Αμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ), σε συνδυασμό με τη μείωση της εγχώριας ζήτησης.

5. Γίνονται πιο ορατές οι αντιφάσεις που διέπουν τις αστικές επιλογές στη διαχείριση της κρίσης. Η διεθνής καπιταλιστική οικονομία είχε βρεθεί αντιμέτωπη με τρεις σχετικά βαθιές κρίσεις από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Ετσι, η αστική πολιτική πέρασε σταδιακά από την κεϋνσιανή στη φιλελεύθερη διαχείριση τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Σημαντικά στοιχεία αυτής της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης ήταν η «απελευθέρωση» στρατηγικών τομέων της οικονομίας από την κρατική προστασία και η επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων που επέφεραν μείωση του πραγματικού λαϊκού εισοδήματος. Παράλληλα, ένα ορισμένο επίπεδο λαϊκής κατανάλωσης διατηρήθηκε με την αύξηση των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων, η διόγκωση των οποίων εξερράγη και υπό την πίεση που άσκησαν οι κερδοσκοπικές κινήσεις σ' αυτά.

Αστοί οικονομολόγοι μιλούν για «νέα περίοδο στασιμοπληθωρισμού», ενώ ενισχύονται και οι νεοκεϋνσιανοί προβληματισμοί, κυρίως ως προς την ανάγκη να διατηρηθούν ισχυρά κρατικά μετοχικά πακέτα σε στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεις.

Προβληματισμοί για τη διαχείριση της κρίσης στρέφονται και σε μια νέα και παρατεταμένη διεθνή διακρατική ρύθμιση της κίνησης του χρηματικού κεφαλαίου από το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, τη διεθνή αγορά προεξοφλητικών δικαιωμάτων, το G8 κλπ. Αυτοί οι προβληματισμοί αναφέρονται σε ένα διεθνές καπιταλιστικό σύστημα με μεγάλο βαθμό συσσώρευσης και συγκεντροποίησης κεφαλαίων και με το μεγαλύτερο βαθμό απελευθέρωσης στην κίνησή τους για την περίοδο μετά τη μεγάλη κρίση του 1929 - 32.

Β. Η όξυνση της βασικής αντίθεσης

6. Οξύνθηκε η βασική αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την ατομική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της.

Γενική είναι η τάση επιδείνωσης της θέσης της εργατικής τάξης και των αυτοαπασχολούμενων στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Π.χ. στις ΗΠΑ οι 400 πιο πλούσιοι αύξησαν την περιουσία τους κατά 23% το 2007/2006, ενώ οι ανασφάλιστοι και μερικώς ασφαλισμένοι εργαζόμενοι στη διετία 2006 - 2007 έφτασαν στο 34,7% του συνόλου (στοιχεία Εκθεσης του Διεθνούς Ινστιτούτου για την Οικονομική Ανάπτυξη).

Γενικότερα, η όξυνση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού στη διεθνή καπιταλιστική αγορά διεύρυνε τη σχετική και απόλυτη φτώχεια και στις πιο αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες, επιδείνωσε τις συνθήκες της λαϊκής διαβίωσης και προστασίας της δημόσιας υγείας (π.χ. ρύπανση του περιβάλλοντος).

Η προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων επέδρασε στην εσωτερική διαφοροποίηση της εργατικής τάξης. Με τις ιδιωτικοποιήσεις και την «απελευθέρωση» τομέων στρατηγικής σημασίας (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες κλπ.) επεκτάθηκαν οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις σε μεγάλο μέρος των μισθωτών, όχι μόνο στους ιδιωτικούς ομίλους, αλλά και στις πρώην κρατικές παραγωγικές επιχειρήσεις. Αντικειμενικά, αυτά τα τμήματα της εργατικής τάξης, ιδιαίτερα τα νεότερα σε ηλικία, μπορούν ευκολότερα να αφυπνιστούν. Ταυτόχρονα, η άρχουσα τάξη προσαρμόζει την πολιτική των κοινωνικών συμμαχιών της με την εξαγορά ενός τμήματος μισθωτών εργαζομένων στους μονοπωλιακούς ομίλους, ενώ παράλληλα στηρίζει την αναπαραγωγή σημαντικού μέρους των μεσαίων στρωμάτων, κυρίως αυτών που σχετίζονται με τις νέες τεχνολογίες.

Τη λαϊκή αγανάκτηση προκαλεί και η ραγδαία άνοδος της τιμής των καυσίμων και των τροφίμων, παρότι δε συνειδητοποιούνται οι βαθύτερες αιτίες τους. Η αύξηση της τιμής του πετρελαίου εκφράζει: Την απώλεια της συναλλαγματικής ισοδυναμίας του δολαρίου. Τις αντιθέσεις και τον ανταγωνισμό για τα μερίδια της διεθνούς καπιταλιστικής αγοράς στις ενεργειακές ύλες, αφού κίνητρο της παραγωγής είναι η διασφάλιση της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων σ? όλες τις φάσεις που μεσολαβούν από την εξόρυξη μέχρι και τη λαϊκή κατανάλωση, δηλαδή τη διύλιση, τη μεταφορά, το χονδρικό και λιανικό εμπόριο. Τις κινήσεις ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που παράγουν και ελέγχουν τα αποθέματα πετρελαίου, για την ενίσχυση της θέσης τους. Την κερδοσκοπική δράση στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων, με την αγοραπωλησία προθεσμιακών συμβολαίων. Την υπέρογκη κρατική φορολογία, που χρηματοδοτεί στη συνέχεια και πάλι το μεγάλο κεφάλαιο. Τη διασφάλιση της υψηλής κερδοφορίας και με μέτρα συγκράτησης της παραγωγής για να αναχαιτιστεί έγκαιρα μια πτώση των τιμών, εξαιτίας ανεβασμένης προσφοράς.

Γ. Το πρόβλημα του περιβάλλοντος και η απατηλή διέξοδος της «πράσινης οικονομίας»

7. Οι διαφαινόμενες κλιματικές αλλαγές, η τάση υπερθέρμανσης του πλανήτη που, ως ένα βαθμό, είναι αποτέλεσμα της άναρχης ανάπτυξης με κριτήριο το καπιταλιστικό κέρδος, της εμπορευματοποίησης της γης και της ενέργειας, αξιοποιούνται από διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα, για να αναπτυχθεί μια νέα αγορά εμπορευμάτων τεχνολογίας εξοικονόμησης ενέργειας, καθώς και το εμπόριο ρύπων. Από ορισμένους φορείς παρουσιάζονται συχνά αποσπασματικά οι αιτίες και διογκωμένες οι συνέπειες του υπαρκτού φαινομένου των κλιματικών αλλαγών.

Η διαχείριση ανάλογων προβλημάτων προβάλλεται ως «πράσινη οικονομία» αποσπασμένη από το χαρακτήρα της ιδιοκτησίας στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής και της εξουσίας. Εχει ορισμένες αναλογίες με τη «νέα οικονομία», των εκτεταμένων επενδύσεων στους τομείς τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής στη δεκαετία του ?90. Περιλαμβάνει επενδύσεις σε καινοτόμες ενεργειακές τεχνολογίες, επενδύσεις που καλύπτουν μεγάλο φάσμα βιομηχανικών κλάδων, από την ενέργεια και τις κατασκευές έως τους μεταποιητικούς κλάδους της αυτοκινητοβιομηχανίας και των τροφίμων.

Το Πρωτόκολλο του Κιότο δημιουργεί μια νέα καπιταλιστική αγορά του εμπορίου ρύπων. Το δικαίωμα στο «ρυπαίνειν» ανταλλάσσεται έναντι αντιτίμου στο «χρηματιστήριο» του διοξειδίου του άνθρακα. Προκρίνονται σημαντικές κρατικές επιδοτήσεις προς μονοπωλιακούς ομίλους για εφαρμογές της λεγόμενης «πράσινης οικονομίας».

Στην προώθηση της «πράσινης οικονομίας» πρωτοστατεί η ΕΕ, εξαιτίας τού ότι υστερεί σημαντικά έναντι των ΗΠΑ και της Ρωσίας στον έλεγχο των πηγών και των οδών μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου. Προβλέπεται αύξηση της εξάρτησής της από τις ορυκτές πηγές ενέργειας από 50% το 2000 σε 70% το 2020, αν δεν αναπτύξει περαιτέρω τις εναλλακτικές μορφές ενέργειας. Ετσι, προσανατολίζεται στην ενίσχυση διαφορετικών ενεργειακών πηγών και τεχνολογιών (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, πυρηνική σχάση και σύντηξη), καθώς και μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, τα οποία χαρακτηρίζει ως μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος. Παράλληλα, επιδιώκει να διαμορφωθεί ένα παγκόσμιο δεσμευτικό θεσμικό πλαίσιο μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου, το Πρωτόκολλο του Κιότο, το οποίο συνάντησε την αντίδραση των ΗΠΑ, Αυστραλίας κ.ά.

Ο στόχος περιορισμού της παραγωγής ρύπων αξιοποιείται στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό για το μοίρασμα των αγορών, για την αναχαίτιση της δυναμικής της Κίνας, της Ρωσίας, αναδυόμενων δυνάμεων, όπως η Βραζιλία, που διεκδικούν ευνοϊκότερες ρυθμίσεις στις διεθνείς αγορές χρήματος και εμπορευμάτων.

Για την εξασφάλιση συμμαχιών με λαϊκό έρεισμα προωθούνται κυβερνητικές καμπάνιες λαϊκής «ευαισθητοποίησης για το περιβάλλον», πρώτ? απ? όλα στα σχολεία, στηρίζονται Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) κ.ά.

Δ. Ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις

8. Σημαντική εξέλιξη αποτελεί η διαφαινόμενη αναδιάρθρωση των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και των αντίπαλων πόλων, με τη σταδιακή προσέγγιση Ρωσίας - Γερμανίας. Ταυτόχρονα, εξελίσσεται η συνεργασία των Ρωσίας - Κίνας.

Η αναβαθμισμένη παρουσία και ισχυροποίηση στο διεθνές προσκήνιο των Ρωσίας, Κίνας, Ινδίας, Βραζιλίας και των περιφερειακών ενώσεων ? «Συνεργασία της ομάδας της Σαγκάης», «Ενωση Νοτιοανατολικών Ασιατικών Εθνών» (ΑΣΕΑΝ), «Κοινότητα Νοτιοαμερικανικών Εθνών» (CSΝ) κ.ά. ? τείνει να διαμορφώσει νέα δεδομένα στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό για το μοίρασμα των αγορών.

Στη Λατινική Αμερική ενισχύεται η τάση συμμαχίας και προώθησης διαδικασιών οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών της, με στόχο την αναβάθμιση έναντι των πιέσεων και εξαρτήσεων από τις ΗΠΑ.

Σε εξέλιξη βρίσκεται η τάση απώλειας και αμφισβήτησης θέσεων των ΗΠΑ στη διεθνή αγορά. Η απώλεια θέσεων των ΗΠΑ αποτυπώνεται: Με την τάση μείωσης του μεριδίου των ΗΠΑ στο παγκόσμιο ΑΕΠ (παρότι διατηρεί την πρώτη θέση). Με την πτώση της ανταλλακτικής ισοδυναμίας του δολαρίου έναντι του ευρώ, ιδιαίτερα την τελευταία τριετία. Με τη σταδιακή αναγνώριση του ευρώ ως διεθνούς νομίσματος, ιδιαίτερα στην αγορά πετρελαίου και κυρίως από το Ιράν, αλλά και ως διακηρυγμένη πρόθεση άλλων πετρελαιοπαραγωγών χωρών (π.χ. Βενεζουέλα).

Η ΕΕ ως σύνολο ενίσχυσε τη θέση της στη διεθνή καπιταλιστική αγορά. Σε αυτό συνέβαλαν η νομισματική ενοποίηση, οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις, η ενιαία κοινοτική στρατηγική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που διαπερνά την οικονομική πολιτική των κρατών - μελών της. Παράλληλα, εντείνονται οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ως κράτη - μέλη της, όπου αναπτύσσονται δύο κεντρικοί άξονες, ο «γαλλογερμανικός» και ο «βρετανικός», με το δεύτερο να συνδέεται περισσότερο οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά με τις ΗΠΑ, συγκροτώντας την αποκαλούμενη «αμερικανοβρετανική συμμαχία». Σε αυτούς τους άξονες συντάσσονται, με αντιφάσεις, τα υπόλοιπα, μικρότερης ισχύος, κράτη - μέλη. Η συμμαχική σχέση Γερμανίας - Γαλλίας οριοθετείται από τα ξεχωριστά συμφέροντα των δύο κρατών.

Η Γαλλία αναπτύσσει διακριτές πρωτοβουλίες συνεργασίας στην Ανατολική Ευρώπη, στην Ουκρανία, στον Καύκασο. Πρωταγωνίστησε στη νέα πρωτοβουλία τής «Ενωσης για τη Μεσόγειο» ως Ευρωμεσογειακής ζώνης ελεύθερου εμπορίου, με στόχο την αναβάθμιση της επιρροής της στην περιοχή. Στην αρχική πρόταση της γαλλικής κυβέρνησης περιλαμβάνονταν μόνο τα μεσογειακά κράτη - μέλη της ΕΕ, ώστε η Γαλλία να αποκτούσε ηγετικό ρόλο. Με την αντίδραση της Γερμανίας διαμορφώθηκε η συμβιβαστική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που περιλάμβανε το σύνολο των κρατών - μελών της ΕΕ.

Οι ΗΠΑ διαμορφώνουν δικά τους ερείσματα στο εσωτερικό της ΕΕ, όπως με τη συγκρότηση του τόξου μεταξύ των βαλτικών κρατών, της Πολωνίας, της Τσεχίας, της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας, της Αλβανίας και της ΠΓΔΜ, οι οποίες δρουν ενιαία για τη ανάπτυξη της πυραυλικής «ασπίδας» των ΗΠΑ στην Ευρώπη και γενικότερα για τη στήριξη των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων του «αμερικανοβρετανικού άξονα».

Κάθε συμμαχία διέπεται ταυτόχρονα από αντίρροπες τάσεις (φυγόκεντρες και κεντρομόλες), τόσο στο εσωτερικό της όσο και σε σχέση με τις αντίπαλες συμμαχίες.

9. Η σταδιακή προσέγγιση της Γερμανίας και της Ιταλίας με τη Ρωσία στηρίχθηκε στην ανάγκη των μεν πρώτων για πετρέλαιο και φυσικό αέριο, της δε Ρωσίας για να επεκτείνει τις εξαγωγές της, όχι μόνο με την εξαγωγή πετρελαίου αλλά και με άμεσες επενδύσεις κεφαλαίου, κυρίως στην εμπορία πετρελαίου και των παραγώγων του, στη μεγάλη αγορά της ΕΕ. Η ΕΕ εισάγει το 50% των συνολικών εξαγωγών της Ρωσίας, ενώ τη μερίδα του λέοντος των κοινοτικών εξαγωγών προς τη Ρωσία κατέχει η Γερμανία, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στις εισαγωγές της Ρωσίας.

Η Ρωσία αποκρυστάλλωσε τις στρατηγικές ενεργειακές συμμαχίες της με τη Γερμανία και την Ιταλία στους αγωγούς φυσικού αερίου Nord και South Stream και αξιοποίησε τις αντίστοιχες χώρες διέλευσης για να αυξήσει τη γεωπολιτική της επιρροή στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ (Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουγγαρία). Στο βαθμό που θα υλοποιηθούν τα σχέδιά της, αποδυναμώνονται ή ματαιώνονται τα ανταγωνιστικά σχέδια των ΗΠΑ. Η καπιταλιστική Ρωσία, διαθέτοντας τεράστια φυσικά αποθέματα, πυρηνικό οπλοστάσιο, κληρονομημένες υποδομές από την ΕΣΣΔ και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, έχει προϋποθέσεις να αναβαθμίσει τη θέση της στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Αυτό το ενδεχόμενο δεν αποτελεί εγγύηση για τους λαούς έναντι των ΗΠΑ και άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων, όπως συνέβαινε με την ΕΣΣΔ, συνολικά με το σοσιαλιστικό σύστημα και το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, γιατί ο χαρακτήρας της σημερινής Ρωσίας είναι ιμπεριαλιστικός.

Εκφραση της σταδιακής προσέγγισης Ρωσίας - Γερμανίας αποτελεί και η έκβαση της Εαρινής Συνόδου 2008 του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, όπου δεν υπήρξε συμφωνία με τις ΗΠΑ για την άμεση ένταξη της Ουκρανίας και της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ.

10. Οι ανταγωνισμοί και η συγκεντροποίηση οξύνονται και στους άλλους κλάδους στρατηγικής σημασίας, όπως στις τηλεπικοινωνίες, στις μεταφορές (ιδιαίτερα θαλάσσιες και αεροπορικές), στις τράπεζες, σε κλάδους της μεταποίησης.

Η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων εκφράστηκε και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) με την αποτυχία των συνομιλιών της Γενεύης το 2008. Σε αυτό το γύρο διαπραγματεύσεων κυριάρχησε η αντίθεση μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, από τη μια, και Κίνας, Ινδίας, Βραζιλίας, από την άλλη, με τις οποίες συσπειρώθηκαν κράτη της Αφρικής και της Ασίας. Υπαρκτές είναι βέβαια και οι αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ - ΕΕ στο πλαίσιο του ΠΟΕ. Το ενδεχόμενο ένταξης της Ρωσίας στον ΠΟΕ περιπλέκει αυτές τις αντιθέσεις.