Πρέπει να χαιρετίσουμε την πρώτη ουσιαστική προσπάθεια ανάλυσης των εξελίξεων στην Ανατολική Ευρώπη και στα θέματα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού.
Αυτή η προσπάθεια για ένα κόμμα σαν το ΚΚΕ με τη μαζικότητα που έχει σε εθνικό επίπεδο και ο ρόλος που θέλει να παίξει σε διεθνές επίπεδο, αποκτά πιο ιδιαίτερη αξία.
Ουσιαστικά, οι αποφάσεις για το θέμα του σοσιαλισμού θα πρέπει να στοχεύουν στο να ανοίξουν διάλογο, γιατί το θέμα δεν αφορά μόνο τα μέλη του Κόμματος και σε αυτήν την κατεύθυνση θα πρέπει το ίδιο το Κόμμα να δεχτεί και να κουβεντιάσει απόψεις από αγωνιστές και από άλλα ρεύματα που έχουν επεξεργαστεί το θέμα αυτό.
Με την ίδια «κατανόηση» που ζητάει το κείμενο να αντιμετωπιστεί η επί χρόνια απουσία από το Κόμμα διαμορφωμένης άποψης για το θέμα, με την ίδια «κατανόηση» θα πρέπει να αντιμετωπίσει και τις άλλες απόψεις.
Αν έχει κάποια αξία η συζήτηση, είναι το να μεγαλώσει μέσα στις γραμμές της εργατικής τάξης το κομμουνιστικό ρεύμα και οι σοσιαλιστικές ιδέες και όχι για να δημιουργήσει μια περιχαράκωση.
Θεωρώ ότι κριτήριο για να είναι κάποιος κομμουνιστής από τον Οκτώβριο του '17 μέχρι τη δεκαετία του '90 ήταν η άνευ όρων υποστήριξη της ΕΣΣΔ απέναντι σε κάθε είδους επίθεση από το αστικό στρατόπεδο.
Παράλληλα, θεωρώ ότι αποτελούσε καθήκον του κάθε κομμουνιστή η παρακολούθηση της πορείας οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε αυτές τις χώρες.
Πρέπει, επίσης, να έχουμε καθαρό πως ό,τι κατάφερε η ΕΣΣΔ στα 70 χρόνια ήταν το αποτέλεσμα των κατακτήσεων της Οκτωβριανής Επανάστασης της εθνικοποιημένης και σχεδιασμένης οικονομίας και αυτό αφορά και τα χρόνια του Στάλιν, αλλά και τη μετά Στάλιν περίοδο.
Γιατί όσο οι «οπαδοί» του Στάλιν μπορούν να λένε για τη νίκη στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, έτσι και οι «οπαδοί» του Χρουστσόφ μπορούν να λένε για τις επιτυχίες στο Διάστημα ή την επιβίωση στον ψυχρό πόλεμο.
Ομως, το ότι μια χώρα σαν τη σημερινή Ινδία κατάφερε να γίνει παγκόσμια υπερδύναμη, αυτό αποτελεί προϊόν των βάσεων που έθεσε η Οκτωβριανή Επανάσταση και μόνον αυτή.
Από κει και πέρα, γιατί ανατράπηκαν ή κατέρρευσαν αυτά τα καθεστώτα, έχει να κάνει με τις εγγενείς αδυναμίες κατά ένα μεγάλο μέρος, αλλά και με τις πολιτικές επιλογές όλων των μετά τον Λένιν ηγεσιών του μπολσεβίκικου κόμματος και του ΚΚΣΕ.
Αρα, τα προβλήματα για το σοσιαλισμό δε λύνονται με Στάλιν ή μετά Στάλιν συνταγές, ούτε επίσης λύνονται με επιλεκτικές επαναλήψεις αναλύσεων, όπως (αυτή της μαοϊκής σκοπιάς) του στιλ ότι μέχρι το '56 ήταν όλα ρολόι και μετά άρχισε ο κατήφορος.
Είναι προτιμότερο μια επιστροφή στις βάσεις της κομμουνιστικής ιδεολογίας, στον ίδιο τον Μαρξ, με κυριότερο στοιχείο την κριτική του για την Παρισινή Κομμούνα.
Θεωρώ εγγενείς αδυναμίες του πρώτου εργατικού κράτους:
α) Την καθυστερημένη καπιταλιστική Ρωσία. Ο αδύναμος κρίκος που έλεγε και ο Λένιν.
β) Τη σφαγή του ανθού του μπολσεβίκικου κόμματος στα μέτωπα των ιμπεριαλιστικών επιθέσεων που δέχτηκε η ΕΣΣΔ. Κάτι που στέρησε ένα μεγάλο πολιτικό ανθρώπινο δυναμικό από τις πρώτες ανάγκες της εργατικής διεύθυνσης.
γ) Το κενό στη διεύθυνση του κράτους αξιοποιήθηκε από ένα κομμάτι του παλιού τσαρικού καθεστώτος, το οποίο «φόρεσε» την κόκκινη τραγιάσκα και βολεύτηκε στη νέα κατάσταση.
Στο 11ο Συνέδριο του Κόμματος, το Μάρτη του '22, ο Λένιν προειδοποίησε για τον κίνδυνο ενός εκφυλισμού του κυρίαρχου στρώματος. Εχει συμβεί, είπε, περισσότερο από μία φορά στην ιστορία, ο νικητής να υιοθετήσει την κουλτούρα του νικημένου, όταν ο δεύτερος βρισκόταν σε ένα ανώτερο επίπεδο. 4.700 υπεύθυνοι κομμουνιστές στη Μόσχα διοικούν την κρατική μηχανή. Ποιος καθοδηγεί ποιον. Αμφιβάλλω πάρα πολύ, αν μπορείς να πεις ότι οι κομμουνιστές είναι επικεφαλής. Στα επόμενα συνέδρια, ο Λένιν δεν μπόρεσε να μιλήσει.
Αυτές οι αδυναμίες δημιούργησαν ένα προνομιούχο στρώμα, μια γραφειοκρατική ελίτ με τα εξής χαρακτηριστικά:
α) Παρασιτική ύπαρξη, αφού δεν είχαν ιδιοκτησία.
β) Προνόμια στα πλαίσια της κατάστασης.
γ) Φοβικοί απέναντι στην επέκταση της επανάστασης, αφού τα συμφέροντά τους εξυπηρετούνταν στα πλαίσια του εθνικού κράτους και έτσι επιδίωκαν ένα status quo (μία ισορροπία) εθνικά και διεθνώς.
Ολα αυτά είναι προϊόν μιας κοινωνικής κατάστασης που διαμορφώθηκε μετά την επανάσταση, ανεξάρτητα από πρόσωπα και ηγεσίες και είναι το πρώτο κομμάτι που πρέπει να απασχολήσει τον προβληματισμό.
Το δεύτερο κομμάτι του προβληματισμού θα πρέπει να κάνει με τις πολιτικές επιλογές των προσώπων και των ηγεσιών απέναντι σε αυτές τις αδυναμίες.
Θεωρώ ότι οι πολιτικές ηγεσίες μετά τον Λένιν με τις επιλογές τους αποδείχτηκαν αδύναμες να αντιμετωπίσουν τις στρεβλώσεις, με τις οποίες ερχόταν αντιμέτωπο το πρώτο εργατικό κράτος και έτσι υπήρξε μια συντηρητική αποδοχή της κατάστασης με αντανάκλαση και στην εσωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ, αλλά και στην κομμουνιστική Διεθνή.
Καταρχήν η θεωρία του σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα (κόντρα στη μαρξιστική ανάλυση) αποτέλεσε το θεωρητικό μανδύα της εξυπηρέτησης των συμφερόντων της γραφειοκρατικής ελίτ στα πλαίσια του εθνικού κράτους. Η κομμουνιστική Διεθνής με τις πολιτικές επιλογές της έπαιζε το ρόλο της διατήρησης του διεθνούς στάτους μέχρι το 1938 που διαλύθηκε (αλήθεια, γιατί;).
Κατά δεύτερο, η φυσική εξόντωση πολιτικών και όχι ταξικών αντιπάλων, πράγμα ασυμβίβαστο με τις κομμουνιστικές αξίες. Το 70% της παλιάς Κεντρικής Επιτροπής των μπολσεβίκων δικάστηκαν ως αντεπαναστάτες με εισαγγελέα τον Βισίνσκι, που προερχόταν από τις τάξεις της τσαρικής Δικαιοσύνης. Βραβεύτηκε στη Μόσχα ο Ραμόν Μερκαντέρ που δολοφόνησε τον αρχηγό του Κόκκινου Στρατού της Επανάστασης Λ. Τρότσκι. Εξοντώθηκαν, δηλαδή, άνθρωποι που είχαν παίξει ηγετικό ρόλο την περίοδο της επανάστασης.
Ακόμα και την περίοδο μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, που είχαμε τη δημιουργία σοσιαλιστικών κρατών στην ανατολική Ευρώπη, υπάρχουν ζητήματα που δικαιώνουν τα προηγούμενα, όπως: Γιατί είχαν σύνορα μεταξύ τους;
Γιατί δε διεύρυναν τη σοσιαλιστική ομοσπονδία; Γιατί υπήρχε αυτή η επιμονή στην εθνική περιχαράκωση; Γιατί δεν εξετάστηκαν σε βάθος τα αιτήματα των Ούγγρων, Τσέχων, Πολωνών εργατών, που, ανεξάρτητα από τις προθέσεις ή την πορεία που είχαν οι ηγέτες τους (π.χ. Βαλέσα), αυτοί έβαζαν ζητήματα πάλης ενάντια στη γραφειοκρατία και μεγαλύτερης εργατικής δημοκρατίας;
Θεωρώ ότι όλη αυτή η κατάσταση αποξένωσε το κόμμα σαν μηχανισμό από τις μάζες, δημιουργώντας μια παθητικότητα στην κοινωνία. Αυτό εξηγεί και τη στάση των μαζών στην περίοδο των ανατροπών, αλλά, επίσης, και το ότι όλοι οι νεογιάπηδες στη Ρωσία και την Ανατολική Ευρώπη είναι πρώην μεγαλοδιευθυντές κρατικών επιχειρήσεων ή μεγαλοστελέχη των εκεί κομμουνιστικών κομμάτων.
Αδυναμίες και επιλογές, λοιπόν, είναι τα ζητήματα που πρέπει να εξετάσει αυτή η συζήτηση για το σοσιαλισμό με αξία τον εξοπλισμό μιας νέας γενιάς αγωνιστών που θα «αποκαταστήσει» το όραμα και στους δρόμους, αλλά και στη θεωρία που είναι απαραίτητο εργαλείο.
Βασίλης Πετρόπουλος
εργαζόμενος στους ΟΤΑ
Ριζοσπάστης - 29 Νοεμβρίου 2009