Θεωρώ τις Θέσεις για το 18ο Συνέδριο κείμενο «υπερπλήρες» για το σκοπό που γράφτηκε, διαφωτιστικό ούτως ή άλλως και ικανό να αποτελέσει αφορμή για πλατύ διάλογο εφ' όλης της ύλης. Τα δυο ζητήματα που αφορά η τοποθέτησή μου σαφώς εμπεριέχονται σε αυτές και είναι τα εξής:
1. Για τη βοήθεια του Κόμματος γενικά στη νεολαία και ειδικά στο ΚΝίτικο δυναμικό:
Σαφώς όλα τα κομματικά μέλη και στελέχη πρέπει να φροντίζουν και να ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για το πέρασμα του κάθε νέου απ' το ένα στάδιο ζωής στο άλλο, με διατήρηση και αύξηση της αγωνιστικής του στάσης ζωής. Είναι ευνόητο ότι αυτό αποκτά μεγαλύτερη σημασία στη φάση της πρώτης εργασιακής εμπειρίας. Ευνόητο δηλαδή για τους υπόλοιπους, όχι για τον ίδιο το νέο που το ζει! Ο ίδιος νιώθει συχνά ότι ζει ξεχωριστές δυσκολίες και ότι η περίπτωσή του είναι μοναδική, ότι συμβιβάζεται προσωρινά για να πετύχει το καλύτερο στο μέλλον και πιθανώς ότι θα έχει την πολυτέλεια να αγωνίζεται όταν (με τον κόπο του) έχει φτάσει σε μια αναβαθμισμένη και μόνιμη θέση. Κάποιες από αυτές τις ιδέες και καταστάσεις είναι αληθινές αλλά και κάποιες εκφράζονται λόγω της γενικής κατάστασης του κινήματος, το οποίο είναι ακόμα πίσω, άρα και της διαπαιδαγώγησης της νέας γενιάς.
Γι' αυτό η εν λόγω βοήθεια από τους μεγαλύτερους σε ηλικία χρειάζεται σίγουρα «μαστοριά», εξειδίκευση ανά άτομο και προβληματισμό για το σύνολο της σκέψης του νέου, είτε εμφανίζεται αγωνιστικός σε κάθε φάση της ζωής του είτε όχι (μπορεί δηλαδή κάποιος να φαίνεται αγωνιστικός όσο τα περνά εύκολα). Η εξειδίκευση πρέπει να βλέπει οπωσδήποτε και τον τρόπο ζωής κάποιου ανάλογα με την ηλικία του (π.χ. αλλιώς ζει, νιώθει και σκέφτεται ένας 25χρονος που αγκομαχά να τελειώσει μια σχολή, αλλιώς ένας 25χρονος που δουλεύει, αλλιώς ένας που έχει και οικογένεια). Εχει σημασία η μετάδοση της συνολικής πείρας από τα τόσα χρόνια ζωής και αγώνα, όχι μόνο η συζήτηση για το σήμερα.
Ο εμπειρισμός και ο πρακτικισμός που διέπουν πολλά κομματικά μέλη, όχι μόνο δε βοηθούν την ανάπτυξη της γενικότερης δράσης του Κόμματος, αλλά ούτε δίνουν σωστά στηρίγματα και παραδείγματα στη νεολαία. Νιώθω μάλιστα ότι κρύβουν απαισιοδοξία και φόβο για τα παραπέρα βήματα, πράγμα το οποίο δημιουργεί αναστολές στους μικρότερους. Ολη αυτή η παρέμβαση, βέβαια, πρέπει να είναι σταθερή και όχι να φαίνεται μόνο σε ξεσπάσματα (π.χ. απεργίες) και σταθμούς (π.χ. εκλογές).
2. Για το μέτωπο του πολιτισμού:
Η αλήθεια είναι ότι οι Θέσεις πολύ περιορισμένα αναφέρονται στο ζήτημα (σελίδα 58 «αναπόσπαστο... υποκουλτούρας»), ενώ θα μπορούσαν να δίνουν κι άλλα στοιχεία.
Ο πολιτισμός σίγουρα δεν αφορά μόνο τη νεολαία. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχει ούτως ή άλλως ως αναπόφευκτο προϊόν της κοινωνίας, το οποίο εκφράζει τις σκέψεις και τα συναισθήματα του παραγωγού του (ως μέλος της κοινωνίας, βέβαια), αντανακλά καταστάσεις της ζωής και περνά μηνύματα και ιδέες για αυτές. Ο κάθε άνθρωπος που παράγει πολιτιστικό έργο είναι (όπως και σε οτιδήποτε άλλο) «εξαρτημένος» από την τάξη στην οποία ανήκει, αλλά και από το πώς αντιμετωπίζει τη θέση του δηλαδή την ταξική του συνείδηση.
Επομένως, το θέμα είναι με τι πολιτισμό ζούμε. Βλέπουμε έντονα τι κυριαρχεί (η λεγόμενη βιομηχανία του θεάματος σε όλο της το μεγαλείο!), μα και πόσο διψά ο κόσμος για ποιοτικό θέαμα, καθώς και για προσωπική του ενασχόληση (στα πολιτιστικά τμήματα ενηλίκων των δήμων, μόνο, συναντά κανείς κυρίως ηλικίες 35 - 55, όχι μόνο νέους δηλαδή, καθαρά εργαζόμενους οικογενειάρχες, που ψάχνουν τον ελεύθερο δημιουργικό χρόνο - παρόλο το υψηλό πλέον κόστος παντού και τα τόσο στενά περιθώρια επιλογών στο πρόγραμμα, το ύφος, τον τρόπο διδασκαλίας που απολαμβάνουν).
Είναι θετικό ότι το Κόμμα και η ΚΝΕ έχουν κάνει σοβαρές προσπάθειες με πλούσιο έργο κεντρικών παραγωγών (πρόγραμμα Συρμού, εκδηλώσεις Περισσού, Φεστιβάλ, τελευταίες εκθέσεις κλπ.), με τη σταθερή λειτουργία των πολιτιστικών ομάδων της ΚΝΕ (στα μουσικά σύνολα υπάρχει ακόμα και Τμήμα Μουσικών Ερευνών!), με τη σπουδαία βελτίωση της στήλης του «Οδηγητή». Παρόλα αυτά, το θέμα δεν αγκαλιάζει όλα τα μέλη του ΚΚΕ και της ΚΝΕ. Οι διάφορες οργανώσεις σε όλη την Ελλάδα θα μπορούσαν να έχουν πιο πολλές και πλούσιες πολιτιστικές δραστηριότητες αυτοτελώς. Είναι όμως πολύ σημαντικό, και η παρέμβασή μας σε διάφορους φορείς που παράγουν πολιτιστικό έργο (δήμοι, σύλλογοι, σχολές, μεμονωμένοι καλλιτέχνες κ.ά.) να γίνει καθολική, πιο σταθερή και πιο δραστική.
Ειρήνη Τσέκα
Μέλος της εργατικής ΚΟΒ Μεσογείων του ΚΚΕ και του ΝΣ Αττικής της ΚΝΕ
Ριζοσπάστης - 7 Δεκεμβρίου 2008