Οι Θέσεις της ΚΕ για τον σοσιαλισμό προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα σε δυο αλληλοσυγκρουόμενες ερμηνείες των αιτιών της αντεπανάστασης. Το ιδεολόγημα της «θεωρητικής διολίσθησης στον οπορτουνισμό» (θέση 19) - και κατ' επέκταση η θέση για τις «θεωρητικές ελλείψεις και αδυναμίες» (θέση 12) - χρησιμοποιείται για να εμφανιστούν τα αίτια της αντεπαναστατικής ανατροπής σαν προϊόν του υποκειμενικού παράγοντα. Ταυτόχρονα, οι αντικειμενικοί ταξικοί ανταγωνισμοί δηλώνονται επίσης αιτία της οπορτουνιστικής στροφής (θέση 18).
Παρά την έμμεση αναφορά στην υλική βάση της εμπορευματικής παραγωγής επάνω στην οποία αυτή εμφανίστηκε, η θέση της «θεωρητικής διολίσθησης» είναι τελικά ιδεαλιστική (οι καλές ιδέες αναπτύσσουν την ιστορική κίνηση, οι κακές ιδέες την ανακόπτουν!). «Ολη η κοινωνική ζωή είναι στην ουσία της πρακτική. Ολα τα μυστήρια που οδηγούν τη θεωρία στον μυστικισμό βρίσκουν την ορθολογική τους λύση στην ανθρώπινη πρακτική και την κατανόηση αυτής της πρακτικής», δήλωσε ο Μαρξ (όγδοη θέση για τον Φόυερμπαχ). Δεν είναι δυνατόν το ΚΚΣΕ, το οποίο σαν επαναστατική πρωτοπορία όχι μόνο κατανοούσε την ανθρώπινη πρακτική αλλά και την καθοδηγούσε, να είχε θεωρητικές διολισθήσεις στον οπορτουνισμό. Η υλική βάση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη από την αντίστοιχη της εμπορευματικής παραγωγής. Οποιαδήποτε τέτοια διολίσθηση και ιδεολογική αναστροφή που τυχόν θα εμφανίζετο επάνω στη δεύτερη θα είχε αμέσως αντιστραφεί από την επιστημονική συνείδηση που ανεπτύσσετο επάνω στην πρώτη.
Η αναζήτηση των αιτιών της αντεπανάστασης πρέπει να ξεκινά από τη θέση για την «κοινωνική αντίσταση» (θέση 18). Στο ζήτημα της διάταξης των ταξικών δυνάμεων η ανάλυση στο κείμενο των Θέσεων είναι ελλιπής. Η κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής στον σοσιαλισμό δε σημαίνει ότι πέρα από την εργατική τάξη και τους αγρότες δεν υπάρχουν άλλες τάξεις*. Η ιστορική εμπειρία της ΕΣΣΔ απέδειξε ότι το σύνολο των ανώτερων διευθυντικών στελεχών και της ανώτερης διανόησης (επιστήμονες, συνθέτες, καλλιτέχνες, σκηνοθέτες, κλπ.), το οποίο στον καπιταλισμό αποτελεί στρώμα, αναπτύσσεται σε αυτοτελή τάξη στον σοσιαλισμό επάνω σε μια αντικειμενική βάση που ορίζει την κάθε κοινωνική τάξη όχι πλέον από τη σχέση της με τα μέσα παραγωγής αλλά από τη σχέση της με το παραγόμενο συνολικό κοινωνικό προϊόν. Τα διευθυντικά στελέχη τα οποία μαζί με τους κολχόζνικους αγρότες κατέστησαν οι φορείς της κοινωνικής αντίστασης προήλθαν από αυτήν ακριβώς τη «νέα γενιά κομμουνιστών ειδικών» (θέση 13). (Η ταξική σύνθεση των αντεπαναστατικών κέντρων που αποκαλύφτηκαν στις δίκες της Μόσχας είναι ιδιαίτερα ενδεικτική!).
Παρά το γεγονός ότι αυτή η «τάξη των επαγγελματιών»* είναι, κατά την εμφάνισή της, σύμμαχος της εργατικής τάξης είναι δυνατόν - ανάλογα με τη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία - να μετεξελιχθεί σε ανταγωνιστική και τελικά σε αντιδραστική τάξη ακριβώς επειδή τα στοιχεία της «τείνουν να αυτονομούν το ατομικό συμφέρον από το κοινωνικό και να διεκδικούν μεγαλύτερο μερίδιο από το συνολικό κοινωνικό προϊόν» (θέση 2). Πρόκειται για αυτήν ακριβώς την τάξη η οποία έχοντας ήδη εξελιχθεί σε αντιδραστική εξέφρασε μαζί με τους συμμάχους της, τους κολχόζνικους αγρότες, για πρώτη φορά ανοιχτά τα ταξικά της συμφέροντα στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Πρόκειται για την ίδια τάξη («σκιώδες κεφάλαιο», «διανόηση», «σπουδάζουσα νεολαία» στη θέση 20) η οποία ηγήθηκε της αντεπανάστασης που παλινόρθωσε τον καπιταλισμό.
Η εξέλιξη της τάξης των επαγγελματιών είναι ζήτημα συσχετισμού των δυνάμεων. Από τη στιγμή που η εργατική τάξη χάνει τη δυνατότητα να κυριαρχεί ιδεολογικά τις ιδεολογικές ψευδαισθήσεις για κοινωνική ιδιαιτερότητα που έχει η τάξη των επαγγελματιών και τις αντίστοιχες τάσεις της η τελευταία αρχίζει να αποστασιοποιείται από τη συμμαχία της με την πρώτη και να περνά βαθμιαία στην κοινωνική αντίδραση. Τα αίτια γι' αυτήν τη μη νομοτελειακή εξέλιξη πρέπει να αναζητηθούν στο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων όταν πραγματοποιείται η σοσιαλιστική επανάσταση. Οσο πιο υψηλό είναι αυτό το επίπεδο τόσο μεγαλύτερη είναι η μετέπειτα δυνατότητα της επαναστατικής εργατικής τάξης για ιδεολογική κυριαρχία των ιδεολογικών ψευδαισθήσεων της τάξης των επαγγελματιών. Στον βαθμό που - πάντα ανάλογα με τους ταξικούς συσχετισμούς - η τάξη των επαγγελματιών κατακτά θέσεις στην παραγωγή και, κατ' επέκταση στο κράτος, άρα και μεγαλύτερη δυνατότητα ιδεολογικής επιρροής μέσα από αυτό, η ταξική της συνείδηση μεταλλάσσεται από την απαίτηση για συνεχώς διευρυνόμενο ποσοστό του κοινωνικού προϊόντος μέσα στον σοσιαλισμό σε απαίτηση για την παλινόρθωση του καπιταλισμού.
Αυτήν ακριβώς την αντιδραστική κοινωνική τάξη εκπροσωπούσε ο Χρουστσόφ και η ομάδα του. Εστω και εάν υποτεθεί ότι οι καταγγελίες που έχουν γίνει για τη δολοφονία του Στάλιν (και όχι μόνο) αποτελούν εικασίες, τα γεγονότα παραμένουν μάλλον εξόφθαλμα. Η χωρίς δίκη εκτέλεση του Λ. Μπέρια από την ομάδα του Χρουστσόφ, η καθαίρεση του Χρουστσόφ από τη θέση του Γενικού Γραμματέα το 1957 και η επάνοδός του σε αυτήν με τα όπλα του στρατάρχη Ζούκοφ που ήταν και ο κορυφαίος εκφραστής της τάξης των επαγγελματιών μέσα στον στρατό και κυρίως η βαθιά αντιδραστική επίθεση του Χρουστσόφ ενάντια στον Στάλιν, τη δικτατορία του προλεταριάτου και την ίδια την επανάσταση στη «μυστική συνεδρίαση» του 20ού Συνεδρίου - επίθεση που έκανε τόσο το διεθνές επαναστατικό κίνημα όσο και τη διεθνή αντίδραση να παρακολουθούν τις εξελίξεις ...τρίβοντας τα μάτια τους (η τελευταία έτριβε και τα χέρια της!) - είναι απόδειξη μιας πραξικοπηματικής κατάληψης της πολιτικής εξουσίας από την τάξη των επαγγελματιών. Κατά συνέπεια και από τα ίδια τα γεγονότα συνάγεται ότι - σε αντίθεση με τη βολονταρίστικη θέση της ΚΕ περί «θεωρητικής διολίσθησης» - η οπορτουνιστική στροφή που εγκαινίασε το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ ήταν η συνειδητή, θεωρητική έκφραση των συμφερόντων της ανερχόμενης αντίδρασης στην ΕΣΣΔ. Αυτό, φυσικά, δε σημαίνει ότι η παλινόρθωση του καπιταλισμού ξεκίνησε με το 20ό Συνέδριο όπως αφελώς ισχυρίζεται το μαοϊκό ρεύμα στο διεθνές επαναστατικό κίνημα. Οπως ανέφερα, η ταξική συνείδηση της ήδη αντιδραστικής τάξης των επαγγελματιών δεν είχε ακόμα εξελιχθεί σε απαίτηση για εμφάνιση εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής. Αλλά έστω και εάν ήδη επιδίωκε συνειδητά την παλινόρθωση του καπιταλισμού η ουσία είναι ότι κατέκτησε την πολιτική εξουσία σε συνθήκες σκληρής εσωτερικής ταξικής πάλης ενάντια στην εργατική τάξη. Κατά συνέπεια, αυτή η τάξη δεν είχε την αντικειμενική δυνατότητα να παλινορθώσει τον καπιταλισμό το 1956, όταν η επαναστατική εργατική τάξη εξακολουθούσε να έχει ισχυρές θέσεις μέσα στο κράτος και να παραμένει η ιδεολογικά κυρίαρχη τάξη στην κοινωνία. Γι' αυτόν τον λόγο ήταν επιβεβλημένο καταδικάζοντας την οπορτουνιστική στροφή του 20ού Συνεδρίου σαν αντεπαναστατική το διεθνές επαναστατικό κίνημα να υπερασπίζεται ταυτόχρονα τον σοσιαλισμό στην ΕΣΣΔ και τη σοβιετική εργατική τάξη στον αγώνα της ενάντια στην εσωτερική αντίδραση και όχι να απολυτοποιεί την τότε νίκη της τελευταίας σαν «παλινόρθωση του καπιταλισμού» όπως έκανε και κάνει το μαοϊκό ρεύμα.
Το γεγονός ότι από το 20ό Συνέδριο και έπειτα η εσωτερική ταξική πάλη - παρά τις όποιες προσωρινές νίκες της εργατικής τάξης - είναι μια διαδικασία σταδιακής απώλειας θέσεων για την εργατική τάξη και σταδιακής ενίσχυσης του αντιδραστικού χαρακτήρα της τάξης των επαγγελματιών στο οικονομικό και πολιτικό επίπεδο καταγράφεται με σαφήνεια στις Θέσεις της ΚΕ. Ωστόσο, η ΚΕ επιμένει στην ταυτόχρονη αποδοχή της θέσης της «θεωρητικής διολίσθησης» και της θέσης περί ταξικών ανταγωνισμών στον σοσιαλισμό διότι επιχειρεί να υπερασπίσει τη δικτατορία του προλεταριάτου όπως αυτή εκφράστηκε επί Στάλιν χωρίς ταυτόχρονα να καταδικάζει το 20ό Συνέδριο σαν έκφραση της αντεπανάστασης που τελικά επέφερε την παλινόρθωση του καπιταλισμού. Επιμένει, αντιθέτως, να προσδιορίζει την αντεπανάσταση στην ΕΣΣΔ μόνο στο τελικό στάδιο (1987 - 1991) της αντεπαναστατικής διαδικασίας που ξεκίνησε με την οπορτουνιστική στροφή στο 20ό Συνέδριο. β
Οι προθέσεις της ΚΕ για την υπεράσπιση της δικτατορίας του προλεταριάτου και του προσώπου του Στάλιν αναιρούνται αντικειμενικά από την άρνησή της:
Να καταδικάσει τη χρουστσοφική αντίδραση όπως αυτή εκφράστηκε στο 20ό Συνέδριο.
* K. N. Cameron, «Stalin the man of contradiction, nc press limited β», toronto, 1987. β
Γιώργος Τσούπρος
Διδάκτωρ Θεωρητικής Φυσικής, Πεκίνο, Κίνα
Ριζοσπάστης - 9 Δεκεμβρίου 2008