Δεκαοχτώ χρόνια από τις ανατροπές (πολιτικός χρόνος πολύ μικρός) αν γυρίσει κανείς πίσω σε εκείνη την περίοδο που ουσιαστικά κινδύνεψε η ύπαρξη του Κόμματος και μετρήσει σήμερα, που το Κόμμα με την πολιτική του πρόταση θέτει για ζύμωση στην Εργατική Τάξη, στους εργαζόμενους, θέμα εξουσίας, τότε εξηγεί την 90χρονη ιστορία, τις ρίζες και τη δύναμη των κομμουνιστών. Χωρίς να υποτιμήσω τα προηγούμενα συνέδρια, θεωρώ ότι το 18ο έχει ιδιαίτερη σημασία και για το περιεχόμενό του και γιατί εξελίσσεται σε μία περίοδο που αποκαλύπτονται οι πιο απάνθρωποι όροι λειτουργίας του Καπιταλιστικού Συστήματος και στον πιο αδαή περί τα πολιτικά λαϊκό άνθρωπο. Δημιουργεί η σημερινή περίοδος όρους ανάτασης της εργατικής συνείδησης και δεν είναι εξωπραγματικό να πει κανείς ότι δεν είναι μακριά η στιγμή που επιβεβαιώνει τη ρήση «όσα φέρνει μια στιγμή, δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος», γι' αυτό τούτο το Συνέδριο είναι ιδιαίτερα σοβαρό, γι' αυτό οι θέσεις, τα συμπεράσματα και οι αποφάσεις του πρέπει να αποκρυσταλλώνονται στην πολιτική, στη λειτουργία και στο πρόγραμμα του Κόμματος.
Η μελέτη των στοιχείων από την πορεία οικοδόμησης του Σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ενωση θέτει ζητήματα που αναδεικνύουν την ανάγκη ανάπτυξης της θεωρίας μας.
1) Οι εμπορευματοχρηματικές σχέσεις και η ύπαρξη δεύτερης οικονομίας αποτέλεσαν την υλική βάση στην Αντεπανάσταση, την περίοδο των ανατροπών, οι σχέσεις αυτές είχαν διαπεράσει το μεγαλύτερο τμήμα της Κομματικής ηγεσίας και της Σοβιετικής Κοινωνίας, εξ ου και η έλλειψη αντίδρασης στην αντεπανάσταση. Αυτές οι σχέσεις στην οικονομία δεν εξέλιπαν ποτέ, αναθάρρυναν από την υποχρεωτική επιβολή της ΝΕΠ και υποτιμήθηκαν στη συνέχεια από το Κόμμα που είχε την εξουσία. Φαίνεται καθαρά ότι η εξουσία δημιούργησε επανάπαυση και χαλάρωση των επαναστατικών χαρακτηριστικών. Δεν είναι τυχαία η ρήση του Λένιν (με τι θα αντικαταστήσουμε την ταξική πάλη;), τα προβλήματα του Κόμματος των Μπολσεβίκων που αναφέρονται στην εισήγηση του Ζντάνοφ στο ΠΓ, το '37, για το νέο Σοβιετικό Σύνταγμα δεν εξηγούνται εύκολα για ένα Κόμμα που πριν λίγο είχε ηγέτη τον Λένιν και είχε νικήσει στην πρώτη Σοσιαλιστική Επανάσταση. Δεν είναι τυχαίο ότι καθ' όλη τη διάρκεια της οικοδόμησης, ειδικοί οικονομολόγοι και καθηγητές, μέλη Κρατικών (Ακαδημία Επιστημών) και Κομματικών ιδρυμάτων συγκρούονταν για το θέμα της ανταλλαγής και έθεταν ορισμένοι θέμα κάποιας μορφής εμπορευματικών σχέσεων στη Σοσιαλιστική πορεία. Επίσης οι 15χρονοι διάλογοι του Μολότοφ με τον Συγγραφέα αναδεικνύουν ότι από τα πρώτα χρόνια της επανάστασης και κυρίως μετά το θάνατο του Λένιν σε στενό κομματικό επίπεδο συζητιούνται θέματα ιδεολογικών αρχών, υπήρχαν προβληματισμοί και αμφιβολίες.
Ολα αυτά οδηγούν στη σκέψη ότι υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις και αντικειμενικές και υποκειμενικές για τη νίκη της Σοσιαλιστικής Επανάστασης, το ζήτημα είναι αν υπήρχαν όσο εξαρτάται από το Κόμμα οι δυνατότητες για τη Σοσιαλιστική οικοδόμηση! Ιστορικά αποδεικνύεται για το Σοβιετικό Κόμμα έλλειψη ικανότητας διοίκησης της οικονομίας, έλλειψη ικανότητας σχεδιασμού, έλλειψη πρόβλεψης των ιμπεριαλιστικών αντιδράσεων, υποτίμηση της κάλυψης καταναλωτικών αναγκών του Σοβιετικού λαού κλπ.
Ολα αυτά δεν αμφισβητούν το Νόμο της ανισομερούς ανάπτυξης του Καπιταλισμού για τον «αδύνατο κρίκο», γιατί υπάρχει η σοβαρή δικαιολόγηση του πρωτόγνωρου, η έλλειψη ανάλογης πείρας κοινωνικοοικονομικού συστήματος, όμως η πείρα της Σοβιετικής Ενωσης φαίνεται να δείχνει ότι εν μέρει αυτονομείται η Σοσιαλιστική Επανάσταση από τη Σοσιαλιστική οικοδόμηση, αφού το πρώτο έχει να κάνει με τις υποκειμενικές και αντικειμενικές προϋποθέσεις της συγκεκριμένης χώρας, ενώ για την οικοδόμηση, την ωρίμανση και τη μετάβαση στην Κομμουνιστική Κοινωνία, τα περισσότερα εξαρτώνται από τον παγκόσμιο συσχετισμό και το διεθνή περίγυρο.
Είναι πλέον βέβαιο πως το στάδιο της οικοδόμησης δεν μπορεί να διαρκεί πολλές δεκαετίες, είναι επίσης βέβαιο ότι ο ιμπεριαλισμός στο σημερινό του επίπεδο έχει περισσότερες δυνατότητες αντίδρασης λόγω και των υπερεθνικών, καπιταλιστικών θεσμών. Η σοβιετική πείρα διδάσκει ότι η αντίδραση με πολεμικά μέσα δεν έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα γιατί οι λαϊκές μάζες στηρίζουν με τη ζωή τους τη Σοσιαλιστική πατρίδα. Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι προέρχονται από το χώρο της οικονομίας και του οικονομικού αποκλεισμού, που σίγουρα θα επιβληθεί. Αυτοί βέβαια οι προβληματισμοί δεν οδηγούν στο συμπέρασμα να μην κάνουμε επανάσταση, γιατί υπάρχει ρίσκο στην οικοδόμηση. Υποχρεώνει όμως εμάς που μελετάμε αυτό το διάστημα τις εξελίξεις, οι αποφάσεις και τα συμπεράσματα που θα βγάλουμε να μη μείνουν απλά μόνον «όπλα» της ιδεολογικής μας «φαρέτρας», αλλά πρακτικό αντίκρισμα για τη στρατηγική μας, για το Σοσιαλισμό στην παρτίδα μας, δεν είναι βέβαια ποτέ ίδιες οι συνθήκες οικοδόμησης από χώρα σε χώρα ή από εποχή σε εποχή, μπορεί σήμερα η Εργατική τάξη στη χώρα μας, η πρωτοπορία της να έχει τις ικανότητες Διοίκησης και Σχεδιασμού, να μπορεί να λειτουργήσει απρόσκοπτα και σε όλο της το περιεχόμενο η δικτατορία του Προλεταριάτου, όμως υπάρχουν ζητήματα καινούρια όπως το χτύπημα κλάδων παραγωγής, πολύ μικρός αγροτικός κλήρος, η πλήρης διατροφική ενεργειακή και αμυντική εξάρτηση.
Αυτά και άλλα αναδεικνύουν την ανάγκη για εμπλουτισμό και περισσότερη ανάλυση του προγράμματος.
Η προσπάθεια να γίνει η χώρα παραγωγικά αυτάρκης στη διάρκεια της οικοδόμησης θα εξαρτηθεί από τη δική μας ετοιμότητα και τις ιμπεριαλιστικές αντιδράσεις, η ετοιμότητα που μας αφορά μεταφράζεται στο καθήκον και στην υποχρέωση από τώρα σε μεγάλο ποσοστό να προβλέψουμε, στη βάση της διαλεκτικής ανάλυσης που κάνουμε για την οικονομία και την ταξική διάρθρωση, λύσεις για τα προβλήματα που θα προκύψουν, δεν αποτελεί ετοιμότητα η θέση για κρατικοποίηση - κοινωνικοποίηση. Στους χώρους συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης είναι μια γενική τοποθέτηση, υπάρχουν χώροι χωρίς ιδιαίτερη συγκέντρωση, όπως ο αγροτικός χώρος, που όμως έχουν ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα στην πορεία οικοδόμησης γιατί σφυρηλατούν τη συμμαχία της εργατικής τάξης με την αγροτιά, η Σοβιετική Ενωση απέδειξε ότι Κολχόζ και Συνεταιρισμοί ήταν οι χώροι που διατηρήθηκε και αναπτύχθηκε ο μικροαστισμός, οι χώροι που ανέδειξαν σε ανταγωνιστική την αντίθεση πόλης - χωριού.
Στη χώρα μας μπορεί να μειώνεται στον αγροτικό τομέα ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός, αλλά αυτοί που έχουν σχέση με τον γεωργικό τομέα είναι πολλοί περισσότεροι από το 11%. Για παράδειγμα, μια λύση θα ήταν στα πρώτα χρόνια οικοδόμησης να υπάρχει ατομική ιδιοκτησία στον αγροτικό χώρο τόση που θα καλύπτει τις ανάγκες της οικογένειας, η υπόλοιπη παραγωγή να διατίθεται στον κεντρικό σχεδιασμό.
Ψάχνω στο χωριό μου να βρω πρακτικά πώς μπορεί να λειτουργήσει ο Παραγωγικός Συνεταιρισμός και «σκοντάφτω»! Ο χώρος του τουρισμού, με έντονη συγκέντρωση και απόλυτη εξάρτηση από μονοπωλιακούς κολοσσούς, δεν μπορεί να λειτουργήσει σαν κοινωνικό αγαθό αποκλειστικά, αλλά και σαν οικονομική δραστηριότητα που καθορίζεται από τους όρους της καπιταλιστικής αγοράς για μεγάλη περίοδο μετά τη νίκη της Επανάστασης. Με αυτά τα παραδείγματα θέλω να τονίσω ότι οι εξελίξεις μάς επιβάλλουν να αλλάξουμε εκτιμήσεις που λανθασμένα υιοθετήσαμε από τη σχέση μας με τα Κομμουνιστικά Κόμματα στις πρώην Σοσιαλιστικές χώρες, παράδειγμα αυτό το αφοριστικό που ακούγεται πολλές φορές στο Κόμμα «δεν μπορεί το πρόγραμμα να αναφέρεται σε λεπτομέρειες», αντιστρέφοντας αυτόν τον ορισμό προσωπικά πιστεύω ότι το πρόγραμμα δεν μπορεί να αναφέρεται κατά τα 3/4 στις προϋποθέσεις της Σοσιαλιστικής Επανάστασης και το υπόλοιπο στην οικοδόμηση και μάλιστα σε γενικές Νομοτελειακές θέσεις. Οι ανατροπές απέδειξαν ότι το δύσκολο κομμάτι της πορείας του εργατικού κινήματος από τον Καπιταλισμό στον Κομμουνισμό είναι το κομμάτι του ανώριμου σταδίου, η περίοδος της Σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Αν λοιπόν είναι έτσι η πείρα της Σοβιετικής Ενωσης, πρέπει να αξιοποιηθεί έτσι ώστε η Σοσιαλιστική οικοδόμηση στην Ελλάδα να μην έχει πισωγυρίσματα και να ανταποκριθούμε στο κύριο καθήκον που είναι η ικανοποίηση των υλικών προσδοκιών των ανθρώπων.
Βασίλειος Αρμενάκος
ΝΕ Κέρκυρας
Ριζοσπάστης - 9 Δεκεμβρίου 2008